Επικίνδυνο πράγμα οι «δυστοπίες». Μπορούν να σε κάνουν να χαθείς μέσα σε πολυδαίδαλα μονοπάτια από τα οποία δεν μπορείς να βγεις. Όπως για παράδειγμα, το πρόβλημα των ανθρώπων που ξεκληρίστηκαν από τις πατρίδες τους, φορτώθηκαν έναν μπόγο ρούχα, ένα κόμπο δάκρυα και ξεκίνησαν ένα μακρύ ταξίδι επιβίωσης στο άγνωστο. Η πατρίδα τους, τα χώματά τους, οι τάφοι των πατεράδων τους, ισοπεδώθηκαν και τώρα με μόνη την ανάγκη της επιβίωσης, περισσότερο για τα παιδιά τους και όχι για τους ίδιους, πρέπει να διαβούν βουνά για να φθάσουν στη θάλασσα. Αν τα καταφέρουν μπορεί να γλυτώσουν. Αν όχι…
Άνθρωποι φτωχοί που δεν είχαν βγει ποτέ έξω από τα όρια της ασήμαντης ζωής τους, δεν είχε χρειαστεί. Περνούσαν καλά, ή περνούσαν άσχημα, , ήταν ευτυχισμένοι, ή ήταν δυστυχισμένοι, αισθανόντουσαν ασφαλείς, ή αγωνιούσαν για κάθε μέρα που ξημέρωνε, δεν έχει σημασία. Μέσα σε λίγες μέρες, ο κόσμος τους διαλύθηκε και αυτοί πρέπει να κάνουν μια μεγάλη πορεία.
Άνθρωποι πνιγμένοι στο αίμα φεύγουν από τα σπίτια τους, αποχαιρετούν τα υπάρχοντά τους από εκεί που τίποτα από την ανθρώπινη ουσία δεν έχει απομείνει. Με τα μικρά παιδιά αγκαλιά περπατούν χιλιόμετρα, πληγιάζουν τα πόδια τους, τα αποθέματα τροφής τους λιγοστεύουν. Ένας ατέλειωτος δρόμος που μεταφέρει σιωπηλά κουφάρια έτοιμα να παραδώσουν την τελευταία τους ανάσα. Ανθρώπινες ψυχές, σιλουέτες που κάτι τους λείπει, μια πατρίδα, ένα χέρι, ένα πόδι, μια ελπίδα.
Κάποτε είχαν ονόματα, στον δρόμο τά’χασαν κι αυτά, είναι πλέον ανώνυμοι, μόνον ανώνυμοι θα ζήσουν. Μόνη τους ελπίδα, μια μεγάλη πόλη, ένα λιμάνι, μια ελεύθερη χώρα, εκεί που η φρίκη του θανάτου δεν μπορεί να τους φτάσει, εκεί που θα μπορέσουν να κλείσουν τα μάτια και να κοιμηθούν χωρίς να φοβούνται μην ξυπνήσουν ξαφνικά μέσα στο σκοτάδι πνιγμένοι στο κλάμα και στο αίμα. Και ας μην έχουν τίποτα, να μην είναι τίποτα, αλλά να είναι ζωντανοί. Ελπίδα, ελπίδα για ζωή.
Τι πιο ανθρώπινο, τι πιο μεγάλο. Τι πιο σημαντικό να ζητήσει κανείς; Περνώντας την θάλασσα, όπου όλοι τους κοιτάνε και στρέφουν το βλέμμα μακριά, ξορκίζοντας το κακό, ζητούν ένα καταφύγιο, ένα χαρτί για να πιστέψουν πάλι πως θα ζήσουν μακριά από την οσμηρή ανάσα του ολέθρου που τύλιξε τις ζωές τους με την αποφορά του.
Η ιστορία της προσφυγιάς δεν έχει ημερομηνία, δεν έχει χρονικό πλαίσιο, μπορείς να την διηγηθείς σε όποιον πόλεμο θέλεις. Το χάος είναι το ίδιο, η κοινωνική αποσύνθεση, η φρίκη δεν διαφέρουν. Πάντα θα είναι ένας συνεχής σπαραγμός και οι άνθρωποι σε κάθε πόλεμο είναι καταδικασμένοι από την αρχή, με μόνη τους ελπίδα μιαν θάλασσα, μιαν θάλασσα που προβάλλει σαν η «υπέρτατη φυγή», η λύση της τραγωδίας, πέρα από εποχές και πέρα από χρονικά σημεία της ιστορίας.
* Το άρθρο απηχεί τις απόψεις του συντάκτη του.
The article expresses the views of the author
iPorta.gr