Μόνο στη Ρόδο: Αποστόλου Παύλου 50 (Ανάληψη)-Βενετοκλέων (Στάδιο ΔΙΑΓΟΡΑΣ)-Ρόδου-Λίνδου (ύψος ΙΚΑ)-Λεωφόρος Κρεμαστής – Πηγές Καλλιθέας (από Μάιο-Οκτώβριο) & catering Γάμοι-Βαπτίσεις, Συνέδρια, Εκδηλώσεις
Ο βιότοπός τους είναι το μαξιλάρι της Νάσιας μου.
Πρόκειται για τα δύο καλοσχεδιασμένα, χαριτωμένα κουκλάκια που στολίζουν το κρεβάτι της κορούλας μου παιδιόθεν. Το ένα είναι μία μικρή θαλάσσια χελωνίτσα, βαπτισμένη Λιλή, και το άλλο είναι μία μικρή φώκια, η Φωφώ. Έχουν και τα δύο κάτι ματάκια, μα κάτι ματάκια, αθώα και λίγο σαν λυπημένα, που δεν σου προκαλούν μεν οίκτο, αλλά οπωσδήποτε κινητοποιούν όλη σου την τρυφερότητα.
Ο βιότοπος της άλλης, της αληθινής, γνώριμής μου φώκιας, είναι η θαλάσσια Γαλάζια Σπηλιά του Καστελλόριζου, εξ ου και το τοπωνύμιο «Φωτσαλίκι».
Πρόκειται για ένα απίστευτο, πανέμορφο θαύμα της φύσης, καλά κρυμμένο, πίσω από τη σχισμοειδή της είσοδο η οποία, όταν έχει φουσκοθαλασσιά, δεν επιτρέπει τη διακόρευσή της ούτε καν στις μικρές βάρκες, με εξαίρεση το θρασύτατο καγιάκ μου. Με αυτό, δυο χρόνια πριν, μπήκα στη σπηλιά όπου βρέθηκα, ενώπιος ενωπίω, με την αληθινή Φωφώ, η οποία με υποδέχθηκε με έναν τρομακτικό, εκρηκτικό, εκφυσητικό ήχο, δίκην βρυχηθμού, ενδεικτικό ότι η μαντάμ μάλλον συνόδευε το μωρό της. Με μωρό ή χωρίς, προκάλεσε μεγάλη αναστάτωση στο πεπτικό μου σύστημα, που ξαφνικά αισθάνθηκε την ανάγκη να κενωθεί επειγόντως, (if you know what I mean), ανταποδίδοντας την αναστάτωση που της προκάλεσα εγώ με την απρόσκλητη επίσκεψή μου! Να μην τα πολυλογώ, παίξαμε ένα ολιγόλεπτο κρυφτούλι στην, άνευ επιτυχίας, προσπάθειά μου να τη φωτογραφίσω, έπειτα από το οποίο έκρινα ότι ήταν ώρα «να του δίνω».
Φέτος, ξαναβρεθήκαμε στη σπηλιά με εκλεκτούς καλεσμένους μας, όπου μπήκαμε με ένα μικρό φουσκωτό βαρκάκι, κωπηλατώντας. Το τονίζω, κωπηλατώντας.
Σημειωτέον ότι για να διεισδύσει κανείς στο εσωτερικό της πρέπει να ξαπλώσει στο, υποχρεωτικά μικρό, πλωτό μέσο που χρησιμοποιεί, αλλιώς, πρώτον δεν χωράει και, δεύτερον, κτυπάει το κεφάλι του στον βράχο!
Μετά την περιπετειώδη είσοδο, μένεις άναυδος με το μέγεθος του χώρου που εκπτύσσεται μπροστά στα μάτια σου και με το απίστευτο γαλάζιο φως που βάφει, σε ένα πρώτο επίπεδο, την οροφή με τους σταλακτίτες, αντανακλώμενο, αφού φιλτραριστεί από τον θαλάσσιο βυθό, ενώ όσο εισχωρείς προς τα ενδότερα, τόσο το φως λιγοστεύει, με αποτέλεσμα να πρέπει να σταματάς κάθε τόσο για να συνηθίζεις το σκοτάδι, ξεπερνώντας λίγο-λίγο και το δέος που αυτό σου προκαλεί.
Για να πάρετε μιαν ιδέα, η σπηλιά θυμίζει έναν ψηλοτάβανο (γύρω στα 45 μέτρα), ευρύχωρο καθεδρικό ναό, ο οποίος, προχωρώντας προς τα μέσα, σε ένα μεσαίο, ας πούμε, επίπεδο, διαθέτει ένα είδος βραχώδους «πάλκου» πάνω στο οποίο «παίζουν» τους δραματικούς τους ρόλους κάτι πολύμορφοι ογκόλιθοι, σε έναν απίθανο σκηνογραφικό συνδυασμό, που προφανώς έχουν κατακρημνισθεί από την οροφή του, ενώ παραμέσα, και λίγο προς τα δεξιά, αποκαλύπτονται κάτι θολωτοί σχηματισμοί, σαν ανοικτές αυλαίες, ο ένας πίσω από τον άλλο, μέχρι να καταλήξει κανείς στο βαθύτερο σημείο της, περίπου 115 μέτρα από την είσοδό της, σε μία παραλιούλα με βοτσαλάκια, πιθανό μαιευτήριο της φώκιας.
Μετά την παραπάνω, σύντομη ξενάγηση, ας πάμε πίσω στην παρέα μας που πλατσούριζε στο βάθος της σπηλιάς, δίπλα στο βαρκάκι, θαυμάζοντας το υπερθέαμα!
Σε κάποια στιγμή, ακούμε ήχο μηχανής και μετά από λίγο μπαίνει μία βάρκα μέσα στη σπηλιά, η οποία γεμίζει με καυσαέριο όλον τον χώρο. Εμείς, δεν είμαστε ορατοί στους επιβαίνοντες, διότι βρισκόμαστε εν πλήρει ανέσει, με οπτικό έλεγχο όλης σχεδόν της σπηλιάς, από το σκοτεινό τμήμα της, κοντά στην παραλιούλα, ενώ αυτοί δεν έχουν προσαρμοσθεί ακόμη στις συνθήκες χαμηλού φωτισμού. Η ομήγυρή μας σχολιάζει αρνητικά το γεγονός ότι η μηχανή ήταν ανοικτή όση ώρα η βάρκα έμεινε μέσα στη σπηλιά, αλλά τα σχόλια έμειναν entre nous, (μεταξύ μας, που λένε), μέχρι η βάρκα να φύγει μετά τη σύντομη παραμονή της στο άντρο μας!
Δυστυχώς, το σενάριο επανελήφθη, ολόιδιο, αρκετές φορές, με αρκετές άλλες βάρκες, με αποτέλεσμα, μην έχοντας επαρκή διαφυγή το καυσαέριο να αρχίσει να γίνεται ενοχλητικό, «παρκάροντας» παγιδευμένο στην οροφή, και όχι μόνο, εις βάρος του οξυγόνου, για να μη μιλήσω για τη ζημιά που προκαλεί στον ήδη λαβωμένο σταλακτιτικό διάκοσμο της μεγαλειώδους σπηλιάς μας…
Μία από τις βάρκες, μας πλησίασε αρκετά και ο βαρκάρης της είχε την ευαισθησία, όχι να σβήσει την μηχανή, αλλά να μας ρωτήσει αν υπήρχε κάποιος άλλος από εμάς στη θάλασσα που να μην τον είχε δει, ώστε να ελαχιστοποιήσει τις πιθανότητες ενός ατυχήματος. Η ομήγυρη, φλομωμένη στο καυσαέριο, σχολίασε θετικά την ευαισθησία του βαρκάρη!
Κι ερχόμαστε τώρα στον ελληνάρα, (καστελλοριζάρα ήθελα να πω, που συνιστά υποείδος του ελληνάρα), ο οποίος μπαίνει στη σπηλιά με τη μηχανάρα αναμμένη, αδιαφορεί αν υπάρχουν λουόμενοι, ανάβει έναν ενοχλητικότατο προβολεάρα, φωνασκεί λες και είναι μόνος του, μαρσάρει το γκάζι διότι δεν του αρκεί το ήδη υπάρχον καυσαέριο και, γενικά, μας θυμίζει ότι «εγώ είμ’ εδώ, ρε!».
Ο κόμπος έφθασε στο χτένι, οπότε ο αγαπημένος μου γιόκας, του απευθύνει, ευγενέστατα και κοσμιότατα, (και τον συγχαίρω γι’ αυτό), την εξής, ας την πω ρητορική, ερώτηση σε πολύ προσεγμένο πληθυντικό ευγενείας: «…συγγνώμη, μήπως θα μπορούσατε να σβήσετε τη μηχανή σας και να χρησιμοποιήσετε τα κουπιά σας, διότι βλάπτετε το περιβάλλον της σπηλιάς;». Τώρα, εμείς στο νερό, αυτός στη βάρκα, εμείς στο σκοτάδι, αυτός με τον προβολέα να μας τυφλώνει, άντε να κάνεις συζήτηση οικολογικού περιεχομένου – και με ποιον!
Η ομήγυρη στήριξε με λογικά επιχειρήματα και με παρρησία τον νεαρό μας που τόλμησε να προκαλέσει τον βίαιο εισβολέα. Το στυλ βέβαια του βαρκάρη, (sea taxi driver, τους λένε τώρα στο Καστελλόριζο!), ήταν, όπως αναμενόταν, «…και ποιος είσαι, ρε, που θα μου πεις να σβήσω την μηχανή;» και «…σιγά μην κάνω κουπί…» και «…μου γίνατε όλοι σπηλαιολόγοι!…» και άλλα παρεμφερή, ενώ στόχευε, με τη σειρά, κάθε έναν από εμάς με τον προβολέα! Μόλις η φωτεινή δέσμη έπεσε πάνω στη φαλάκρα μου, αντελήφθη ότι ήμουν ένας εκ των συνομιλητών του, οπότε, ρίχνοντας τα γράδα στη φωνή και στη συμπεριφορά του, αποχώρησε διακριτικά, για να μην πω σαφώς μουδιασμένα…
Προσωπικά στις διακοπές μου προσπαθώ να μην μπλέκομαι σε στριμόκωλες καταστάσεις με δυσάρεστες συζητήσεις και καβγάδες, μιας και αυτό κάνω όλον τον υπόλοιπο χρόνο, αλλιώς δεν θα ήταν «διακοπές»! Όμως το αντίτιμο τού να μην καβγαδίσω ήταν να χάσω, έκτοτε, τον ύπνο μου, οπότε, να ‘μαι εδώ, να μοιράζομαι τον πόνο μου μαζί σας.
Αλλά ας βάλουμε τα πράγματα σε μία τάξη, κύριε sea taxi driver, που ξέρω πολύ καλά ποιος είσαι:
Εμείς ποτέ δεν δηλώσαμε σπηλαιολόγοι. Αλλά αν πρέπει να είσαι σπηλαιολόγος για να επιδείξεις μία στάση σεβασμού απέναντι στη φύση, τότε να χέσω τη Σπηλαιολογία!
Δεν ξέρω πόσο χρεώνεις «το κεφάλι» για τις βόλτες στη σπηλιά, αλλά ξέρω ότι κάνεις αμέτρητες βόλτες ημερησίως, έχοντας στήσει πολύ πονηρά ένα ιδιαίτερα προσοδοφόρο «μαγαζάκι» στο λιμάνι της ιδιαίτερης πατρίδας μας όπου «κλείνονται» από τους συνεργάτες σου οι μίνι κρουαζιέρες σου!
Επίσης ξέρω ότι τα ποσά που μαζεύεις θα τα ζήλευαν πολλοί Διευθυντές του Ε.Σ.Υ. στη χώρα μας, ενώ δεν ξέρω σε πόσους πελάτες σου παρέχεις δελτία παροχής υπηρεσιών, αλλ’ αυτό είναι αλλουνού παπά ευαγγέλιο..
Επίσης, ξέρω ότι δεν προτίθεσαι να κουραστείς λίγο παραπάνω για να κερδίσεις τα προς το ζην, (και πολύ περισσότερα!) – «…τι κουπιά και μαλακίες, μου λες εσύ τώρα! Τάκα-τάκα να πέφτουν τα φράγκα, να μη χάνουμε χρόνο!».
Επίσης, ξέρω ότι είσαι ένας θρασύδειλος που πουλάς τσαμπουκά μέσα στα σκοτάδια της σπηλιάς κι ότι αν με συναντούσες πρόσωπο με πρόσωπο στο λιμάνι θα μου έκανες τεμενάδες, (που μου έκανες, με τόσους καλεσμένους που κουβαλάω μαζί μου κάθε χρόνο, εγώ και η ευρύτερη οικογένειά μου!).
Επίσης ξέρω ότι δεν ενδιαφέρεσαι καθόλου, παρά τις εκάστοτε δηλώσεις σου περί «Ακριτών και φύλαξης Θερμοπυλών», (και λοιπής μπουρδολογίας), για την πανέμορφη ιδιαίτερη πατρίδα μας, που μαζί με τους ομοίους σου την καθιστάτε ολοένα και λιγότερο όμορφη…
Ξέρω, επίσης, ότι στα παλιά σου τα παπούτσια (ή, περίπου, 80 εκατοστά πιο πάνω!), η φώκια στο Φωτσαλίκι…
Όμως, το μέλλον της πατρίδας μας στηρίζεται πάνω στην, από το βαθύτατο παρελθόν, ύπαρξη της φώκιας στα νερά μας, και μόλις εξαφανισθεί η γλυκιά μας Φωφώ, θα εξαφανισθούμε κι εμείς, και τότε δεν θα έχει καμία σημασία αν εσύ θα έχεις πλουτίσει από την (αυτο)καταστροφική σου δραστηριότητα ως sea taxi driver!
Θυμάμαι σαν σε όνειρο, τον αείμνηστο Δήμαρχό μας Μιχάλη Χονδρό, τότε που οι Δήμαρχοι δεν με έκαναν να ντρέπομαι που είμαι Καστελλοριζιός, να αναφέρει στα κείμενά του ότι στη Γαλάζια Σπηλιά συναντά κανείς και αγριοπερίστερα! Σήμερα, κύριε ψευτο-νταή μου, δεν έχει μείνει ούτε πούπουλο, αν αυτό σου λέει κάτι, κι ας μην είμαι ορνιθολόγος…
Κι όλ’ αυτά με την ανοχή, κι εύχομαι όχι με την ευλογία, των Αρχών του Τόπου, τόσο Περιφερειακά, όσο και Κεντρικά…
Τέλος, οι «πατριώτες» προστατεύουν τον τόπο τους και δεν τον λερώνουν, δεν τον κατακλέβουν, δεν τον δυσφημίζουν με τη στάση τους και, γενικά, δεν τον καταστρέφουν. Ενδεικτικά, θυμάμαι τον άλλο, που πολλά χρόνια πριν, όταν του είπα ότι δεν πρέπει να «ψαρεύει» με δυναμίτες διότι, σύντομα, δεν θα υπάρχει ούτε λέπι για τους τουρίστες, μου είχε απαντήσει, «…μα εγώ τους δυναμίτες τους ρίχνω στα τούρκικα νερά…!». Πρέπει να είσαι ιχθυολόγος ή ωκεανογράφος για να φρίξεις με το εν λόγω επιχείρημα;
Ελπίζω ότι του χρόνου που θα ξανάρθω, δεν θα με υποδεχθείτε, όπως συχνά στο παρελθόν, με σκοτεινά, εχθρικά, δολοφονικά βλέμματα, (που πολύ λίγο μ’ ενδιαφέρουν), κι ότι θα σκύψετε ταπεινά το κεφάλι σας από ντροπή, μπας και -κάποια στιγμή- ξεχάσετε το τσαμπουκαλίδικο ύφος σας κι αρχίσετε να νοιάζεστε για την πατρίδα μας ουσιαστικά κι έμπρακτα, αλλάζοντας προς το καλύτερο τη στάση σας σαν επαγγελματίες και, γενικότερα, σαν αληθινοί πατριώτες (που πολύ μ’ ενδιαφέρει)!
Όσο για τις Αρχές, «…για να γυρίσει ο ήλιος, θέλει δουλειά πολλή!…».
Στο μεταξύ, το βλέμμα της Φωφώς μας με στοιχειώνει, διότι, είπαμε, από αγριοπερίστερα, ούτε πούπουλο…