Πολύς λόγος γίνεται τελευταία για την καταστροφική επίδραση του facebook και του Instagram στον ψυχισμό των εφήβων. Ενοχοποιούνται ότι ενσταλάζουν αδιόρατα το δηλητήριο της αυτο-αμφισβήτησης, της αδυναμίας συγκέντρωσης, της διάσπασης της προσοχής και της διασποράς ενός ανεξέλεγκτου μείγματος ψεμάτων με αλήθειες. Είναι βέβαιο, ότι συντελούν ώστε τα ήθη να τείνουν να αντικατασταθούν από lifestyle trends, που διασπείρονται σε όλον τον κόσμο με ασύλληπτη ταχύτητα. Στην Ελλάδα όμως, που είμαστε πάντα τριάντα χρόνια πίσω στις εξελίξεις, τα ήθη και οι συνειδήσεις διαμορφώνονται όπως παλιά, από τα τραγούδια και τους μύθους, που επαναλαμβάνονται ξανά και ξανά, από τα μέσα μαζικής επικοινωνίας, το ραδιόφωνο και την τηλεόραση. Το ρόλο της Βίβλου παίζουν οι παλιές ελληνικές ταινίες, που παίζονται και ξαναπαίζονται από τα κανάλια πάλι και πάλι – δεν χρειάζεται να πληρώνουν δικαιώματα, βλέπεις. Όλοι έχουμε απολαύσει την Βουγιουκλάκη και τον Κωσταντάρα, την Νοταρά και τον Χατζηχρήστο, τον Βουτσά και την Καρέζη. Ελαφρύ το χώμα που τους σκεπάζει, ωστόσο είναι ώρα να παραδεχτούμε, ότι όλες σχεδόν οι ταινίες που πρωταγωνιστούν βασίζονται σε μια ιστορία απάτης, είτε πρόκειται για παντρειά είτε για λεφτά! Πώς να το κάνουμε, αυτοί είναι οι μύθοι που διδάσκουν συμπεριφορές στους πολλούς Έλληνες, συστηματικά, γενιά μετά τη γενιά, τα τελευταία 60-70 χρόνια.
Η επιρροή της σημερινής τηλεόρασης δεν εξαντλείται στο τι απορρυπαντικό πρέπει να χρησιμοποιούμε, τι ποτό να πίνουμε και τι αποσμητικό να βάζουμε στις μασχάλες μας. Οι σημερινοί μύθοι που δίνουν το παράδειγμα ζωής είναι οι ‘σειρές’. Στις δημοφιλέστερες από αυτές, σαν τις Άγριες Μέλισσες και τον Σασμό παραδείγματος χάριν, ελάχιστοι από τους ‘ήρωες’, που ενσαρκώνουν εξαιρετικοί ηθοποιοί, δεν είναι βυθισμένοι στην παραβατικότητα, την αντικοινωνική συμπεριφορά ή το στυγερό έγκλημα: το ανεξέλεγκτο πάθος, η προκατάληψη και η αδρεναλίνη προσφέρονται με αφθονία στην υπηρεσία της τηλεθέασης.
Το αποτέλεσμα; Με φρίκη διαπιστώνουμε ότι το ‘ου φονεύσεις’, δεν έχει θέση στα ήθη κάποιου τμήματος της κοινωνίας. Αντίθετα, εκεί επικρατούν πεισματικά οι αντιλήψεις που έχουν εντυπωθεί με οξύτητα και εμπεδωθεί με την επανάληψη επί ολόκληρες δεκαετίες:
‘Στέλλα φύγε, κρατάω μαχαίρι’.
‘Σίγουρα θα πάμε… εσύ στο χώμα κι εγώ στη φυλακή’.
Η εγκύκλια παιδεία στην Ελλάδα περιφρονεί και αγνοεί επιδεικτικά πολλούς κλάδους της επιστήμης, αυτό είναι πασίγνωστο. Αυτή η συστηματική αποστροφή προς την Γνώση έχει σωρεία τραγικών αποτελεσμάτων για την ζωή μας: άσχημες πόλεις, έλλειψη κριτικής και καινοτόμας σκέψης, παρωχημένη επιχειρηματικότητα, βαθύ συντηρητισμό, ανεπαρκή πολιτισμική παραγωγή και, τώρα, άρνηση υγειονομικών πρακτικών. Μία από τις δυσφημισμένες και παραγκωνισμένες περιοχές της γνώσης αφορά στις ανθρωπιστικές επιστήμες και ειδικότερα την ψυχολογία. Αν ήμασταν λίγο περισσότερο ψυχολογικά εγγράμματοι, θα ξέραμε, ως πολιτεία και ως κοινωνία, αυτό που ο κορυφαίος και παγκόσμια αναγνωρισμένος Αλ. Μπαντούρα απέδειξε ήδη από το 1961: ότι δηλαδή οι άνθρωποι, μιμητικά όντα όπως είναι, αναπαράγουν την βία που βλέπουν, ακόμα και σαν μωρά.
Οι δολοφονίες γυναικών από τους συντρόφους τους έφτασαν τις δεκατρείς φέτος. Με φρίκη παρακολουθούμε το αποκρουστικό κύμα της παράλογης ακραίας βίας, όπου, επανειλημμένα, άνθρωποι του ενός φύλου αφαιρούν την ζωή από ανθρώπους του άλλου φύλου, με τους οποίους είχαν προηγουμένως αναπτύξει την πιο στενή προσωπική σχέση.
Αντέχουμε να παραδεχτούμε την αιτία αυτών των φόνων και να την εξαλείψουμε; Αντέχουμε να προχωρήσουμε αφήνοντας πίσω τα στερεότυπα προηγούμενων, γκρίζων και μαύρων εποχών; Σε άλλες χώρες γκρεμίζουν καθ’ υπερβολή τα αγάλματα ένδοξων προγόνων, ύποπτων για ρατσισμό διακόσια χρόνια πριν. Εμείς, όλα, ‘όπως τα βρήκαμε’;