Πόρτα σε ιστορίες/χρονογραφήματα/διηγήματα

Από την εποχή των αναγκαίων στην εποχή της υπερκατανάλωσης, του Δημήτρη Κατσούλα

Spread the love

Δημήτρης Κατσούλας

Δημήτρης Κατσούλας

Από την εποχή των αναγκαίων για μια αξιοπρεπή ζωή, σ’ αυτήν της υπερκατανάλωσης για να υπερτονιστούν οι ανάγκες των κοινωνικών

Οφείλω εξ αρχής να ξεκαθαρίσω ότι δεν είμαι αντίθετος σε κάθε τεχνολογική προσπάθεια, σε κάθε τεχνολογικό επίτευγμα – ιατρικές εφευρέσεις και τα λοιπά – όπου απώτερος σκοπός των είναι στο να βελτιώνουν την ζωή των πολιτών στον μέγιστο δυνατό βαθμό, και πάνω από όλα στην πρόληψη και θεραπεία ασθενειών μου μαστίζουν τον πολύπαθο πλανήτη, όπου η μοίρα μας καθόρισε να είμαστε έποικοί του.

Εάν πριν πενήντα πέντε χρόνια περίπου από τότε ήμασταν σε θέση να παρακολουθήσουμε τις στατιστικές της εποχής εκείνης λαμβάνοντες ως κύρια στοιχεία τους όρους διαβίωσής μας, τις υγιεινείς συνθήκες καθώς και τους κοινωνικούς όρους εντός των οποίων ήμασταν υποχρεωμένοι να τηρούμε, μάλλον πολύ εύκολα θα εξαγόταν το συμπέρασμα ότι αρκετοί εξ ημών σήμερα είναι πολύ πιθανόν να μη επιζούσαμε. Και τούτο όχι μόνο θα οφειλόταν στην μη πλήρη ανάπτυξη των εμβολίων, αλλά και σε πιο πρακτικά γεγονότα για την καθημερινότητά μας ως παιδιά τότε, και προβάλλοντας εδώ το περιστατικό της μικρής μαθήτριας από την Θεσσαλονίκη όπου παίζοντας στις κούνιες με μια αβλεψία στην πλημμελή συντήρηση εκ μέρους του τεχνικού (πιθανώς) των εγκαταστάσεων στον εν λόγω παιδικό σταθμό άθλησης, κατέστη ικανή να κοπεί το δάχτυλο του κοριτσιού το οποίο ευτυχώς συγκολλήθηκε στο νοσοκομείο μεταφερόμενο. Τοιούτου είδους ιατρικές τεχνικές επί των εποχών μας ήταν άγνωστες. Ιδού λοιπόν η ανάπτυξη της ιατρικής επιστήμης όπως ανέφερα και πιο πάνω και δεν είναι η μόνη, πολύ ανώτερες έχουν εφευρεθεί σε ποικίλους τομείς όπου και εφαρμόζονται επιτυχώς.

Εν αντιθέσει με τις σημερινές προδιαγραφές που πρέπει να πληρούν εδώ και μερικά χρόνια οι χώροι άθλησης, μια αναφορά και μόνο στων δικών μας χρόνων οι κούνιες και οι τσουλήθρες, σας πληροφορώ ότι εκτός του ότι οι δοκοί τους ήσαν βαμμένοι με σκέτη λαδομπογιά και όχι βαφή πούδρας που είναι υποχρεωτική ως βαφή σήμερα, ο περιβάλλον χώρος όπου αθλούνται τα παιδιά είναι στρωμένος από παχύ και αφρώδες υλικό, κάτι το οποίο προφυλάσσει στο 100% μια πτώση τους, και όχι με πλακάκια ή μάρμαρα όπως συνέβαινε επί εποχής μας με αποτέλεσμα ν’ ανοίγονται κεφάλια και τα ράμματα να γίνονται στις περισσότερες των περιπτώσεων ελλείψει αναισθητικού γιατί και αυτή η ξυλοκαΐνη ακόμα αποτελούσε είδος εν ανεπαρκία!

Στα βρέφη και στα παιδιά αργότερα, μόλις και σταδιακά και πριν πάντως την πενηντακονταετία άρχισε να εφαρμόζεται και να τηρείται το ατομικό βιβλιάριο εμβολίων, νοσηλείας, παρενεργειών και γενικής παρακολούθησης κατ’ επέκταση, με αποτέλεσμα οι αρρώστιες – ακόμα και οι πιο απλές, όπως η ιλαρά, η ανεμοβλογιά, οι μαγουλάδες – να κάνουν θραύση οδηγώντας πολλά παιδιά έως και τον θάνατο.

Οι γεννηθέντες περί τα έτη 1955 έως 1965 δεν ήσαν οι ευνοημένοι των καλοριφέρ, των πάνελ εκπομπής θερμότητας και των κλιματιστικών διπλής μάλιστα ροής ψυχρού και θερμού αέρα, τουλάχιστον από όσο γνωρίζω στην επαρχία. Και εάν στην Αθήνα ή σε μεγαλύτερα αστικά κέντρα είχαν κάνει την εμφάνισή τους στις βιτρίνες των ειδικών καταστημάτων, κόστιζαν πάρα πολύ ακριβά. Η επαρχία χρησιμοποιούσε κάρβουνα από ιδιοκατασκευής καμίνια ή ξύλα κομμένα σε διαστάσεις τέτοιες που να ταιριάζουν είτε στις σόμπες με τα φουγάρα τους είτε στις στόφες στις οποίες ψήναμε το κρέας μας. Το ψωμί μας υπήρξε και φορές που επειδή το σιτάρι ήταν λιγοστό ή θα έπρεπε να σπείρουμε μεγαλύτερη ποσότητα κριθαριού, υπήρξαν λοιπόν και φορές όπου το ψωμί μας ήταν κριθαρένιο. Έχετε μήπως δοκιμάσει κριθαρένιο ψωμί να φάτε χωρίς να έχει εξαχθεί το αγκάθι του μετά το αλώνισμα; Εγώ που το έφαγα αρκετές φορές μέχρι και σήμερα αισθάνομαι τον λαιμό μου να με αγκυλώνει από την τραχύτητα που το συνοδεύει. Κι όμως, αν και μοναχοπαίδι στην οικογένεια ποτέ δεν αξίωσα κάτι το καλύτερο όπως π.χ την αντικατάστασή του με σταρένιο αντιλαμβανόμενος τη φτώχεια που μια ζωή μας ακολουθούσε.

Απλησίαστα από πλευρά τιμής ήσαν και τα αυτοκίνητα που ως ένα ικανοποιητικό βαθμό προσέφεραν και ασφάλεια στον ιδιοκτήτη τους και τους συνεπιβαίνοντες. Κυκλοφορούσαν θυμάμαι από τα Volkswagen οι Σκαραβαίοι, τα Citroen 2CV –όπου σε κάθε άρθρο του (δοκιμή) ο μετρ της αυτοκίνησης Κώστας Καββαθάς έγραφε ότι: ‘Όσα πουκάμισα και να μου έχει σκίσει (προφανώς από τις αιχμηρές γωνίες του και τα χειροκίνητα τζάμια του και τις σιδερένιες τους λαβές), εξακολουθώ να το αγαπώ’. Δειλά-δειλά άρχισαν να γίνονται κτήμα και των κατωτάτων οικονομικών στρωμάτων της κοινωνίας τα FIAT 1100, FIAT 124, τα SIMKA, τα RENAULT, τα OPEL OLYMPIA με τα ψηλοτάκουνα ( λιγνά κι αδύνατα σε διαστάσεις) ελαστικά τους.

Οι καρεκλάδες, οι γανωματήδες, οι τσαγκάρηδες… Ενώ βρισκόμουν χθες στην Καλαμάτα αναμένοντας να περατωθεί ο έλεγχος σχετικά με τις διαδικασίες που απαιτούντο μέχρι να παραδώσω το ενοικιασθέν ford fiesta στο κατάστημα από το οποίο το είχα παραλάβει, ξάφνου εμπρός μου ένας πανύψηλος μελαμψός κύριος, τσιγγάνος μου συστήθηκε, με ρώτησε μήπως έχω τίποτα ψάθινες καρέκλες για επισκευή. Φορτωμένος τα πανύψηλα καλάμια του κι αυτό το ευλύγιστο υλικό για τις επιδιορθώσεις, του έγνεψα ότι ‘δεν μένω πια εδώ, δεν έχω καθίσματα πολυκαιριασμένα που να χρίζουν επισκευής’, τον κέρασα ένα κρασί με πέντε ελιές και μια ντομάτα, μου υποκλίθηκε ευχαριστώντας με και προχώρησε διαλαλώντας την πραμάτεια του. Τους γανωματήδες με το καλάι και τη φωτιά, με την σκόνη που τρίβουν στο τέλος τα γανώματα και τα κάνουν καλύτερα από καινούργια καθώς και τους τσαγκάρηδες με το αμόνι, το καλαπόδι και τις βενζινόκολλες να μυρίζουν μέχρι αποπνιγμού, τους έχω ζήσει από κοντά και μάλιστα αρκετές φορές που προτιμούσαν το χωριό μου.

Ήμουν – νομίζω – τυχερός που έζησα στην εποχή όπου η σοκολάτα ΙΟΝ αμυγδάλου καθώς και οι γκοφρέτες ΜΕΛΟ κυκλοφορούσαν μαζί με ένα άλμπουμ αδειανό (δωρεάν αυτό) και μέσα εκεί κολλούσα τις σημαίες όλων των κρατών της γης αγοράζοντάς τες από το καφενείο του χωριού, καθώς επίσης περιχαρής ήμουν όταν από νωρίς το απόγευμα ο πατέρας μου αραιά και που έπαιζε κονσίνα ή ξερή και κέρδιζε ή λουκούμι Πατρινό ή παστέλι Λάμπου σερβιριζόμενο οριζοντίως επάνω στο ποτήρι νερού ή μαντολάτο τραγανό με αμύγδαλα. Ήταν η αμοιβή μου αυτή από τα κέρδη του μπαμπά.

Πρόλαβα και δοκίμασα ακόμα και την Αμερικανική βοήθεια τότε που το Δόγμα Τρούμαν εφάρμοζε την Αμερικανική βοήθεια στην Ελλάδα με τα λάδια, τα ρούχα και τα κίτρινα τυριά σε σιδερένια κυλινδρικά δοχεία, η οποία βοήθεια διατηρήθηκε έως το 1955-1958 και είναι καταγεγραμμένη στο μυαλό μου ως αμυδρό-σκοτεινό διάλειμμα.

Ακόμα και τα παγωτά χωνάκια με το καρότσι με τις τεράστιες ρόδες και τον παγωτατζή στα ολόλευκα ντυμένο με καπέλο μάλιστα θυμάμαι στα πανηγύρια που πηγαίναμε, καθώς επίσης το μεγάλο μου ενδιαφέρον εστιάζετο στον γύρο του θανάτου. Εθνική περηφάνια με περιέλουζε αλλά και δέος για τους μηχανόβιους, ποδηλάτες αλλά και με αυτοκίνητο να κάνουν ατελείωτους κύκλους σ’ αυτό το τεράστιο ξύλινο βαρέλι, αφού πριν την ανάβασή τους έκαναν τον σταυρό τους τρις.

Το κορίτσι μου η Ελένη κατά τα Γυμνασιακά μου χρόνια μου είχε κλέψει την καρδιά. Μέχρι και σχοινί μου είχε ρίξει από το παράθυρό της προκειμένου να ανεβώ στο δωμάτιό μας περνώντας μια νύχτα μαζί της σε συνθήκες πραγματικής ερωτικής κόλασης.

Ο μοναδικός καφές που προσφερόταν στα καφενεία ήταν ο Ελληνικός, όχι ο Τούρκικος. Οι παραλλαγές φρέντο, νες, φραπέ ήσαν λέξεις άγνωστες.

… και τα φρούτα Θεέ μου, τι γευστικά και μοσχομύριστα ήσαν τα αχλάδια, τα σύκα, τα πεπόνια, τα καρπούζια, οι ντομάτες!

Αν και το λάστιχο που είχαμε στη βρύση προσαρμοσμένο λιαζόταν όλη μέρα, ποτέ δεν παραπονεθήκαμε για το αν ήταν ζεστό το νερό, ποτέ δεν παραπονεθήκαμε, ποτέ δεν δυσανασχετήσαμε, ούτε την απαίτηση είχαμε να μπει κάτω από την καρυδιά στον ίσκιο… Όταν διψούσαμε πίναμε και στο τέλος εάν ήσαν και φίλοι στην αυλή συγκεντρωμένοι,  γινόμασταν λούτσα στο ντάλα καλοκαίρι. Και ποτέ δεν αρρωστήσαμε, ποτέ κοιλιακούς πόνους δεν ένοιωσε κανένας.

Η γενιά αυτή, τα παιδιά που γεννήθηκαν μεταξύ 1955 έως και 1965, έβγαλαν μερικούς από τους καλύτερους επιστήμονες, μηχανικούς, ιατρούς, δικηγόρους και δασκάλους, αντιπροσώπευσαν την Ελλάδα στα εργαστήρια της NASA, αλλά και η σημερινή γενιά των 45 ετών σήμερα –όπως μαθαίνω και υπερηφανεύομαι γι αυτό – παρέχει δωρεάν την ψυχολογική της επιστημονική κατάρτιση στον συνάνθρωπο που την έχει ανάγκη.

Συμπέρασμα: Τα τελευταία σχεδόν πενήντα χρόνια παρατηρήθηκε μια έκρηξη καινοτομιών και νέων ιδεών σε όλους τους τομείς του φάσματος ‘ζωή’ και όχι μόνο. Πολλές ήσαν οι επιτυχίες, μεγαλύτερες όμως οι αποτυχίες και φθίνουσα η καμπύλη στην υπευθυνότητα. Ο Θεός να βάλει το χέρι Του.

Υστερόγραφο: Αφορμή γι’ αυτό μου το σημείωμα στάθηκε η έκπληξη που μου επιφύλαξαν φίλοι πολλοί αλλά και άγνωστοι σε με – τους οποίους και θερμά ευχαριστώ – με την κάθοδό μου στην ιδιαίτερή μου πατρίδα παίζοντας ξανά μπάλα σ’ εκείνον τον κήπο δίπλα από το σπίτι μου όπου όταν ήμουν πιτσιρικάς ή και Γυμνασιόπαις ακόμη, η μάνα μου για να με μαζέψει στο σπίτι που φώναζε ότι τηγάνιζε πατάτες ‘σπάζοντάς μου’ τη μύτη από τη μυρωδιά, διαφορετικά εκεί θα ξημεροβραδιαζόμουν.

Πολλές-πολλές ευχαριστίες στην Μάριον για τις πέτρες που κουβάλησε οριοθετώντας τα τέρματα, την εμψύχωσή που μου παρείχε για την θέση του bak που επαξίως εκπροσώπησα χάρις στον ενθουσιασμό της, καθώς και για την μουσική επιλογή που ως μεγάλο ζουζούνι που είναι καθώς και λάτρης της Ελληνικής μουσικής και δη της παραδοσιακής, μου προσάρτησε.

  

SHARE
RELATED POSTS
Θα το παλέψουμε . . ., του Δημήτρη Κατσούλα
I am sharing ‘χωρίς παράθυρα σαν μια φυλακή’ with you, της Δέσποινας Γρηγοριάδη
Γραφεία τυχερών παιγνίων, του Δημήτρη Κατσούλα

Leave Your Reply

*
This site is protected by reCAPTCHA and the Google Privacy Policy and Terms of Service apply.