Βιβλίο Πόρτα στην Ιστορία Πρόσωπα - Αφιερώματα

Για το βιβλίο της Τίτσας Πιπίνου “Το κορίτσι του Αλεσάντρο”: η Ιστορία και το μυθιστόρημα, του Νίκου Νικολάου

Spread the love

Ο κος Νίκος Νικολάου είναι διπλωματούχος ηλεκτρολόγος-μηχανολόγος του Πολυτεχνείου του Τορίνο Ιταλίας και πτυχιούχος Δημοσίου Δικαίου και Πολιτικών Επιστημών της Νομικής Σχολής του Πανεπιστημίου Αθηνών.

  

Ακολουθεί η ομιλία του κου Νίκου Νικολάου, όπως αυτή ακούστηκε  στις 28.09.2019  σε μια τιμητική βραδιά για το νέο βιβλίο της  Τίτσας Πιπίνου “Το κορίτσι του Αλεσάντρο” στη Νέα πτέρυγα του Νεστορίδειου Μελάθρου στη Ρόδο. 

Κυρίες και κύριοι,

Έχω τη χαρά και την τιμή να είμαι ένας από τους ομιλητές της αποψινής εκδήλωσης, με θέμα την παρουσίαση του βιβλίου της αγαπητής μας φίλης και εκλεκτής συγγραφέως, κ. Τίτσας Πιπίνου, την οποία και ευχαριστώ θερμά.

Η Τίτσα, συμπληρώνει 25 χρόνια, από το 1994, όταν πρωτοεμφανίστηκε  στο λογοτεχνικό προσκήνιο, με το μυθιστόρημα «Γυναίκα της σκιάς». Συνολικά, έχει γράψει 7 μυθιστορήματα, ένα λογοτεχνικό βιβλίο για παιδιά, κι ένα δοκίμιο.

Σήμερα, εμφανίζεται με το ιστορικό μυθιστόρημα, «Το κορίτσι του Αλεσάντρο», από τις εκδόσεις Κλειδάριθμος. Το ιστορικό μυθιστόρημα, είναι κι αυτό λογοτεχνικό είδος, στο οποίο δημιουργείται μια δομή μυθοπλασίας, μέσα σε μια οριοθετημένη ιστορική εποχή, την οποία σκιαγραφεί ο δημιουργός του, μετά από διεξοδική μελέτη των γεγονότων, των τόπων και των χαρακτήρων. Και εν προκειμένω, η ιστορική εποχή στο πλαίσιο της οποίας εξελίσσονται τα γεγονότα από τους πρωταγωνιστές της μυθοπλασίας, είναι η περίοδος της Ιταλοκρατίας στα Δωδεκάνησα, που έχει αφετηρία το 1912 και τέλος, το 1943.

Η Τίτσα, με επιτυχία, μεταφέρει με λεπτομέρειες και πιστότητα, το πνεύμα, τις συμπεριφορές φανταστικών και ιστορικών χαρακτήρων, αλλά και τις κοινωνικές συνθήκες της ιστορικής περιόδου που η ίδια επέλεξε. Στο ιστορικό μυθιστόρημα, δύσκολο κι επίπονο είδος, απαιτείται ο συνδυασμός φαντασίας και ιστορικής πραγματικότητας, και η δημιουργός του καλείται να συμφιλιώσει δύο αντιμαχόμενες έννοιες, τον μύθο και την ιστορία.

Η συγγραφέας, πλάθει φανταστικούς χαρακτήρες και γεγονότα και τα χειρίζεται με τέτοιο τρόπο ως να έχουν γίνει στο παρελθόν, έχοντας  κατανοήσει τις κοινωνικές συνθήκες και το κοινωνικό πλαίσιο της εποχής στην οποία αναφέρεται, πριν συνθέσει και γράψει το ιστορικό αυτό μυθιστόρημα. Και ξεκινώ άμεσα να μιλήσω για το ιστορικό αυτό πλαίσιο.

Οι Ιταλοί στη Ρόδο

Ξημερώματα της 18ης Απριλίου 1912. Ένα ασυνήθιστο γεγονός αναστατώνει τη ζωή των κατοίκων της Ρόδου. Πολεμικά πλοία, περιπολούν στα παράλιά της. Θυμίζουμε ότι τα Δωδεκάνησα τελούσαν, από το τέλος του 1522, υπό οθωμανική Κατοχή. Απρόσμενοι «επισκέπτες», οι Ιταλοί. Ποιος όμως ο λόγος αυτής της νηοπομπής; Ιδού η απάντηση:

Το Σεπτέμβρη του 1911 η Ιταλία, επιδιώκοντας να δημιουργήσει δική της αποικιακή αυτοκρατορία, είχε κηρύξει τον πόλεμο στην Τουρκία, με στόχο την κατάκτηση των τουρκικών κτήσεων, της Τριπολίτιδας και της Κυρηναϊκής (η σημερινή Λιβύη). Τα τουρκικά στρατεύματα κι ο αραβικός πληθυσμός αντέταξαν  σθεναρή αντίσταση, και η Ιταλία, για αντιπερισπασμό, αλλά και για το γόητρό της, σκέφτηκε να πλήξει την καρδιά του εχθρού, στην Ανατολή. Κι αφού απέτυχε στα Δαρδανέλια, επέλεξε ως στόχο τα Δωδεκάνησα, τα οποία μπορούσε να τα χρησιμοποιήσει, ως βάση ναυτική, στρατιωτική και ανεφοδιασμού, που θα επέτρεπε στους Ιταλούς να ελέγχουν τις κινήσεις και τις μεταφορές του τουρκικού στρατού, στο μέτωπο της Αφρικής.

 

Με το ξημέρωμα της 4ης  Μαΐου, 1912, ιταλικά πολεμικά και μεταγωγικά πλοία αποκλείουν την πόλη της Ρόδου και προχωρούν προς το εσωτερικό της. Ο τουρκικός στρατός, ύστερα από διήμερη μάχη στην Ψίνθο, έδρα του τουρκικού συντάγματος, παραδίδεται. Οι Ιταλοί, εισέρχονται θριαμβευτικά στην πόλη και υψώνουν τη σημαία τους στα κυβερνητικά κτήρια. Στις 16 Μαΐου, ολόκληρο το νησί της Ρόδου βρίσκεται υπό ιταλική στρατιωτική κατοχή και μέχρι τις 20 του Μάη και τα υπόλοιπα νησιά. (πλην του Καστελλορίζου, που, από το 1915, βρισκόταν υπό γαλλική κατοχή). Η ιστορία είχε γυρίσει σελίδα.

Με διάγγελμά του, ο Ιταλός στρατηγός Ameglio, δηλώνει ότι η Ιταλία κατέλαβε τα Δωδεκάνησα για τις ανάγκες του πολέμου με την Τουρκία και υποσχέθηκε για τα νησιά μας, καθεστώς αυτονομίας και αυτοδιάθεσης. Οι νησιώτες, που έβλεπαν τους Ιταλούς ως ελευθερωτές, πίστεψαν ότι, ως έθνος ευρωπαϊκό, χριστιανικό και πολιτισμένο, είχε την πρόθεση, να τους απαλλάξει από τους Τούρκους και να τους οδηγήσει στην ένωση με την Ελλάδα. Μάταια, όμως. Οι πραγματικοί στόχοι των Ιταλών, γρήγορα αποκαλύφθηκαν, διαψεύδοντας κάθε ελπίδα για τις αγαθές τους προθέσεις.

Αρχές Ιουνίου του 1912, οι πληρεξούσιοι των Δωδεκανήσων, οργάνωσαν στην Πάτμο, Συνέδριο, που αποφάσισε να κηρύξει τα νησιά αυτόνομα, με την επωνυμία, «Πολιτεία του Αιγαίου», πιστεύοντας ότι προλειαίνουν το έδαφος για την ένωση με την Ελλάδα. Επέδωσαν, μάλιστα το Ψήφισμα του Συνεδρίου στον στρατιωτικό διοικητή ο οποίος, όχι μόνο δεν το αποδέχθηκε, αλλά και δεν το μεταβίβασε στην ιταλική κυβέρνηση, απεναντίας, προέβη σε συλλήψεις και διώξεις των αντιπροσώπων των νησιών.

Όμως, το ψήφισμα του Συνεδρίου και οι διαμαρτυρίες για τη μη τήρηση των υπεσχημένων, έφτασαν στις ευρωπαϊκές κυβερνήσεις, πήραν δημοσιότητα και αφύπνισαν συνειδήσεις. Το «Δωδεκανησιακό Ζήτημα» είχε ήδη διεθνοποιηθεί.

     Τον Οκτώβρη του 1912 ξεσπά ο Α΄ Βαλκανικός πόλεμος.  Πανικόβλητη η Τουρκία, από την επίθεση των συνασπισμένων βαλκανικών κρατών, σπεύδει να συνθηκολογήσει με την Ιταλία για τον πόλεμο στη Λιβύη, υπογράφοντας τον Οκτώβριο του 1912, την ιταλοτουρκική συνθήκη στο Ouchy της Λωζάννης, σύμφωνα με την οποία, η Τουρκία αναγνωρίζει την ιταλική κυριαρχία στη Λιβύη, και η Ιταλία, ως αντάλλαγμα, θα επέστρεφε τα Δωδεκάνησα στην Τουρκία.

Οι Δωδεκανήσιοι, διαμαρτύρονται έντονα για την ανέντιμη στάση της Ρώμης.  Ανήμερα, των Θεοφανίων του 1913, προγραμματίζεται πάνδημο συλλαλητήριο στη Ρόδο. Οι Ιταλοί απαγορεύουν την τελετή κατάδυσης του Σταυρού στο Μαντράκι, παύουν τον Έλληνα δήμαρχο Ρόδου, Σάββα Παυλίδη και προβαίνουν σε αθρόες συλλήψεις και φυλακίσεις πολιτών.

Με διάφορα προσχήματα, η Ιταλία, δηλώνει ότι θα «κρατήσει» τα Δωδεκάνησα, ως ενέχυρο, μέχρι να ειρηνεύσει πλήρως η Λιβύη. Και την ώρα που ο ελληνικός στρατός και ο στόλος, μετά τους νικηφόρους βαλκανικούς πολέμους, ελευθέρωναν το ένα μετά το άλλο τα νησιά του ανατολικού Αιγαίου, για μια τραγική συγκυρία, και για λίγους μήνες ιταλικής κατοχής, τα Δωδεκάνησα έχαναν τη μεγάλη ευκαιρία να απελευθερωθούν!

Ο Α’ παγκόσμιος πόλεμος, το 1914, βρίσκει την Ελλάδα στο στρατόπεδο της Αντάντ, και την Τουρκία στο αντίπαλο στρατόπεδο. Όμως, οι Έλληνες, αγνοούσαν την υπογραφή της μυστικής συνθήκης του Λονδίνου το 1915, με την οποία η Αγγλία, η Γαλλία και η Ρωσία, υπόσχονταν τα Δωδεκάνησα στην Ιταλία, ως ένα από τα ανταλλάγματα για την έξοδό της στον πόλεμο, στο πλευρό τους. Το τέλος του πολέμου σφραγίζεται με την υπογραφή της συνθήκης των Βερσαλλιών, τον Ιούνιο του 1919. Η Ελλάδα βρίσκεται με τους νικητές.

Στο Συνέδριο των νικητών στο Παρίσι, το Δωδεκανησιακό Ζήτημα είναι, πλέον, στο προσκήνιο. Ο Ελ. Βενιζέλος, υποβάλλει υπόμνημα με τις ελληνικές θέσεις και διεκδικήσεις, ζητώντας την απόδοση των Δωδεκανήσων στην Ελλάδα, στηριζόμενος στην εθνολογική βάση, λόγω της παρουσίας πυκνών ελληνικών πληθυσμών στις διεκδικούμενες περιοχές.

Η Ιταλία ισχυρίζεται και προπαγανδίζει ότι οι Δωδεκανήσιοι είναι αδιάφοροι για την αλλαγή του πολιτικού τους καθεστώτος. Ήταν μια κατάφωρη και ιταμή πρόκληση, στην οποία οι Δωδεκανήσιοι απάντησαν δυναμικά, με κινητοποιήσεις και συλλαλητήρια, στην πόλη και στα χωριά που οδήγησαν, στο «Αιματηρόν Πάσχα» του 1919.

Τα συλλαλητήρια και οι διαμαρτυρίες των Δωδεκανησίων, πρόσφεραν ισχυρά ερείσματα στον Έλληνα πρωθυπουργό, ο οποίος πέτυχε την υπογραφή της Συνθήκης Τιττόνι-Βενιζέλου, που ικανοποιούσε, σε μεγάλο βαθμό, τα δωδεκανησιακά αιτήματα.

Όμως, η Ιταλία, πάλι υπαναχωρεί, και αθετεί την υπογραφή της. Καταγγέλλει την συμφωνία, με το πρόσχημα ότι δεν είχαν ικανοποιηθεί πλήρως τα ιταλικά συμφέροντα. Ο Ελ. Βενιζέλος, αντιδρά έντονα και απειλεί να μην υπογράψει τη συνθήκη ειρήνης. Με τη διπλωματική του δεινότητα και πολιτική επιρροή, προσεταιρίζεται τις μεγάλες Δυνάμεις, που αναγκάζουν την Ιταλία να προσέλθει σε νέες διαπραγματεύσεις.

Στις 10 Αυγούστου 1920, υπογράφεται η ακόμα πιο ευνοϊκή για τα νησιά μας, συνθήκη των Σεβρών, σύμφωνα με την οποία η Τουρκία παραιτείται, υπέρ της Ιταλίας, από τα κυριαρχικά της δικαιώματα στα Δωδεκάνησα και η Ιταλία, με τη σειρά της, παραιτείται, των δικαιωμάτων αυτών, υπέρ της Ελλάδος. Η Ρόδος, θα είχε αυτονομία και δικαίωμα αυτοδιάθεσης. Η μεγάλη ώρα φαίνεται να έχει πια σημάνει και για τα Δωδεκάνησα.

Όμως, οι μοιραίες εκλογές της 1ης Νοεμβρίου 1920, μέσα στο φορτισμένο κλίμα του εθνικού διχασμού, στερούν την Ελλάδα από τον ηγέτη της, τον Ελ. Βενιζέλο. Οι σύμμαχοι, εγκαταλείπουν στρατιωτικά, διπλωματικά και οικονομικά την Ελλάδα, που μένει αβοήθητη και μόνη, βορά των Τούρκων εθνικιστών του Κεμάλ.

Ακολουθεί η Μικρασιατική Καταστροφή, μεγάλη εθνική συμφορά, που προκάλεσε τον ξεριζωμό του μικρασιατικού ελληνισμού από τις πανάρχαιες κοιτίδες του. Η Μικρασιατική Καταστροφή ήταν μοιραία και για τα νησιά μας. Στις 8 Σεπτεμβρίου 1922, λίγες μέρες μετά τη μεγάλη σφαγή της Σμύρνης, η Ιταλία κηρύσσει έκπτωτες τις συμφωνίες με την Ελλάδα για τα Δωδεκάνησα. Στις 28 Οκτωβρίου 1922, το φασιστικό καθεστώς του Μουσολίνι επικρατεί στην Ιταλία.

Η Ελλάδα, αιμόφυρτη κι εξουθενωμένη σύρεται να υπογράψει στις 24 Ιουλίου 1923, τη συνθήκη της Λωζάννης, με διπλωματικό εκπρόσωπο τον Ελ. Βενιζέλο που δέχεται τις τραγικές εκείνες ώρες να ηγηθεί της ελληνικής αποστολής, προκειμένου να συναφθεί «έντιμος ειρήνη». Η Ιταλία, με τόσες διπλωματικές παλινδρομήσεις και αθετήσεις της υπογραφής της, αποκτά διεθμές νομικό έρεισμα για την προσάρτηση της Δωδεκανήσου.

Τα Δωδεκάνησα προσαρτήθηκαν στο Βασίλειο της Ιταλίας ως κτήση του Κοινοβουλίου και όχι ως αποικία, λόγω ανώτερου πολιτισμού, με κυβερνήτη τον Mario Lago, διακεκριμένο πολιτικό και γερουσιαστή. Οι Δωδεκανήσιοι αποκτούν, de facto, ιταλική υπηκοότητα, που δεν είναι όμοια με εκείνη των Ιταλών, αφού δεν στρατεύονται ούτε εκλέγουν αντιπροσώπους τους στο Ιταλικό Κοινοβούλιο.

Η ιταλική πολιτική στα Δωδεκάνησα επί διοίκησης Μάριο Λάγκο

Η Ιταλία, με πλήρη κυριαρχία στα νησιά, θέτει σε εφαρμογή ένα μεγαλόπνοο πρόγραμμα, με στόχο την εθνολογική αλλοίωση των κατοίκων και τον αφελληνισμό της Δωδεκανήσου.

Γνωρίζει ότι με την ωμή βία, σε πληθυσμούς με ακμαία την εθνική συνείδηση, δεν μπορεί να πετύχει τα επιδιωκόμενα αποτελέσματα, γι’ αυτό και στοχεύει στο Να υποσκάψει την Εκκλησία, για να αμβλύνει το εθνικοθρησκευτικό συναίσθημα. Να διαβρώσει (και αργότερα να καταργήσει) την Παιδεία, για να «αναπλάσει» τις παιδικές ψυχές. Να ανατρέψει τους Θεσμούς, για να εκμηδενιστεί το πολιτικό φρόνημα των κατοίκων που θα εξαρτώνται πλέον από την ιταλική διοίκηση. Να πλήξει την Οικονομία, για να προκαλέσει την εξαθλίωση, και την ευκολότερη υποταγή του πληθυσμού. Να επηρεάσει τους κατοίκους με Έργα εντυπωσιασμού και συστηματικής Προπαγάνδας, και Να επιβάλει Περιοριστικά Μέτρα.

Με το περιβόητο διάταγμα του 1926, οι Ιταλοί επιχειρούν να υποτάξουν την εκπαίδευση. H διδασκαλία της ιταλικής γλώσσας, έγινε μάθημα πρωτεύον και υποχρεωτικό σε όλα τα ελληνικά σχολεία. Με το διορισμό Ιταλού επόπτη, η εποπτεία των σχολείων αφαιρέθηκε από τη δικαιοδοσία των Μητροπόλεων ή των Δημογεροντιών.

Από το 1932 αυξάνονται, σε βάρος της ελληνικής γλώσσας, οι ώρες διδασκαλίας της Ιταλικής γλώσσας ενώ διδάσκεται η ιταλική ιστορία, αντί της ελληνικής.

Η εποχή του De Vecchi

Τον Οκτώβρη του 1936, επισκέπτεται τη Ρόδο ο κόμης Cesare Maria de Vecchi, πρώην υπουργός παιδείας και μέλος της φασιστικής Τετρανδρίας. Εκφράζει την αγανάκτησή του στον Mussolini διότι, μετά από 25 χρόνια ιταλικής κατοχής, η ελληνική γλώσσα ομιλείται, ακόμη, στα Δωδεκάνησα και προτείνει την εφαρμογή σκληρής πολιτικής για τα κατεχόμενα νησιά. Το Νοέμβρη του 1936, παύεται ο Mario Lago, ως αποτυχημένος και διορίζεται ο de Vecchi, Ανώτατος Πολιτικός και Στρατιωτικός Διοικητής των «Ιταλικών νησιών του Αιγαίου».

Η εποχή του, υπήρξε η πιο τραγική της Ιταλοκρατίας. Πανίσχυρος και ανεξέλεγκτος στη φασιστική ιεραρχία, θέλει να επιτύχει, εκεί όπου απέτυχε ο Μάριο Λάγκο, με την ομαλή και ειρηνική οδό και προσπαθεί να αλλοιώσει το φρόνημα των κατοίκων, με τη νομιμοφανή βία. Απαγορεύει τη χρήση της ελληνικής γλώσσας παντού. Λογοκρίνει και, στη συνέχεια, κλείνει τις εφημερίδες «Νέα Ρόδος» και «Ροδιακή».

Η απαγόρευση της ελληνικής γλώσσας και της ελληνικής παιδείας, γίνεται η αιτία αρκετοί από τους εκπαιδευτικούς της περιόδου αυτής, μερικοί και πρωταγωνιστές της μυθοπλασίας, όπως ο Θεμιστοκλής κι ο Ανδρέας, να εκπατριστούν από τα νησιά τους.

Τα χρόνια του πολέμου

Από τον πόλεμο της Ιταλίας κατά της Αιθιοπίας (1935-1936) κι έπειτα, τα ιταλοκρατούμενα Δωδεκάνησα έχουν μεταβληθεί σ’ ένα μεγάλο στρατόπεδο, με τη λήψη έκτακτων μέτρων, σημάδια επικείμενου πολέμου. Με την είσοδο της Ιταλίας στον Β’ παγκόσμιο πόλεμο, (10 Ιουνίου 1940), ο Mussolini καλεί τον ιταλικό λαό στα όπλα, πιστεύοντας ότι ήλθε η ώρα της Ειμαρμένης, να γίνει η χώρα του κοσμοκράτειρα, διάδοχος της Ρωμαϊκής Αυτοκρατορίας. Ο De Vecchi, εξαπολύει άγρια τρομοκρατία στα Δωδεκάνησα.

Η κήρυξη του ελληνοϊταλικού πολέμου, στις 28 Οκτωβρίου 1940 και το περήφανο «ΟΧΙ» του ελληνικού λαού στους Ιταλούς κατακτητές, αναθερμαίνει τις ελπίδες των Δωδεκανησίων, ενώ οι Ιταλοί, στα Δωδεκάνησα, εντείνουν τα μέτρα καταπίεσης. Κλείνουν σε στρατόπεδο της τάφρου, υπό φρικτές συνθήκες διαβίωσης, τους Έλληνες υπηκόους, από 17 μέχρι 60 ετών, το γνωστό Concentramento.

Γερμανική κατοχή

Ο ενθουσιασμός, η εθνική έξαρση και η ελπίδα, που δοκιμάζουν οι Δωδεκανήσιοι, με  τις ελληνικές νίκες στην Αλβανία κατά των Ιταλών, δίνουν τη θέση τους στην πίκρα και την απογοήτευση, καθώς η Ελλάδα, στις 27 Απριλίου 1941, καταρρέει κάτω από τα χτυπήματα των υπέρτερων γερμανικών στρατευμάτων, που εγκαθιστούν φρουρές, στα μεγάλα νησιά της Δωδεκανήσου.

Το φάσμα της πείνας πλανιέται επάνω από τα νησιά. Ελληνικά και συμμαχικά υποβρύχια περιπολούν, για να μην περάσει κανένα πλεούμενο. Κατά δεκάδες οι πατριώτες εγκαταλείπουν, κρυφά, τα νησιά και με κάθε μέσο περνούν στη Μικρά Ασία κι από εκεί στη Μέση Ανατολή για να καταταγούν στις ελληνικές ένοπλες δυνάμεις.

Η ήττα των δυνάμεων του Άξονα αλλάζει τη ροή του πολέμου και δείχνει ότι πλησιάζει η ώρα της ελευθερίας. Η  πτώση του Mussolini, και η συνθηκολόγηση του νέου πρωθυπουργού, Badoglio, στις 8 Σεπτεμβρίου 1943, γνωστή και ως Armistizio, σηματοδοτεί δραματικές εξελίξεις στα Δωδεκάνησα.

Οι Ιταλοί, αν και αριθμητικά υπέρτεροι, μέσα στη σύγχυση από την αντιφατικότητα των εντολών των πολιτικών και στρατιωτικών αρχηγείων, παραδίδονται στους Γερμανούς. Πολλοί θα εγκλειστούν σε στρατόπεδα της Ρόδου, για να οδηγηθούν στα στρατόπεδα εργασίας στη Γερμανία. Άλλοι επιχειρούν την απόδραση με αυτοσχέδιες κατασκευές, μερικοί αντιστέκονται και αρκετοί συνεργάζονται με τους Γερμανούς.

Τότε, έδειξαν οι Δωδεκανήσιοι τη μεγαλοψυχία τους. Οι χθεσινοί εχθροί έγιναν προστατευόμενοί τους. Μοιράζονται ακόμα και τα λίγα τρόφιμα. Οι Ιταλοί, δραπετεύουν από τα στρατόπεδα συγκεντρώσεως και καταφεύγουν στα ελληνικά σπίτια. Θυσίες των Ελλήνων, χωρίς να περιμένουν τίποτα. Αυτή είναι η ελληνική ψυχή. Ο πόλεμος, έδωσε στους Ιταλούς την ευκαιρία να γνωρίσουν και να εκτιμήσουν καλύτερα τους Έλληνες.

Η κατοχή της Δωδεκανήσου είναι, τυπικά, ιταλική, αλλά την απόλυτη εξουσία ασκούν οι Γερμανοί. Οι βομβαρδισμοί της Ρόδου από την αγγλική αεροπορία γίνονται συχνότεροι. Άνθρωποι σκοτώνονται και κτήρια γκρεμίζονται.

Κυρίες και κύριοι,

Αυτό είναι το ιστορικό υπόβαθρο, εν συντομία, μέσα στο οποίο εξελίσσονται τα γεγονότα του μυθιστορήματος, που με πολλή τέχνη και ταλέντο η Τίτσα περιγράφει με θαυμάσια λογοτεχνική αφήγηση.

Κέντρο της πλοκής του βιβλίου, είναι η περιστροφή γύρω από τους βασικούς πρωταγωνιστές, τον πολιτικό μηχανικό, Ιταλό Αλεσάντρο Chiorando και την Ελληνίδα Άννα, τρίτο κορίτσι μιας ελληνικής οικογένειας όπου για τα ισχύοντα τότε έθιμα, δεν είχε κανένα προνόμιο, σχεδόν απροστάτευτη, με προορισμό να υπηρετεί το σπίτι και τις αδελφές της.

Η Άννα, τόλμησε να φύγει από το νησί της για να αναζητήσει την τύχη της στην ιταλοκρατούμενη Ρόδο. Εκεί, γνώρισε τον Ιταλό Αλεσάντρο και συνδέθηκε μαζί του με μια αγάπη αγνή, που αργότερα κατέληξε σε σχέση. Και οι δυο τους και κυρίως η Άννα, γίνονται θύματα της σχέσης τους αυτής, αφού η τοπική κοινωνία την αποδοκιμάζει λόγω της ιταλικής κατοχής στα νησιά μας και που γίνεται αφόρητη όταν η Ιταλία θα κηρύξει τον πόλεμο στην πατρίδα μας.

Όμως η σχέση αυτή, δεν απλώς στοιχείο της μυθοπλασίας, αλλά και της πραγματικότητας, αφού υπήρξαν σχέσεις και γάμοι, κυρίως, μεταξύ των Ιταλών ανδρών με νεαρές Ελληνίδες. Για το πολύκροτο αυτό θέμα, ο αοίδιμος Μητροπολίτης Ρόδου, Απόστολος Τρύφωνος, γράφει στα Απομνημονεύματά του:

…»Δυστυχώς συνέβη κάτι το αναπόφευκτον, που  Κράτος και Καθολική Εκκλησία μετ’ ευχαριστήσεως υπέθαλψαν, τα μικτά συνοικέσια. Δεδομένου ότι η Θρησκεία δεν απείχεν τόσον, όσον μεταξύ Χριστιανών και Τούρκων, ότι ο πολιτισμός κατακτητών και κατακτηθέντων δεν ήτο πολύ διάφορος, η επιμιξία δεν συνήντα ανυπέρβλητα κωλύματα.

Αι χρυσαί επωμίδες και οι επέραστοι τρόποι των κατακτητών δεν αφήκαν ασυγκινήτους τας καρδίας των θυγατέρων μας και ούτως εντός ολίγου ήρχισαν  οι μικτοί γάμοι, τους οποίους τόσον ηυνόησαν ή τε Εκκλησία και το Κράτος. ..

»…Ο κίνδυνος ήτο τριπλός: θρησκευτικός, εθνικός και περιουσιακός. Αι τοιαύται οικογένειαι, θα εχάνοντο τόσον διά την Ορθόδοξίαν όσον και δια το Έθνος μας. Και δεδομένου του εθίμου της προικός, με το οποίον η έγγειος περιουσία δίδοται τη θυγατρί, συν τω χρόνω, δια των συνοικεσίων, η έγγειος περιουσία της Ρόδου θα περιήρχετο  εις χείρας των Ιταλών και οι ημέτεροι ή θα εγίνοντο δουλοπάροικοι αυτών ή θα ηναγκάζοντο να εκπατρισθώσιν.

 Άλλος κίνδυνος εθνικός, ήτο ότι θα μετεβάλλετο ο εθνολογικός χαρακτήρ της νήσου. Δεν μοι υπελείπετο ειμή η αποκήρυξις των μικτών γάμων. Το μέτρον επέφερεν το ποθούμενον αποτέλεσμα και αι κόραι έκλεισαν ερμητικώς και τας θύρας και τας καρδίας των προς τους ερωτύλους επωμιδοφόρους».

Κυρίες και κύριοι,

Αμέσως τώρα, εκλεκτοί και ειδικοί ομιλητές θα σας μιλήσουν για το περιεχόμενο του σπουδαίου αυτού ιστορικού μυθιστορήματος, κόσμημα  της δωδεκανησιακής αλλά και της ελληνικής λογοτεχνίας και είμαι βέβαιος ότι θα αισθανθείτε τον παλμό και την πλοκή του, την ομορφιά της γραφής της συγγραφέως και την μαεστρία με την οποία συνταιριάζει την ιστορία με τη μυθοπλασία. Άξια!

Νίκος Νικολάου

Σάββατο 28 Σεπτεμβρίου 2019

 

SHARE
RELATED POSTS
Για τον Λευτέρη (Μυτιληναίο) του ήθους, του Γιώργου Αρκουλή
Κώστας Καββαθάς: ο Πρωτοπόρος [και λίγα λέμε], της Τζίνας Δαβιλά
Το «Εξάγωνο Anholt» και ο Νίκος Κοτζιάς, του Ηλία Καραβόλια

Leave Your Reply

*
This site is protected by reCAPTCHA and the Google Privacy Policy and Terms of Service apply.