iporta.gr

Τα χρόνια περνούν, μαμά, της Αλεξάνδρας Καρακοπούλου-Τσίσσερ

 

Αυτή την φορά βρέθηκα σε μια εντελώς διαφορετική εκδήλωση… Το βράδυ της Παρασκευής που μας πέρασε, φύγαμε ολοταχώς για τα βουνά και τα λαγκάδια για μια εκδήλωση, όπου θα είχαμε την τύχη να ακούσουμε τοπικές χορωδίες της περιοχής του Μούρτσουσλαγκ (Mürzzuschlag), της καταπράσινης Στυρίας. Το κίνητρό μας , δυνατό, αφού θα τραγουδούσαν τα πεθερικά μου, καταλαβαίνετε…

 

Η μέρα βροχερή, μελαγχολική και ο δρόμος γεμάτος Βιεννέζους που ήθελαν να αποδράσουν για το Σαββατοκύριακο, να ξεφύγουν λίγο από την καθημερινότητα, γεγονός που με κάνει κάθε φορά να γελάω, αφού αρχίζω τις συγκρίσεις στο μυαλό μου με τους Αθηναίους.

 

Φτάνοντας κυριολεκτικά με την ψυχή στο στόμα, ψάχνουμε τις θέσεις μας στο κατάμεστο από κόσμο κέντρο εκδηλώσεων της πόλης. Δεν έχουμε προλάβει καλά -καλά να καταλάβουμε πού ακριβώς βρισκόμαστε και τι κόσμος είναι εκεί, μαζί μας. Βλέπουμε τον πρόεδρο των συνταξιούχων της περιοχής (που τυχαίνει να είναι ο πεθερός μου) να βγάζει έναν όμορφο λόγο, αρκετά χιουμοριστικό, απευθυνόμενος κυρίως στα μέλη του συλλόγου και σε όλους αυτούς που τους τίμησαν με την παρουσία τους. Γυρίζω πίσω μου να δω το «κοινό» από περιέργεια και βλέπω χαρούμενες φατσούλες, κάποιας «περασμένης» ηλικίας και ελάχιστους «νέους» ανάμεσά τους, όλοι ντυμένοι με τα καλά τους πανέτοιμοι για να απολαύσουν μια όμορφη βραδιά μουσικής.

Καθώς οι χορωδίες έκαναν το ντεμπούτο τους, με ρεπερτόριο παραδοσιακά κυρίως αυστριακά τραγούδια σε άπταιστη διάλεκτο, ένιωθες πως το χειροκρότημα ήταν ζεστό, γεμάτο νοσταλγία και αναμνήσεις από το παρελθόν, όμορφο ή άσχημο, δεν είχε καμία σημασία. Αυτό που μετρούσε ήταν η στιγμή, η μουσική, τα αστεία και η ζωή που μπορεί να έχει αρχίσει να φθίνει, όμως όσο η ψυχή θέλει, το κορμί πρέπει να αντέξει και να ακολουθήσει.

Ένιωθα πως ήμουν μια εικόνα από το παρελθόν στα πρόσωπά τους. Κάτι μου έλεγε πως θα φτάσω (Θεού θέλοντος) και εγώ στην «θέση» τους κάποτε, στο απώτερο μέλλον και θα θυμάμαι μέσα από τα μάτια των νεότερων, τις καλές στιγμές και αναπολώντας τες θα «κλέβω» ένα κομμάτι χρόνου.

Τους χάρηκα πολύ αυτή την βραδιά, όλους. Είδα πρόσωπα να λάμπουν, να χορεύουν και να τραγουδούν με όλη τους την ψυχή, να σπινθηροβολούν τα μάτια και να αψηφούν οποιαδήποτε ρυτίδα, ηλικία ή καταγωγή. Η αγάπη τους δε για την Ελλάδα δεν περιγράφεται (να τα λέμε και αυτά!)…. όλοι τους έχουν επισκεφθεί τα πανέμορφα νησιά μας και μόνο που δεν ήθελαν να με «υιοθετήσουν» όταν άκουσαν πως είμαι Ελληνίδα. Μου ανοίχτηκαν, έμαθα τις πιο τρελές τους καλοκαιρινές περιπέτειες και γέλασα με την καρδιά μου.

Καθώς περνούσε η ώρα σκέφτηκα και τους «συνταξιούχους» στην Ελλάδα και με έπιασε μια λύπη. Δεν θυμάμαι να έχω δει αντίστοιχες οργανώσεις ή να έχω μεγαλώσει σε μια κοινωνία που να δέχεται τους ανθρώπους κάποιας ηλικίας ως ενεργά μέλη της, χωρίς να τα «πετάει» στο περιθώριο. Δεν λέω, κάτι έχω δει να γίνεται τα τελευταία χρόνια με πρωτοβουλία των εκάστοτε Δήμων, οργανώνοντας μαθήματα, σεμινάρια ή ότι άλλο δημιουργεί νέα ενδιαφέροντα στις προχωρημένες ηλικίες, όμως δεν νομίζω πως θα μπορέσουμε ποτέ να φτάσουμε τους «ομοίους» των άλλων χωρών, εκτός. Έχω την εντύπωση, πως η τρίτη ηλικία στην Ελλάδα είναι λίγο στο «περιθώριο»… ίσως άθελά μας να δημιουργούμε τέτοιες εντυπώσεις, αλλά από τον χρόνο … δεν ξεφεύγει κανείς.

 

Δεν μπορώ να φανταστώ τον εαυτό μου 70+ χρονών, κλεισμένη μέσα σε ένα σπίτι, με μόνη μου ελπίδα να πάω μέχρι την αγορά να ψωνίσω, να παίρνω τα φάρμακά μου τακτικά και να μιλάω που και που με τους «ζωντανούς» μου φίλους και συγγενείς καθώς η τηλεόραση παραμένει ανοιχτή να με αποχαυνώνει ολοένα και περισσότερο καθημερινά… καλύτερα να κλείσω από τώρα ένα ραντεβού με τον Κύριο Χάρο Χάρου (να είναι καλά εκεί που είναι!) να γλιτώσω και την «ταλαιπωρία», την ανία, την βαρεμάρα… την μελαγχολία.

 

Κάτι τέτοιες σκέψεις, με κάνουν να είμαι χαρούμενη που ζω εδώ… ή μάλλον για να το θέσω καλύτερα, με κάνουν ευτυχισμένη που είμαι μέλος μιας κοινωνίας που σέβεται τον άνθρωπο. Ακόμη και αν επιστρέψω μετά από χρόνια στην πολυαγαπημένη μου μικρή πατρίδα, δεν θα μπορέσω ποτέ να ενταχθώ στα μέτρα και τα σταθμά της ελληνικής κοινωνίας απόλυτα, αφού έχω ήδη «εκφυλιστεί» για το καλό μου, έχω παραδειγματιστεί σε άλλες «εφαρμογές».

 

Εύχομαι και ελπίζω στο μέλλον να αλλάξουν τα δεδομένα, αγαπημένη μου Ελλάδα, και να προσφέρεις τα φώτα σου και σε αυτούς, τους πιο ηλικιωμένους ανθρώπους, δείχνοντάς τους έναν δρόμο πιο παραγωγικό και χαρούμενο. Όλοι έχουν δικαίωμα στην ζωή και θυμήσου, θα έρθεις και εσύ στην θέση που είναι …να εύχεσαι να μην νιώσεις ποτέ πραγματικά μόνος.

 

«Πόσο χρονών θα ήσουν, αν δεν ήξερες πόσο χρονών είσαι;» (Satchel Paige, Αφροαμερικανός παίχτης του μπέιζμπωλ, 1906-1982)

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

Αλεξάνδρα Καρακοπούλου-Τσίσσερ