Πόρτα σε ιστορίες/χρονογραφήματα/διηγήματα

Κυνηγοί & κυνηγημένα πλάσματα, του Δημήτρη Κατσούλα

Spread the love

Δημήτρης Κατσούλας

Δημήτρης Κατσούλας

 

Ξυπνούσαν από τα βαθιά χαράματα, έπρεπε να πιάσουν τα περάσματα, να στήσουν τις θηλιές, να βρουν χνάρια λαγών, κουναβιών, αγριοκούνελων, ζαρκαδιών,  αλεπούδων, αγριογούρουνων, ή περιττώματα πουλιών, όλων των ειδών, από σπουργίτι μέχρι κότσυφα και από μπεκάτσα έως πέρδικα. Για τους παλιούς κυνηγούς της περιοχής μου ομιλώ, όπου δόξα σοι ο θεός ήταν πλούσια σε θηράματα πάσης φύσεως. Κατά το μεσημεράκι τους έβλεπα να επιστρέφουν από τα κυνήγια τους, άλλοι να τα έχουν κρεμασμένα γύρω από την ζώνη τους, την φυσιγγιοθήκη, κι άλλοι να τα έχουν ξαπλωμένα και δεμένα πάνω στα καπό των αγροτικών τους με τα αίματα να είναι στεγνωμένα, καμαρώνοντας σαν γύφτικα σκεπάρνια πίσω από τα τιμόνια τους και την αντροσύνη τους να τρέχει από τα μπατζάκια τους είτε από την κάνη των όπλων τους, είτε ακόμη και από τους γάντζους της καρότσας των αγροτικών τους «τανκς».

Μικρά παιδιά εμείς συγκεντρωνόμασταν στην πλατεία προσπαθώντας να πλησιάσουμε τα αυτοκίνητα για να περιεργαστούμε το θέαμα. Οι πιο πολλοί εξέφραζαν τον ενθουσιασμό τους, έβγαζαν τις διχάλες με τις σφεντόνες κι άρχισαν να σημαδεύουν τα σπουργίτια, τα σκυλιά τα αδέσποτα καθώς και τις αλανιάρες κότες που έβοσκαν αμέριμνες στους αγρούς. Λίγοι, πολύ λίγοι επιστρέφαμε στα σπίτια μας με σκυμμένα κεφάλια κι όλη τη νύχτα ακούγαμε γρυλισμούς ζώων που ήσαν παγιδευμένα με μια θηλιά στον λαιμό προσπαθώντας ν’ απελευθερωθούν. Οι πιο ζωηροί μάλιστα σηκωνόμασταν κρυφά κρυφά πλησιάζοντας τα αυτοκίνητα και προσπαθούσαμε με πηλό ή όποιο άλλο μέσο ήταν εύκαιρο για να καλύψουμε τις πληγές τους, να κόψουμε με τανάλιες τα σύρματα που είχαν παγιδέψει τα ζώα και να φυγαδεύσουμε τα θηράματα προς την πλαγιά του βουνού  εκεί όπου φυτρώνουν δυόσμοι, φλισκούνια, παπαρούνες, χαμομήλια, τσάγια, φασκόμηλα και τόσα άλλα αρωματικά φυτά. 

Ένας τέτοιος χώρος, μια φωλιά ζεστή για το χειμώνα και δροσερή για το καλοκαίρι για τα άγρια αυτά ζώα,  ευτυχώς υπάρχει ακόμη στα μέρη μου – «Καταφύγιο άγριας ζωής Αμυγδαλίτσα» ονομάζεται – την οποία κατά αραιά διαστήματα επισκέπτομαι μαζί με την μικρή μου Deema. Καμαρώνουμε τα μικρά ζωάκια που έχουν βγει στον ήλιο κι έχουν χώσει τις μουσούδες τους στο χορτάρι, τα χαϊδεύουμε στη ράχη τους, τα ταϊζουμε μαρούλια (η Deema μάλιστα κουβαλά και μπανάνες μαζί της, της εφιστά την προσοχή η μαμά της Μάριον να μη τα… καλομαθαίνει και τόσο) και από δίπλα οι μαμάδες τους μας γουργουρίζουν ευτυχισμένες και πιάνουμε κουβέντα με τα μεγαλύτερα μέλη του ζωικού βασιλείου για τα παλιά τα χρόνια τότε που δεν υπήρξαν αιμοβόροι κυνηγοί με έξυπνα όπλα εξοπλισμένα με τηλεσκόπια και διόπτρες στη βάση τους όπως σήμερα στρεφόμενα εναντίον τους, βγάζοντας το άχτι τους με αυτόν τον τρόπο κάποιοι «μερακλήδες» του είδους που φουσκώνουν σαν τα παγώνια για τα κατορθώματα και τις επιτυχίες τους…

* Το άρθρο απηχεί τις απόψεις του συντάκτη του.

The article expresses the views of the author

iPorta.gr

SHARE
RELATED POSTS
Τσιτ παλιόγατα, του Αλέξανδρου Μπέμπη
Μάγδα Μπρούχου, 5-2-1989, του Δημήτρη Ι. Μπρούχου
Φροντιστές: Ήρωες στη σκιά, της Εβελίνας Κουμπιού

Leave Your Reply

*
This site is protected by reCAPTCHA and the Google Privacy Policy and Terms of Service apply.