Ανοιχτή πόρτα

Η τελετή, το κιτς και οι αναλφάβητοι, του Μάνου Στεφανίδη

Spread the love

Ο Μάνος Στεφανίδης είναι Ιστορικός Τέχνης και Καθηγητής στο Τμήμα Θεατρικών Σπουδών του ΕΚΠΑ. Διαβάστε τα άρθρα του Μάνου Στεφανίδη ΕΔΩ

(Στον φίλο μου καθ. Κώστα Υφαντή)

Ας πω λοιπόν και εγώ την άποψη μου για το χθεσινοβραδινό σόου. Αφού ο καθένας έχει μια άποψη σύμφωνα με τη γνωστή ρήση του Γκράουτσο Μαρξ και οφείλει να την γράφει εξάπαντος στο facebook όπως διατάσσει ο Zuckerberg.

Χτες, λοιπόν, περάσαμε πολύ ωραία, είχε και πολλή δροσιά εδώ στο Αμόνι ενώ η Αίγινα απέναντι στολίστηκε με φώτα από νωρίς. Ιδιαίτερα ενθουσιάστηκε η μικρή μου κόρη, η οποία και μου εξηγούσε αρκετά από όσα δεν καταλάβαινα. Παράδειγμα τη γαλλική μέταλ μπάντα Gojira που της άρεσε πολύ! Δείγμα του ότι οι Γάλλοι προσπάθησαν να στήσουν μία πληθωρική, συμπεριληπτική, άλλοτε αναρχική και άλλοτε συγκινητική, πάντα όμως έμπνευσμένη γιορτή στην οποία χωρούν όλοι, νέοι και γέροι, ενώ πρωταγωνιστεί σταθερά η πόλη – σύμβολο του νεότερου, δυτικού πολιτισμού. Και βέβαια ο Σηκουάνας, La Seine, το πολυτραγουδισμένο ποτάμι της, ζωντανή απόδειξη του χρόνου που κυλάει σαν νερό δημιουργώντας τη μεγάλη ιστορία αλλά και τις μικρές, ιδιωτικές. Με χαρά ξαναείδα τα διάσημα κτίρια της, με τις λήψεις από ψηλά, το δημαρχείο – Hôtel de Ville, τα μπουλβάρ του ισοπεδωτή βαρώνου Hausmann – ευχαριστώ Ματίνα Καλτάκη ! – την Pigalle, τη Montmartre, το Trocadéro, το Λούβρο, την place des Vosges, την αριστερή όχθη, το νησί της Notre Dame και βέβαια την τεράστια πλατεία του πύργου του Eiffel. Αν μου έλειψε κάτι, ήταν μια πληρέστερη εκφώνηση.

Δυστυχώς ο παρουσιαστής ήταν πολύ ελλιπής ως προς το ιστορικό αλλά και το καλλιτεχνικό κομμάτι – έχασε ακόμα και την lady Gaga. Για να μη μιλήσω για τους πίνακες του Clouet που αναδύονταν μέσα από τα νερά ή το παιχνίδι με την Joconde, την αναφορά στον Delacroix και την Ελευθερία που οδηγεί τον λαό το 1830, το κομμένο κεφάλι της Μαρίας Αντουανέτας στα παράθυρα του πιο γοτθικού κτιρίου της πόλης, της Concierge, της παλιάς φυλακής, την Opéra Garnier, τις φιγούρες της belle époque, του cancan, του vaudeville, του boulevard, του Moulin Rouge ή τις αναφορές στον Ροκαμβόλ και τα κλασικά κείμενα της γαλλικής λογοτεχνίας που αναφέρονται στον έρωτα: Le diable au corps, En saison en Enfer, Bel-Ami…

Ένα ολόκληρο μάθημα τέχνης και αισθητικής αποδοσμένο με τόσο σημερινό και με τόσο φαντασμαγορικό τρόπο. Κι από την άλλη η νεοελληνική μας μιζέρια αλλά και άγνοια. Δερωτώμαι, αν χρειάζονται δύο παρουσιαστές για τη Eurovision και δύο δημοσιογράφοι για τον σχολιασμό των ποδοσφαιρικών αγώνων, γιατί να μην έστελνε η ακριβοπληρωμένη ΕΡΤ – ανάμεσα στους δεκάδες άλλους – και έναν ή μία ιστορικό τέχνης και του πολιτισμού, έναν νέο άνθρωπο από τους τόσους που σπούδασαν και σπουδάζουν στο Παρίσι, ώστε να μη χαθεί η χθεσινή ευκαιρία για εκείνη την ευχαρίστηση που θα συνδυαζόταν με γνώση;

Φαντάζομαι πίσω από το μικρόφωνο χτες τον Γιάννη Διακογιάννη και μελαγχολώ. Επειδή σήμερα λείπουν δραματικά οι άνθρωποι με την ευρύτερη γνώση και την καλλιέργεια.

Συμπέρασμα: Η μονοδιάστατη και ελλιπής μας παιδεία παράγει όλο και περισσότερους μονοδιάστατους “ειδικούς”, πλην μονομερώς πληροφορημένους. Δηλαδή, μάλλον εξειδικευμένους αναλφάβητους.

ΥΓ. Και ολίγα περί κιτς και την σύγκριση με τους Ολυμπιακούς μας του 2004. Όλο και περισσότεροι συμπατριώτες μου μοιάζει να έχουν άποψη για το kitch. Τους θαυμάζω! Μάλλον είναι όλοι αυτοί που παρακολουθούν κάθε Κυριακή τον Κοκλώνη και τους λοιπούς φασουλήδες. Προσωπικά έχω να πω ότι δεν υπάρχει μαζικό θέαμα, από τους ρωμαϊκούς θριάμβους της αρχαιότητας ως την αναπαράσταση της επίθεσης στα Χειμερινά Ανάκτορα πιο πρόσφατα του Tairov, που να μην έχει το στοιχείο του κιτς. Της υπερβολής και του μελοδραματισμού. Αρκεί αυτό το κιτς να περιλαμβάνει και την αισθητική του αυτοσαρκασμού, πράγμα που χτες συνέβη με τον καλύτερο τρόπο. Όπως συνέβη και στην Αθήνα του 2004 όταν βγήκε το φορτηγό με τα καρπούζια. Σκεφτείτε τί κατάλαβαν οι ξένοι! Αν δε λάβει κανείς υπ’ όψη τη συγκλονιστική, την τόσο ευφάνταστη χρήση της τεχνολογίας, του μιξάζ των διαφορετικών εικόνων και θεμάτων, τότε το αποτέλεσμα ξεπερνάει τα όσα ξέραμε ως σήμερα.

Τέλος, το υπαρξιακό ερώτημα, εμείς ή οι Γάλλοι είμαστε οι καλύτεροι; Υπαρξιακό ερώτημα που ταιριάζει απόλυτα στον πτωχοαλαζόνα επαρχιωτισμό μας. Λοιπόν, στην Αθήνα πρωταγωνίστησε το ταλέντο και η ευαισθησία ενός ανθρώπου, του Δημήτρη Παπαϊωάννου αλλά και η εθνική μας ιστορία που συμβαίνει να έχει παγκόσμιες αναφορές. Η δουλειά του έκτοτε υπήρξε ΤΟ σημείο αναφοράς. Χτες, στο Παρίσι, διαπίστωσα ένα μεγαλύτερο πλουραλισμό, παρά πάλι την ύπαρξη του ενός καλλιτεχνικού διευθυντή. Είδα πολλές και διαφορετικές απόψεις που όμως στο τέλος συνέκλιναν δημιουργικά και αυτό ήταν το μεγάλο κέρδος της χθεσινής γιορτής. Ασφαλώς η τελετή ράμφισε με κομψό τρόπο στοιχεία και από την Αθήνα και από το Πεκίνο αλλά και από τις μεγάλες, πρωτοχρονιάτικες συναυλίες της Βιέννης στις οποίες πρωταγωνιστούν η πόλη των Αψβούργων, η μουσική, ο χορός και οι λοιπές τέχνες. Για να αναφέρω μόνο μερικά παραδείγματα. Εν κατακλείδι: Ευχαριστούμε Παρίσι! Vive la France!

Σημ. Σκέφτομαι πώς το γερμανικό πνεύμα είναι σταθερά μιλιταριστικό: Από τον Λούθηρο ως τον Marx πάντα πρέπει απέναντι να υπάρχει ένας αντίπαλος για να εξοντωθεί. Το αγγλικό πάλι είναι μπλαζέ, απομονωτικό, εμείς εδώ και αντίκρυ μας όλοι οι υπόλοιποι. Ενώ το γαλλικό συνδυάζει το αριστοκρατικό στυλ της αυτοκρατορίας με το στοιχείο της συναδέλφωσης που έφερε η Επανάσταση: Tolérance, coexistence και fraternité.

ΥΓ. Αντί άλλης εικόνας ιδού ένας πίνακας (λεπτ.) από το εσωτερικό του Palais des Champs Elysées – δέσποζε στα χθεσινά γυρίσματα μαζί με το Grand Palais – κτήριων του 19ου αι. Εδώ πρωταγωνιστούν οι μεγάλοι καλλιτέχνες της belle époque, ο Dalou, ο Rodin, ο Puvis de Chavannes, ο Bouguereau κ.α. Τοέργο που ανήκει στον ζωγραφικό πικτοριαλισμό – δηλαδή δηλαδή μιμείται τον ρεαλισμό της έγχρωμης φωτογραφίας πριν ακόμη αυτή ανακαλυφθεί! – φιλοτεχνήθηκε από τον Jean André Rixens, έναν ακαδημαϊκό ζωγράφο της μόδας (1864 – 1924). Αυτό το ιδιαίτερο κλίμα, εν πολλοίς, επιχείρησε χθες να αναβιώσει η τελετή. Πρόκειται για ένα διαμαντάκι που ανήκει στην συλλογή του Ευριπίδη Κουτλίδη και το φωτογράφισα τις προάλλες στην Εθνική Πινακοθήκη.

SHARE
RELATED POSTS
Η θεατρικότητα του προσώπου και οι ιστορίες του βλέμματος, του Μάνου Στεφανίδη
Νικηφόρος Μανδηλαράς: μορφή που σέβεται ο χρόνος, της Άννας Κοντοπίδη
Δήμος Ρόδου Τμήμα Υγείας: Πρόληψη κατά της γρίπης

Leave Your Reply

*
This site is protected by reCAPTCHA and the Google Privacy Policy and Terms of Service apply.