iporta.gr

Λονδίνο: Kαλπάζουσες σκέψεις με άσπρο άλογο, της Ελπίδας Νούσα

 

Ήταν κάμποσος καιρός, που άκουγα ένα όνομα συνεχώς! Στιούαρτ Σμιθ- Στιούαρτ Σμιθ. Θεωρείται από τους καλύτερους σεφ της Βρετανίας…και επιθυμία της οικογένειας ήταν να βρεθούμε στην παμπ, που “μαγειρ-ουργεί” , να γευτούμε τις νόστιμες σπεσιαλιτέ του.

 

Όπως θα ξέρετε, στη ζωή ενός Άγγλου, ιδιαίτερης βαρύτητας είναι οι “παμπ”. Μέρος της εθνικής τους παράδοσης, βλέπεις! Διατηρούνται παμπ από την εποχή του Μεσαίωνα! Ο αρχι-σεφ μιας τέτοιας παμπ, όχι βέβαια τόσο παλιάς, είναι ο Στιούαρτ Σμιθ, που λέγαμε!

“Τhe white horse” στο Hertfordshire!

Έτσι, το απόγευμα της Παρασκευής ξεκινήσαμε για “τας Αγγλικάς εξοχάς”! Εκπληκτική διαδρομή! Μοσχόβολοι αγροί, πέτρινα σπίτια, σκεπασμένα με καταπράσινους κισσούς, παρτέρια με πολύχρωμα λουλούδια εποχής, μοναδικές πινελιές στον καμβά της φύσης!

Είχαμε κανένα εικοσάλεπτο, που το μάτι μας δεν έβλεπε τίποτε άλλο από πανύψηλα δέντρα κι ένα απέραντο γρασιδένιο χαλί! Το βλέμμα χανόταν στην απεραντοσύνη του βρετανικού ορίζοντα! Προς στιγμήν, φοβήθηκα! Ειδυλλιακό το τοπίο , αλλά αν είχαμε χαθεί; Όλες μου οι ελπίδες στο GPS!
Τα παιδιά μου γελούσαν κι αυτό με καθησύχαζε κάπως… Μάλλον, κοντεύαμε στον προορισμό μας! Πραγματικά…εκεί…στη μέση του πουθενά, πρόβαλλε μια παλιά αγροικία και στην επιγραφή της ένα άσπρο άλογο, που μαρτυρούσε πως δεν είχαμε κάνει λάθος!

 

Μπήκαμε μέσα. Το εσωτερικό της, μου’φερε στο νου τηλεοπτικές εικόνες από το “μικρό σπίτι στο λιβάδι”! Στο πρόσωπό μου χαράχτηκε ένα τεράστιο χαμόγελο μέχρι τ’ αυτιά, με διάθεση αναπόλησης του παρελθόντος. Σαράντα χρόνια και…κι όμως ακόμα με καθηλώνει, η σκέψη και μόνο, αυτού του
αγροτόσπιτου! Η παμπ χτισμένη σε τρία επίπεδα ,που το ένα έχει οπτική επαφή με το άλλο, και μια τεράστια σκάλα με την ξύλινη κουπαστή να συγκρατεί παλιές, αχάλαγες αναμνήσεις! Το βλέμμα τραβούν τα παραδοσιακά ξύλινα δοκάρια της οροφής, και η πέτρινη εστία τζακιού, απείραχτη από τα χρόνια τα παλιά!

 

Οι τοίχοι καλυμμένοι με γουστόζικες, ρουστίκ ταπετσαρίες με θέμα αγέρωχα άτια! Ασπρόμαυρες προτομές τους με τη χαίτη να ανεμίζει περήφανα, τυπωμένες στη μια πλευρά…Αναβάτες με κόκκινες στολές, στην άλλη…πλαισίωναν θαυμάσια τη φωνή της Τζόνι Μίτσελ, που αχνοακούονταν, κάνοντας την ατμόσφαιρα του χώρου περισσότερο φολκ… Προχωρήσαμε για το τραπέζι μας, που μας περίμενε στο μεσοπάτωμα. Πάνω στη διακοσμητική κονσόλα,μια λάμπα παλιάς εποχής με βάση ένα ξυλόγλυπτο άλογο σε στάση καμαρωτή, φώτιζε το χωλ. Το μεγάλο οβάλ τραπέζι κάπως απόμερα.

 

Ξεχασμένες μυρωδιές γνώσης στα ράφια της βιβλιοθήκης μπερδεύονταν με κείνες …τις άλλες, που ξεγλιστρούσαν απ’ την κουζίνα. Μια συμπαθητική αγγλιδούλα τακτοποιούσε τις πορτοκαλοκίτρινες ντάλιες στα βάζα, ενώ μια δεύτερη άναβε τα επιτραπέζια ρεσώ. Παραγγείλαμε. Εγώ, κλασικά, fish’n chips και οι υπόλοιποι κάτι πιο μοδάτο και “in”.  Μέχρι να έρθουν τα πιάτα κατέβηκα στον κήπο. Κλαίουσες ιτιές, έριχναν τα δάκρυά τους στην τεχνητή λιμνούλα, καταφύγιο για τις πάπιες, που πλατσούριζαν συνωμοτικά!

 

Ένοιωσα το τοπίο να κλέβει απ’το χρόνο. Όλα κυλούσαν ήρεμα και σε ρυθμούς αργούς. Η Τζόνι τραγουδούσε ακόμα. “Αν δεν ήταν ποτέ καινούριο και δεν παλιώνει ποτέ, τότε είναι ένα φολκ τραγούδι”, λένε. “καινούργιο όνειρο, το χαϊδεύει αύρα παλιά, ζωοδότρα”, λέω εγώ…κοιτάζοντας τριγύρω την παλιά, βρετανική παμπ. Δεν πείναγα πια. Είχα χορτάσει. Και το πιάτο του μεγαλύτερου σεφ δεν θα με συγκινούσε. Είχε φροντίσει η φύση, το περιβάλλον, η όλη ατμόσφαιρα για τον ψυχικό κορεσμό μου!. Το φαγητό ήταν έτοιμο. Μου έγνεψαν ν’ανέβω. Το έκανα απρόθυμα. Κάθισα. Πήρα το ποτήρι και ήπια.

 

Ενώ στα μάτια των υπολοίπων της παρέας διέκρινες την απόλαυση απ’το ζελέ πάπιας με άγρια σπαράγγια και μήλο, εμένα μου αρκούσε ο ήχος της βυθισμένης κιθάρας σε μια γουλιά κρασί παρέα με τη Τζόνι. 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

Ελπίδα Νούσα