Ο Μάης είναι εδώ, η Βιέννη είναι πανέμορφη και τα πουλάκια τιτιβίζουν …. ένα παραμύθι, μια «αέρινη» ατμόσφαιρα καθώς ο κόσμος έχει βγει πια από τις χειμερινές του κρυψώνες. Κάθε μέρα που περπατώ στους δρόμους του κέντρου της πόλης, η οποία ασφυκτιά από τουρίστες αυτή την εποχή, το συναίσθημα πως ζω σε μια από τις ομορφότερες πρωτεύουσες της Ευρώπης ( ίσως και του κόσμου ) δεν με αφήνει σε ησυχία.
Τα δέντρα έχουν γίνει καταπράσινα, λουλούδια από όλα τα είδη και χρώματα είναι παντού, ζύγιση στοίχιση και τα παρτέρια καθαρά, σαν φωτογραφία. Οι ποδηλάτες έχουν πληθύνει, κουστουμάτοι βγαίνουν από τα γραφεία τους καθώς κατευθύνονται στα εστιατόρια για το μεσημεριανό τους break και κάποιοι άλλοι πιο τολμηροί «καβαλούν» τα σχετικά μεγάλα skateboards τους και αφήνουν το ανοιξιάτικο αεράκι να τους χτυπήσει γλυκά στο πρόσωπο. Οι άμαξες κάνουν την πόλη να μοιάζει από άλλη εποχή, παντού υπάρχει μια έκθεση ζωγραφικής και ένας γιαπωνέζος να βγάζει μανιωδώς φωτογραφίες.
Και εγώ στην μέση της κίνησης, της καθημερινότητας, της ζωής, μετά από δουλίτσες που είχα να τακτοποιήσω περιμένοντας τον Μάρκους να σχολάσει από την δουλειά. Είχαμε δώσει ραντεβού στο κέντρο, θέλοντας να εκμεταλλευτούμε τον ηλιόλουστο ανοιξιάτικο καιρό και να περπατήσουμε προς το σπίτι μας, περνώντας από τον Δούναβη που είναι έτσι κι αλλιώς στον δρόμο μας, απολαμβάνοντας τον ήλιο. Δεν ξέρω τι με έπιασε… ήθελα να φάω κάτι, όχι συνηθισμένο, κάτι που τρώω από παιδί, που να μου θυμίζει Ελλάδα, κάτι που να μου γλυκάνει την νοσταλγία που τα κύτταρα του εγκεφάλου μου, μου έφερναν σαν εικόνα μπροστά μου, ίσως γιατί αυτή η υπέρλαμπρη λιακάδα με «μπέρδεψε» λιγάκι και ήθελα να μάθω που ακριβώς είμαι…
Λέω στον Μάρκους … «πάμε στον ελληνικό φούρνο»… με κοίταξε με ένα βλέμμα απορίας, αλλά και χαράς συνάμα, αφού του ήρθε μια πελώρια λαχτάρα για σπανακοπιτάκια και λουκανικοπιτάκια, που γνωρίζουμε πως διαθέτει ο φούρνος, πεντανόστιμα. Αλλάζουμε λοιπόν την πορεία μας, ελάχιστα βέβαια, αφού το κέντρο της Βιέννης δεν είναι και ιδιαίτερα μεγάλο, και προχωρούμε με μεγάλα βήματα για να τον προλάβουμε ανοιχτό !
Όταν μπήκαμε στον φούρνο, το έπαθα το deja vu μου. Αφού χαιρετηθήκαμε στα ελληνικά, πίστεψα έστω για μερικά λεπτά, πως αν βγώ έξω από το κατάστημα θα βρεθώ στο κέντρο της Αθήνας και θα πάω να πάρω το αυτοκίνητό μου από το γκαράζ για να οδηγήσω προς το σπίτι μου … αφού ψωνίσαμε ότι υπήρχε και είχε μείνει σε «πιτάκι», το βλέμμα μου έπεσε στο επάνω ράφι δεξιά, μπροστά από το ταμείο και «κόλλησα». Σοκολάτες… οι ελληνικές αγαπημένες σοκολάτες, όλα τα είδη μπροστά μου…
Να σας διαβεβαιώσω ( και οι φίλοι μου μπορούν να σας το πουν με σιγουριά! ) πως δεν είμαι φίλη των γλυκών, αλλά ούτε και διανύω κάποιον μήνα εγκυμοσύνης… σαν από μάγια, άπλωσα το χέρι μου γεμάτη ευτυχία, με ένα διάπλατο χαμόγελο και ένα επιφώνημα που ξένισε σύζυγο και πωλητή, άρπαξα την σοκολάτα με τ’ αμύγδαλα ( τι κάνει νιάου νιάου ) και την έβαλα στην σακουλίτσα με τα υπόλοιπα. Αυτό ήταν ! Άνοιξα την συσκευασία και αφού έσκισα το περιτύλιγμα και αφαίρεσα το ασημόχαρτο για να φτάσω στην «πηγή», έκοψα ένα κομματάκι *για αρχή, και το έβαλα στο στόμα μου αφήνοντάς το να λιώσει… και σαν διαφημιστικό σπότ, αναφώνησα από την χαρά μου, στον δρόμο περπατώντας. Ένιωσα πάλι 13 χρονών, στο διάλειμμα, στην αυλή του σχολείου, να τρώω σιγά σιγά την σοκολάτα μου καθώς ακούω τα κουτσομπολιά της τάξης, όλα όμως σε αργή κίνηση αφού η ζάχαρη έκανε την «δουλειά» της, δημιουργούσε συναισθήματα χαράς.
Ένιωσα πως περπατάω στην πατρίδα Ελλάδα και πως σε λίγο θα συναντήσω τους γονείς μου σε κάποιο καφέ και μετά θα πάμε για σουβλάκι στο διπλανό μαγαζί στην πλατεία… ακόμη και κάποιος να με έβριζε εκείνη την στιγμή, νομίζω πως δεν θα με ένοιαζε και πολύ… θα του έλεγα, κάτσε ένα λεπτό να τελειώσω την σοκολάτα μου και μιλάμε. Τίποτα δεν με άγγιζε, τίποτα δεν μπορούσε να μου πάρει το χαμόγελο από τα χείλη… μέχρι και ο Μάρκους διαπίστωσε πως περπατάω σιγά για τα δικά μου δεδομένα και πως το πρόσωπό μου έχει χαλαρώσει τρομακτικά..
«Βρε τι σου κάνει μια σοκολάτα», του είπα. Μεταξύ μας, είναι η νοσταλγία που τα κάνει όλα αυτά. Λίγο ο καιρός, λίγο το καλοκαίρι που έρχεται, δεν θέλεις και πολύ, το μυαλό είναι στην πανέμορφη Ελλάδα, στο γαλανό του ουρανού και το μπλε της θάλασσας. Μετράμε μέρες…