Ανοιχτή πόρτα

Βγάζουν το …«λάδι» στον καταναλωτή!, του Δημήτρη Κατσούλα

Spread the love

Δημήτρης Κατσούλας

Δημήτρης Κατσούλας

Κατακαλόκαιρο, κι ενώ θα ‘πρεπε η θάλασσα, η ξενοιασιά, τα παιχνίδια με τις ρακέτες κι ο έρωτας να έχουν την ‘τιμητική τους’, ειδικά σε παραλίες της επαρχίας και δη αυτές της Μεσσηνίας αλλού έχει στραφεί το ενδιαφέρον των λουομένων: πού θα ‘καθίσει’ τελικά η τιμή του ελαιόλαδου! Φαντάζει έξω από κάθε πραγματικότητα, να έχει κάποιος  τη θάλασσα μπροστά του, ο μήνας Αύγουστος να έχει ήδη εισέλθει στο δεύτερό του ήμισυ, οι θερμοκρασίες να θυμίζουν Σεπτέμβριο κι ανεκμετάλλευτος να αποχαιρετά πολλούς, από την στιγμή όπου το κυρίαρχο θέμα σε κάθε ακρογιαλιά να μη είναι άλλο παρά αυτό και μόνο της τιμής του ελαιολάδου. 

Κι αυτοί που κατά βάση το αναγάγουν στο υπ’ αριθμό ‘ένα’ θέμα προς συζήτηση – και δικαίως από μια μεριά, δεν αντιλέγω – είναι οι παραγωγοί αγρότες ελαιοπαραγωγοί. Ολόκληρες συζητήσεις επί συζητήσεων ανοίγονται δίπλα σε πανέμορφες παραλίες (εκεί δηλαδή που η απόλαυση της θάλασσας αγγίζει τα όρια της ηδονής υπό την έννοια ότι χαϊδεύει τα γυμνά σώματα), δεν ακούς τίποτα άλλο παρά τις  συζητήσεις να ‘περιστρέφονται’ γύρω από την τιμή του άλλοτε παρθένου κι ενίοτε βιολογικού προϊόντος. Και εάν φυσικό ως ένα βαθμό εννοείται πως οι συζητήσεις θα έπρεπε να ξετυλίγονταν μεταξύ ανδρών, το γυναικείο στοιχείο – ολόδροσες κοπέλες σαν τα κρυστάλλινα νερά – είναι εκείνο που κυριαρχεί σ’ αυτές. Κι αυτό έχει την εξήγησή του όπως με διαβεβαιώνουν οι ίδιες. Από μαθήτριες του Δημοτικού έως μεσόκοπες κυρίες – από την στιγμή μάλιστα που εκλείπουν τα εισαγόμενα ξένα χέρια – αναλαμβάνουν την συλλογή του ελαιοκάρπου, με τις γνώσεις που απαιτείται κάποιος να έχει (δεν είναι τόσο εύκολη η εργασία αυτή, όσον κάποιος νομίζει παρά τα χειρωνακτικά μηχανήματα που έχουν εισαχθεί στον κλάδο), από Νοέμβριο μήνα έως και τους δυο πρώτους της επομένης χρονιάς. 

Και πως να μη είναι εξάλλου, όταν τα αποθέματα λαδιού που υπάρχουν στις αποθήκες είναι ελάχιστα, όταν η τιμή πέρυσι τέτοιον καιρό κυμαινόταν μεταξύ 4,3 – 4,8€, σήμερα να έχει εκτοξευτεί στα 8, με τάση να ξεπεράσει κι αυτή των 9 έως και 10 στο ράφι; Από την άλλη μεριά τα λιπάσματα αυξήθηκαν κατά 130% (στο σημείο αυτό, το Υπουργείο Γεωργίας κατά την περίοδο ενάρξεως του πολέμου στην Ουκρανία, προέβαλε τους λόγους περιορισμένων ποσοτήτων για ευνοήτους λόγους μεταφοράς), ενώ σήμερα όπου σε ένα μεγάλο βαθμό αυτοί ήρθησαν, αμέτοχο φαίνεται να παραμένει στην όλη αυτή διαδικασία διαμορφώσεως των τιμών τόσον στα λιπάσματα όσον και στην εισαγωγή των σιτηρών.

Όμως, όπως το ρεπορτάζ φέρνει στην επιφάνεια, άλλοι φυσικά είναι οι λόγοι αυξήσεως της τιμής του ελαιολάδου κι αυτοί έγκεινται στο γεγονός ότι επειδή οι παραγωγές χώρες Ισπανία, Πορτογαλία και Ιταλία υπέστησαν τεράστιες καταστροφές στους ελαιώνες τους λόγω των υψηλών και πρωτόγνωρων γι αυτές τις χώρες θερμοκρασιών με αποτέλεσμα η φετινή παραγωγή να είναι μειούμενη κατά 60%, αφήνεται ο καθείς – με  πρωταγωνιστές τους χονδρέμπορους – να διαμορφώνουν τις τιμές κατά το δοκούν, με αποτέλεσμα ο παραγωγός να πληρώνεται κατά μέσο όρο 6 το κιλό κι αυτό να φθάνει στο ράφι του καταστήματος στα 10 έως 12 το κιλό. Αυτή η πολιτική τιμών, όμως, έχει και τα αρνητικά της με πρώτον να φορτώνεται τα βάρη, τον καταναλωτή. Από την άλλη πλευρά – κι αυτό να το έχουν υπόψη τους όσοι προμηθεύονται ελαιόλαδο από μικροπαραγωγούς της επαρχίας – ‘εφευρέθη’ η μείωση του ύψους του τενεκέ λαδιού ο οποίος από τα 34,5 cm των 17 κιλών ελαιολάδου να κυκλοφορούν στην αγορά και συσκευασίες (τενεκέδες) των 32,5 cm όπου στην ουσία περιέχουν 16 κιλά ενώ ο καταναλωτής πληρώνει για 17 κιλά. Υπόψη ότι εάν κατά την περυσινή περίοδο συλλογής του ελαιοκάρπου ο τενεκές των 17 κιλών κόστιζε περί τα 80  σήμερα – και προ της συλλογής της νέας σοδειάς – αυτός κοστίζει περί τα 140  έως 160.

Πού είναι οι έλεγχοι σεβαστό μου Υπουργείο της Αγροτικής Ανάπτυξης και Τροφίμων; Εξακολουθείς κύριε Υπουργέ, κύριε Γεωργιάδη τους ελέγχους στην αγορά – έστω τους δειγματοληπτικούς – ή θα έρθεις σε συμφωνία ‘Κυριών’ με τους ναούς του χρήματος, τα σούπερ μάρκετ από Σεπτέμβριο μήνα όταν όλη η αγορά τροφίμων όχι απλώς θα κάνει ‘τζιζζ’, αλλά σε ηλεκτροφόρα σύρματα θα έχει μετατραπεί για το πλατύ καταναλωτικό κοινό; Η ζωή από πλευράς κόστους όχι απλώς τραβά την ανηφόρα διότι δεν έχει περιθώρια άλλης πλέον να ανεβεί αφού κτύπησε ‘ταβάνι’, και με την κυβέρνηση να είναι αμέτοχος αφού ούτε τις λαϊκές αγορές δεν είναι ικανή να ελέγξει, όπου κι εκεί επικρατεί – επιεικώς – το μπάχαλο.

Αύγουστος 14, Κατάκολο Ηλείας

SHARE
RELATED POSTS
Σαράντα μέρες από τον όλεθρο στο Μάτι, του Νίκου Βασιλειάδη
Μάσκες, του Νίκου Βασιλειάδη
Μακεδονικό και Κομφούκιος, του Πάνου Μπιτσαξή

Leave Your Reply

*
This site is protected by reCAPTCHA and the Google Privacy Policy and Terms of Service apply.