Μόνο στη Ρόδο: Αποστόλου Παύλου 50 (Ανάληψη)-Βενετοκλέων (Στάδιο ΔΙΑΓΟΡΑΣ)-Ρόδου-Λίνδου (ύψος ΙΚΑ)-Λεωφόρος Κρεμαστής – Πηγές Καλλιθέας (από Μάιο-Οκτώβριο) & catering Γάμοι-Βαπτίσεις, Συνέδρια, Εκδηλώσεις
Της Χριστίνας μου, της ανεξάντλητης
ΠΕΡΙ ΜΥΘΟΛΟΓΙΑΣ
Επιστρέφουμε οδικώς από την Βόρεια Ελλάδα, στην Αθήνα.
Η Χριστίνα μου αγρίμι.
Πώς κρατάς ήσυχο ένα αγρίμι στο πίσω κάθισμα του DeuxChevaux, και μάλιστα, δεμένο με ζώνη ασφαλείας;
Δύσκολα. Πολύ δύσκολα!
Και τι δεν σκαρφίστηκε η κούτρα μας για να την κρατήσουμε ήσυχη, προσπαθώντας παράλληλα να την πείσουμε ότι, “…όχι, Χριστινάκι, δεν μπορείς να βγεις να παίξεις έξω, γιατί είναι πάρα πολύ επικίνδυνο…” κι άντε να εξηγήσεις σ’ ένα τετράχρονο, όσο ξύπνιο κι αν είναι, τι σημαίνει “πάρα πολύ επικίνδυνο”.
Τέλος πάντων, μέχρι το ύψος του Λιτόχωρου, κουτσά στραβά, καταφέραμε, υπό συνθήκες viverepericolosamente, (ζην επικινδύνως), να την φέρουμε, κάπως, βόλτα.
Μέχρι εκεί όμως.
Μετά, παρα-αγρίεψε.
Μέσα στην απελπισία μου, κάνω έτσι στα δεξιά μου και αντικρίζω τον Όλυμπο!
Μεγαλοπρεπής όπως πάντα, φωτιζόμενος από τις απογευματινές ακτίνες, όσο επέτρεπαν τα σύννεφα που έπαιζαν κρυφτό με την χαρακτηριστική κορυφή του, ένα θέαμα που δικαιολογεί απόλυτα την θεοποίησή του από τους σοφούς, δημιουργικούς και ευφάνταστους προγόνους μας!
Όπα, φαεινή ιδέα!
“Χριστινάκι, το βλέπεις αυτό το βουνό εκεί πέρα;”
Η απάντηση καχύποπτα συγκρατημένη : “Το βλέπω…”
Και δώσ’ του, αρχίζω εγώ ν’ αραδιάζω όλες τις γνώσεις μου περί μυθολογίας, η κατοικία των θεών, ο άτακτος, ερωτύλος Δίας που όταν θύμωνε σκορπούσε κεραυνούς και βροντές, η ζηλιάρα η γυναίκα του η Ήρα, ο γλεντζές ο Διόνυσος, ο κουτσός ο Ήφαιστος κι η πανέμορφη, μονίμως ερωτοτροπούσα, η γκομενάρα η Αφροδίτη, ο τραμπούκος ο Άρης με το ζωνάρι πάντα λυμένο για καβγά, ο βρεμένος ο Ποσειδώνας, μουδιασμένος από την ήττα του στην μονομαχία του με την σοφή, την σνομπάρα την Αθηνά, τέλος πάντων, να μην σας κουράζω, απ’ όλα είχε ο μπαξές!
Προσπάθησα να μην ξεχάσω κανέναν τους, και όχι μόνον αυτό, αλλά έκανα φιλότιμες προσπάθειες να διανθίσω την περιγραφή με όλα τα θεϊκά, κατ’ εικόνα και ομοίωση των ανθρωπίνων, κουτσομπολιά, (ξέρετε τώρα, απάτες, κλοπές, κερατώματα, πλάκες μεταξύ τους, αταξίες κ.λπ.) !
Και όχι μόνον αυτό, αλλά πάσχιζα η διήγηση να είναι γλαφυρή και υπερβολικά αργή και λεπτομερής, για να διαρκέσει όσο το δυνατόν περισσότερο, βλέποντας ότι η Χριστίνα, παρασυρόμενη στα ιδιαίτερα του Ολύμπου, κρυφοκοίταζε τους θεούς παρατηρώντας τα καμώματά τους και είχε, ανέλπιστα, ησυχάσει!
Έ, κάποια στιγμή, τελείωσαν οι θεοί, ξέμειναν από ανδραγαθήματα, στέρεψε η έμπνευση, εξαντλήθηκαν τα κουτσομπολιά, κόλλησε και το στόμα μου από το πες-πες, τι άλλο να κάνω, την ρωτάω με στόμφο:
“Και ξέρεις, Χριστινάκι, πώς το λένε αυτό το βουνό ;”
Αυτή, ξερά, λακωνικά: “Πώς το λένε;”
Εγώ, θριαμβευτικά: “Το λένε Όλυμπο “
Και μου λέει το κωλόπαιδο :
“Και γιατί δεν το λένε Γιώργο;”
Χάνος με ορθάνοιχτο στόμα, ο μπαμπάς!
Και για ν΄ακριβολογούμε, χάνος με ορθάνοιχτο στόμα και με εγκεφαλικό!
Στο επόμενο parking, έκανα δεξιά, και βγήκα να πάρω κάτι τονωτικό.
Όχι τίποτε, για να ξεμουδιάσει και το Χριστινάκι!
Μέχρι την Αθήνα, έχει ο θεός, ή μάλλον, έχουν οι θεοί!
Τι διάολο, δεν θα βρεθεί έστω κι ένας από τους δώδεκα, να βάλει το χεράκι του, μετά από τόσο λιβάνισμα ;
ΠΕΡΙ SAVOIRVIVRE
Στην στενή οικογένειά μας είμαστε αρκετά χαλαροί ως προς τους κανόνες “αξιοπρεπούς”, σοβαροφανούς συμπεριφοράς.
Πρώτον μας χαρακτηρίζει μια σχετική αθυροστομία.
Δεύτερον, περδόμεθα άπαντες με ευκολία και άνεση, και αν η κλανιά δεν γίνει αντιληπτή οσφρητικώς ή ακουστικώς, σπεύδουμε να την δηλώσουμε φραστικώς, συμπληρώνοντας, πανταχόθεν, με διάφορα σκωπτικά σχόλια!
Εντάξει, μην τα πάρετε κι όλα τοις μετρητοίς και μας παρεξηγήσετε! Επιτρέψτε μου να κάνω χρήση της, χιουμοριστική αδεία, (διότι ποιητική δεν θα την έλεγα με τίποτε !), υπερβολής!
Στις κοινωνικές μας συναναστροφές, αλλά και στις επαφές μας με την ευρύτερη οικογένεια, είμαστε όλοι ” trèscommeilfaut”, όσο βέβαια αυτό είναι εφικτό, διότι υπάρχουν και οι αστάθμητοι, λεγόμενοι, παράγοντες!
Ετοιμαζόμαστε λοιπόν να κάνουμε ένα μακρινό ταξίδι για να παρευρεθούμε σε μίαν ευρύτατη οικογενειακή συνάντηση, με συμμετοχή σχεδόν όλων των μελών, (γιαγιάδες, παππούδες, αδέλφια, θείες, θείοι, ξαδέρφια κ.ο.κ.)
Για να μην γενούμε ρεζίλι, πιάνουμε την πολύ μικρή, τότε, Χριστίνα μας και της κάνουμε κατήχηση:
” Τώρα που θα πάμε να βρούμε την γιαγιά, την θεία, κι όλους τους άλλους, όταν θα κάνεις καμία πορδίτσα, δεν θα λές, ΕΚΑΝΑ ΜΙΑ ΠΟΡΔΗ, αλλά θα λες, ΕΚΑΝΑ ΜΙΑ ΠΡΙΤΣ. Εντάξει κοπέλα μου ;”
“Εντάξει“, είπε η Χριστίνα, τρομάρα μας…
Έγινε το ταξίδι, έλαβε χώρα κι η συνάντηση, και ήρθε η στιγμή του Πρώτου, Επισήμου Γεύματος, με χαρακτήρες Επετειακού Γεγονότος, λόγω της σπανιότατης συγκυρίας της συνεύρεσης όλων των, ανά την υφήλιο, σπαρμένων μελών της οικογένειας !
Δεν προφθάσαμε να καθίσουμε στο τραπέζι, κι η φαρμακερή η Χριστινούλα, αφού την αμόλησε, για να βεβαιωθεί ότι δεν διέλαθε της προσοχής ουδενός εκ των παρευρισκομένων, δήλωσε καμαρωτή – καμαρωτή, στεντορεία τη φωνή :
“Ωπ ! Έκανα μία ΠΟΖΡΗ που την λένε ΠΡΙΤΣ !”
Καλώς καμωμένη, υπάκουη Χριστινούλα μου, η ποζρίτσα σου!