Ανοιχτή πόρτα

Ανθ’ημών, ποιοι; Αντί αυτών, ποιοι;, του Γιάννη Πανούση

Spread the love

Ο  Γιάννης Πανούσης είναι Καθηγητής Εγκληματολογίας του Παν/μιου Αθηνών.

Διαβάστε όλα τα άρθρα του Γιάννη Πανούση ΕΔΩ

Χωρίς συλλογικό όνειρο

Βάρβαροι

μπορούμε να γίνουμε όλοι,

[ακόμα] και οι καλύτεροι

Νάσος Αθανασίου, Το έγκλημα που αρέσει

Τό’χω γράψει πολλές φορές και σε διάφορες ευκαιρίες. Η θεωρητική κατασκευή της προβολής και καταξίωσης των «πετυχημένων της ζωής» σε μια κοινωνία διακριτών διαστρωματώσεων και σε μια χώρα μεγάλων πολιτικών ανατροπών και κρίσεων καταλήγει στο αμφίβολης ηθικής αποτέλεσμα της επιβράβευσης, είτε των άκαπνων γόνων ψευτομεγαλοαστικής προέλευσης, είτε των καπάτσων/σαλταδόρων/μαυραγοριτών/αστέρων μιας «θεοποιημένης» παρα-οικονομίας.

Η ανάδειξη των τεχνοκρατών σε μαγικό πασπαρτού για την επίλυση ιστορικοδομικών κοινωνικών προβλημάτων όχι μόνο δίνει εξουσία σε άτομα μονόχνοτης φιλοσοφίας, αλλά και προσδίδει στις πολιτικο-ιδεολογικές διεργασίες χαρακτήρα προγνώσιμων – άρα και ελέγξιμων – αυτοματοποιημένων συστημάτων.

Η εμμονή σε «γραμμικές λογικές», σε σύγχρονες αλήθειες και σε «τετράδια απόδοσης» – σε συνδυασμό με μια κυριλέ σοβαροφάνεια – αφενός καλλιεργεί μια εφήμερη και επίπλαστη politically correct συμπεριφορά κι αφετέρου διακρίνει τους πολιτικούς/πολίτες σ’ αυτούς που υποκρίνονται ότι «έπιασαν το μήνυμα των καιρών» και σ’ αυτούς που τους κατηγορούν ότι είναι αδύνατο οι ίδιοι (και οι συγγενείς τους) – χωρίς αυτοκριτική ή συγγνώμη – να αλλάξουν επί 47 μεταπολιτευτικά χρόνια τα ερμηνευτικά τους εργαλεία.

Το ερώτημα όμως παραμένει κρίσιμο: Πού είναι οι άλλοι; Όχι οι βροντοφωνούντες για το θεαθήναι αλλά αυτοί που θα δείξουν το δρόμο; Αυτοί που πράγματι έχουν σχέδιο και πρόγραμμα;

Αναρωτιέμαι αν τα έθνη όσο και οι άνθρωποι μπορούν να ζουν και να μεγαλουργούν χωρίς όραμα. Είναι πράγματι γεγονός ότι στο παρελθόν η λέξη/σύνθημα «όραμα» είχε καταχρηστικά χρησιμοποιηθεί, καθώς ενεπλάκη σε κομματικούς διαξιφισμούς ή εκλήθη να καλύψει ιδεολογικά/πολιτικά κενά.

Από τη διαπίστωση όμως αυτή, μέχρι να επιχειρούμε να πείσουμε έναν ολόκληρο λαό ότι όλα αυτά είναι «άνευ ουσίας», ότι το μεδούλι της παρουσίας μας στη γη δεν είναι άλλο από την (πλασματική ή πραγματική) άνοδο του ατομικού βιοτικού μας επιπέδου, υπάρχει νομίζω απόσταση (ανάλογη με αυτήν που χωρίζει έναν άνθρωπο από έναν κλώνο ή ένα ρομπότ). Πέραν της κοσμοθεωρητικής αλλά και υπαρξιακής διάστασης, η υιοθέτηση μιας τέτοιας εκδοχής θα’ χει δύο, τουλάχιστον, άμεσες επιπτώσεις.

Κατά πρώτον, στη συνείδηση του κόσμου θα αντικατασταθούν οι ηγέτες με τους γραφειοκράτες και οι ήρωες με τους (υπο)λογιστές ή τους τραπεζίτες.

Δε θα ελέγχουμε τη ζωή μας (απλώς θα διαβάζουμε τους «λογαριασμούς» που θα μας στέλνουν οι αρμόδιοι), δε θ’ (αξίζει ν’) αγωνιζόμαστε για τίποτα και για κανέναν (αφού τα κινήματα διεκδίκησης/αλληλεγγύης θα’ χουν ενσωματωθεί στον προϋπολογισμό ως υπόλοιπες δράσεις), σε τελική ανάλυση θ’ απομονωθούμε στο «μικρό κουτάκι» της επιβίωσής μας, περιμένοντας τον Μεγάλο Αδελφό να μας αναγγείλει το θρίαμβο της οικονομίας της αγοράς ή το θάνατό μας. Θα ζούμε μέσω αριθμών, οθόνης, και διαγγελμάτων και όχι μέσα στη μεγάλη βοή των ανθρώπων.

Κατά δεύτερο λόγο, επειδή η παραγωγικότητα και η ευημερία δεν εξαρτώνται αποκλειστικά ούτε από τη δική μας εργασιοθεραπεία ούτε από τις ατέρμονες θυσίες των μονίμως θυσιαζομένων, αλλά κυρίως από εξωγενείς, διεθνείς, υπερεθνικούς παράγοντες, συχνά το «μοντελάκι αγοραίας ανάπτυξης» δε θα ευδοκιμεί. Τότε, οι σοφοί αριθμομνήμονες και οι ακολουθίες τους (ομοτράπεζοι και τραπεζοκόμοι) – χωρίς αιδώ- θα στρέφονται προς το μέρος μας και θα μας καθιστούν υπεύθυνους για την αποτυχία. Εμείς σαμποτάραμε, υπονομεύσαμε, καταστρέψαμε «τη μεγάλη στρατηγική τους κίνηση» ν’ αντικαταστήσουν τα οράματα με μπίζνες. Εμείς φταίμε που πιστέψαμε κι αγωνιστήκαμε για «τα ψεύτικα τα λόγια τα μεγάλα» (των πολιτικ-οραματιστών). Εμείς φταίμε που δεν πιστέψαμε και δεν αγωνιστήκαμε για τους «ρεαλιστικούς τους δείκτες τους μικρούς» (των πραγματιστών). Δεν υπάρχουν οικονομικά συμφέροντα, ταξικές αναφορές, κρατική βούληση, θεσμικές αγκυλώσεις, δομικές αντιδράσεις, δεν κινούνται λόμπι, κύκλοι, αόρατοι  κυβερνήτες. Τίποτα απ’ όλα αυτά δεν πρέπει να κατηγορήσουμε. Όλοι και όλα παίζουν σωστά και εκσυγχρονισμένα το ρόλο τους. Μόνο εμείς δεν έχουμε καταλάβει τίποτα και πελαγοδρομούμε ανάμεσα στο όνειρο και στην πραγματικότητα.

Ξεχνούν όμως, οι εν λόγω, ότι εμείς φτιάξαμε και το όνειρο και την πραγματικότητα και ότι χωρίς εμάς αυτοί δε θα’ χαν ούτε στο όνειρό τους τις καρέκλες όπου κάθονται και διατάζουν ή φιλολογούν περί την «πραγματικότητα».

ΥΓ.’’Κάθε σου πράξη και μία έκπτωση

Κάθε μου βήμα και μία πτώση’’  [Λουκάς Θεοδωρακόπουλος, Αντέχει]

SHARE
RELATED POSTS
Η αποδόμηση ενός μύθου, του Δημήτρη Κατσούλα
Τσέρνομπιλ, 37 χρόνια μετά, του Δρ Πάνου Καπώνη
Καλοκαιρινές περιπέτειες, της Ματίνας Ράπτη-Μιληλή

Leave Your Reply

*
This site is protected by reCAPTCHA and the Google Privacy Policy and Terms of Service apply.