Ο Κωνσταντίνος Μεϊντάνης είναι Απόφοιτος Κλασσικής Φιλολογίας του ΕΚΠΑ, καθώς και του King’s College και Birkbeck Collegeτου Πανεπιστημίου τού Λονδίνου.
ΔΙΑΒΑΣΤΕ ΚΑΙ ΤΟ ΠΡΩΤΟ ΜΕΡΟΣ:
(Συνέχεια…)
Η πραγματική απειλή, ωστόσο, έγκειται αλλού, όσο κι αν (μας κάνουν να) εθελοτυφλούμε. Η πανταχόθεν και παντοιοτρόπως ακκιζόμενη και ενισχυόμενη «ανοησία της αγέλης», της μη σκεπτόμενης πλειοψηφίας, είναι πνευματικά νοσογόνος σε μέγιστο βαθμό. Προσβάλλει και, τελικά, αποδομεί το ανοσοποιητικό σύστημα της ελεύθερης σκέψης, της δυνατότητας του ανθρώπου να στοχάζεται κριτικά, να διακρίνει το αληθές από το αληθοφανές ή και εσκεμμένα ψεύτικο, κατ’ ουσίαν να αντιλαμβάνεται την πραγματικότητα σε όλες τις διαστάσεις και προεκτάσεις της, πέρα από στρεβλωτικές διόπτρες και μεγεθυντικά κάτοπτρα.
Συνάμα όμως, η «ανοησία της αγέλης» είναι και αυτοάνοση. Ριζώνοντας στο θυμικό, το απορρυθμίζει και το υποτάσσει. Ο φόβος, σαν μεταλλαγμένος σπόρος της σύγχρονης, με επιστημονικές μεθόδους, επιβολής εντυπώσεων όσο κι αν αυτές αφίσταται της αλήθειας (και όσο περισσότερο, τόσο εμφατικότερα και εκκωφαντικότερα προβάλλονται), βρίσκει το πιο εύφορο -και ευεπίφορο σε αλλοιώσεις- έδαφος για να βλαστήσει και να καρπίσει τα δηλητηριώδη μονοκοτυλήδονα μιας αίσθησης συνεχούς ανασφάλειας.
Αξίζει να αναρωτηθούμε: με όλα όσα μάς επιβλήθηκαν ως μέτρα περιορισμών, απαγορεύσεων, και δεσμεύσεων, πόσα «μέτρα» σε ύψος και εύρος από την ελευθερία μας ως ανθρώπων και ως μελών ενός ευρύτερου συνόλου αναγκαστήκαμε και δεχτήκαμε να εκποιήσουμε; Και πολύ περισσότερο, όπως αυτό έγινε μέσα στην υβριστική αμετρία του κατακλυσμού μας από αμετροεπείς απειλές, από ερεθίσματα και εικόνες που διαρκώς ενίσχυαν τον φόβο και παρέλυαν την ψύχραιμη κριτική σκέψη και την «επίσκεψιν γνώσεως» των γεγονότων; Εκατομμύρια διοχετεύθηκαν, με αδιαφανή όπως επισημαίνεται τρόπο, σ’ αυτήν την αδιάκοπη «εκστρατεία ενημέρωσης». Πότε άλλοτε, στις σημερινές συγκυρίες, μάς επιδαψίλευσαν τέτοια ενημέρωση για όσα μάς συνέβαιναν σε κοινωνικό επίπεδο, και ευρύτερα σε επίπεδο χώρας, και μάλιστα με πασιφανή πλέον την ηθική, οικονομική, και πολιτική χρεωκοπία που έχουν συθέμελα κλονίσει το κοινωνικό μας εποικοδόμημα;
Ένας άνθρωπος, στον οποίο ως δάσκαλό μου οφείλω πολλά όσον αφορά την ενασχόλησή μου με τη Μουσική ως τέχνη και τη Φιλοσοφία ως τρόπο σκέψης, μου είχε κάποτε πει, σε μια συζήτησή μας για τους κινδύνους που απορρέουν από τη μονοδιάστατη προσήλωση στη λογική ως μέσο σύλληψης και αντίληψης της πραγματικότητας, αλλά και τους κινδύνους που ανακύπτουν από τη συνειδητή ή ανεπίγνωστη βεβήλωση της λογικής ως εγγενούς πνευματικής λειτουργίας και ικανότητας του σκεπτόμενου ανθρώπου, πως η ανοησία πρέπει να είναι κάποιο είδος υγρού. Και στην ερώτησή μου τι εννοεί, μου απάντησε πως αν κοιτάξουμε γύρω μας, όλοι μας εκόντες-άκοντες «είναι σα να κολυμπάμε σε έναν ωκεανό ανοησίας». Τότε, είχα θεωρήσει τη διατύπωση αυτή ένα επιτυχημένο στην περιγραφικότητά του ευφυολόγημα, με το οποίο δεν μπορούσα παρά να συμφωνήσω. Συχνά, το χιούμορ είναι η υγιέστερη και εκφραστικότερη αντίδραση απέναντι στη σοβαρότητα ή και την τραγικότητα των καταστάσεων του ανθρώπου, όταν μάλιστα ο ίδιος διαδραματίζει τον διττό ρόλο και του θύτη και του θύματος, λυμεώνας της ζωής του και άθυρμα της καταστροφής της συνάμα.
Ωστόσο, από ένα σημείο και πέρα, καθώς τα χρόνια περνούσαν, με όλα όσα έβλεπα, άκουγα, ζούσα και, εξ αφορμής αυτών, σκεφτόμουν, άρχισα να νοηματοδοτώ αυτήν την διαπίστωση με έναν άλλο, μεταφορικό μεν, ρεαλιστικά επιβεβαιούμενο δε, τρόπο. Όλοι όντως μοιάζουμε να κολυμπάμε σε έναν ωκεανό ανοησίας, τα κύματα του οποίου παίρνουν να θεριεύουν μέσα στη φλόγωση των ανέμων που πνέουν στους καιρούς μας – και στον κακό μας τον καιρό ως ανθρωπότητας. Κολυμπάμε, άλλοι παρασυρόμενοι από το ρεύμα και άλλοι ενάντια στο ρεύμα.
Σ’ αυτό έγκειται και το τι κάνει ο καθένας από μας. Άλλοι, ίσως οι περισσότεροι, κολυμπώντας, όλο και «πίνουν νερό» είτε από απροσεξία είτε από συνήθεια, μέχρι που κάποια στιγμή αφήνονται να βυθιστούν κάτω από την επιφάνεια. Αφήνονται σε μια λυσιμελώς ηδονική ψυχοπνευματική αυτοχειρία. Και άλλοι πάλι, αγωνίζονται -και αγωνιούν- πώς να κρατήσουν το κεφάλι τους πάνω από την επιφάνεια και να συνεχίζουν ν’ αναπνέουν ελεύθερα. Όσο πιο δυνατοί γίνονται οι άνεμοι που ξεσηκώνουν και μανιάζουν τα κύματα, τόσο πιο σκληρή γίνεται η δοκιμασία και η προσπάθεια αντοχής.
Όλοι γνωρίζουμε, είτε το ομολογούμε είτε όχι, πόσο δύσκολο είναι να κατακτηθεί, αλλά και να διατηρηθεί, η ελευθερία. Τόσο σε προσωπικό όσο και σε συλλογικό επίπεδο. Η ίδια η Ιστορία το επιβεβαιώνει ως υπέρτατη διδαχή της – και για όλους τους λαούς. Και γνωρίζουμε επίσης πόσο δύσκολο, ίσως πολύ δυσκολότερο, αποδεικνύεται το να ηττηθεί ο φόβος, ιδίως αν επιβληθεί και πλέον παγιωθεί ως συναίσθημα που είτε υπηρετεί μια κατάσταση είτε οδηγεί σε αυτήν. Η αναζήτηση της ελευθερίας, αυτό το ύπατο υπαρξιακό διακύβευμα της ανθρώπινης φύσης, είναι πάντοτε έκφραση και στόχευση τόσο της σκέψης όσο και της ψυχής. Ο φόβος είναι αγκύλωση του θυμικού πανίσχυρη, γιατί ανακύπτει από ερεθισμό ή κλονισμό της ανορθόλογης φύσης του ενστίκτου.
Γι’ αυτό, μέσα σε ελάχιστο χρονικό διάστημα, μάθαμε «για λόγους ασφάλειας» να κρατάμε αποστάσεις από τον άνθρωπο, και να κρατάμε σε απόσταση τον άνθρωπο, όχι μόνον εξωτερικά όπως φαίνεται, αλλά και εσωτερικά. Ο «άλλος» υπάρχει τώρα ως πηγή φόβου κυρίως, ως αδιάκοπη υπενθύμιση κινδύνου. Σα να μην μας έφτανε η μέχρι σήμερα αποξένωσή μας που έχει γίνει τρόπος ζωής, αλλά τρόπος φυγής από τη ζωή στην «ασφάλεια» του αυτοαναφορικού εγώ μας…
Τώρα, βρισκόμαστε σε ένα, μάλλον παροδικό χρονικά, σημείο έμφοβης ανακούφισης. Γύρω μας όμως έχει πλέον απλωθεί μια επίμονη στην αχλή της ομίχλη που φωτίζεται από έναν ψυχρό ήλιο. Αν η ομίχλη αρχίσει κάπως να υποχωρεί, μέσα στο ψυχρό αυτό φως θα δούμε γύρω μας να μορφάζει απειλητική η υπαρξιακή έρημος. Αντέχουμε να το δούμε;
Το φαινόμενο έχει προσλάβει πια διαστάσεις πλανητικές. Δίχως τον άνθρωπο, κοντά μας αλλά και μέσα μας -και αυτό είναι η υπέρτατη μορφή ελευθερίας-, τι μένει τελικά; Η ορφάνια των τρομοκρατημένων ψυχών μας, έγκλειστων σε μια φυλασσόμενη με ολοκληρωτικές μεθόδους μετρημένη ασφάλεια. Μέσα στη βασανιστική επισφάλεια ενός απροσμέτρητου κενού. Ο θάνατος μπορεί να έχει πολλά πρόσωπα, όπως ήδη φαίνεται «πίσω από τις μάσκες» – όσο κι αν μάθαμε να τις φοράμε για να τον ξορκίσουμε.
Όμως…
Εξακολουθεί να υπάρχει, και μάλλον άκρως οχληρό για τους θιασώτες και τους θιασάρχες της ενορχηστρωμένης εκχέρσωσης της Ετερότητας-Ιδιαιτερότητας με σκοπό την ομογενοποίηση-πολτοποίηση πάντων, αυτό το παράδοξα επίμονο παράδειγμα των Ελλήνων. Οι Έλληνες, στην τρισχιλιόχρονη και πλέον πορεία τους -που τόσο την αμφισβητούν τα αφειδώς πληρωμένα ανεδαφικά θέσφατα της σύγχρονης, εργαλειακά δομημένης, ιστοριογραφικής δοκησισοφίας- από τον Μαραθώνα και τις Θερμοπύλες, ως την Πύλη του Αγίου Ρωμανού και, όταν ήρθε η ώρα, στην Αγία Λαύρα, στάθηκαν πάντοτε ανυπότακτοι εραστές της Ελευθερίας. Της Ελευθερίας, όχι ως Ιδανικού μονάχα, αλλά και ως Τρόπου ύπαρξης και νοηματοδότησης της ζωής. Από τον Όμηρο ίσαμε τους Προσωκρατικούς και τη φιλοσοφία του Πλάτωνα, μέχρι τη διδασκαλία των μεγάλων Πατέρων της Εκκλησίας και το Δημοτικό Τραγούδι (που αποτελεί την εντελέστερη έκφραση της ψυχής του ανώνυμου λαού), η έννοια της Ελευθερίας ως νοήματος της ύπαρξης και ως ελπίδας μιας λυτρωτικής αυθυπέρβασης διατρέχει σαν αρραγής συνεκτικός μίτος την Ελληνική Σκέψη και Μεταφυσική.
Και οι Έλληνες των δύο τελευταίων αιώνων, από την Εθνική Παλιγγενεσία μέχρι το Σήμερα των εθνοβόρων προκλήσεων, των συνεχών πληγμάτων, των ύπουλων υποσχέσεων, και των απειλητικών αδιεξόδων, είναι ο μόνος ίσως λαός μετά την απελευθέρωσή του από τον Οθωμανικό ζυγό, του οποίου ο Εθνικός Ύμνος, όπως έχει επισημανθεί, δεν είναι ύμνος στο όνομα της χώρας ή του έθνους, αλλά ύμνος στην Ελευθερία. «Ελευθερία ή θάνατος» έχει γραφτεί με αιμάτινα γράμματα στις λωρίδες της Γαλανόλευκης. Και ο σταυρός της θυμίζει πως πάνω στον Σταυρό, με τη Θυσία, πραγματώθηκε η Ελευθερία από τον Θάνατο.
Όσο και αν ως άνθρωποι, τρεπτοί στη φύση μας, είναι αναπότρεπτο να φοβόμαστε, πολύ περισσότερο μάλιστα μέσα στη σκοτεινιά και την αγριάδα, τις απειλές και τους πρωτόφαντους κινδύνους των απάνθρωπα τεχνολογικών Καιρών μας, καμιά μεθόδευση και καμιάς μορφής «μάσκα» δεν μπορεί να κρύψει την Αλήθεια. Ο άνθρωπος είναι Άνθρωπος επειδή είναι, και πάντα θα αγωνίζεται να μείνει, ελεύθερος. Μπορεί να υποταχθεί το σώμα, όχι όμως η ψυχή. «Σώμα δούλον, νους ελεύθερος» (Σοφοκλής).
Πολλές φορές στην ανθρώπινη ιστορία, το σκοτάδι της κτηνώδους πέρα από κάθε όριο απανθρωπίας διαφόρων μορφών ολοκληρωτισμού απλώθηκε πάνω, αλλά και μέσα, στους ανθρώπους. Και κάθε φορά, όταν ήρθε η ώρα, ηττήθηκε από το φως. Όσο κι αν έχουμε βιάσει τη φύση και παραβιάσει σε βαθμό αυτοκτονικού για μας παραλογισμού την αρμονία της, η ίδια η φυσική τάξη διαρκώς επιβεβαιώνει την ήττα του σκοταδιού από το φως. Και φως άρρητο, άδηλο στη μορφή του, αλλά ανέσπερο υπάρχει στην ψυχή του ελεύθερου ανθρώπου.
Η πραγματική πανδημία είναι η Πανδημία του λερναίου Κακού που μαστίζει ανελέητα τον Κόσμο στον οποίο ζούμε. Σήμερα, βρισκόμαστε αντιμέτωποι με μια ακόμα απειλή που φαίνεται πως ανέκυψε τυχαία, όποια κι αν στάθηκε τυχόν η αιτία της. Η επίσημη αντιμετώπισή της αφήνει πολλά περιθώρια αμφισβήτησης των μεθόδων που ακολουθήθηκαν και εφαρμόστηκαν. Όπως και για το τι θα γίνει, και πρέπει να γίνει, με την ίδια αφορμή στο εγγύς μέλλον. Ο φόβος κυριαρχεί. Δεν μπορούμε να τον αποφύγουμε. Μπορούμε, όμως, με επίγνωση των δυνάμεων και των αδυναμιών μας να μην αφήσουμε την ανθρωπιά μας και την ελευθερία μας να χαθούν μέσα του.
Ενάντια στην απανθρωπία της Εποχής μας μπορούμε να υποτάξουμε τον φόβο. Με το να προτάξουμε τον Άνθρωπο.
7 – 9 Ιουνίου ’20
Το άρθρο απηχεί τις απόψεις του συντάκτη του.
The article expresses the views of the author
iPorta.gr