Ετοιμάζομαι να πάω για πρωινό σε ένα από τα πιο ιστορικά καφέ της Βιέννης, στο Café Museum. Το Καφέ αυτό μετρά τις μέρες του από το 1899, με θαμώνες όπως τον Γκούσταφ Κλίμτ, Έγκον Σίελε, Όττο Βάγκνερ, Φράντς Λέχαρ, Όσκαρ Στράους και Όσκαρ Κόκοσκα. Η ατμόσφαιρά του μοντέρνα, νεοκλασσική, αριστοκρατική, φινετσάτη. Τα κορίτσια με περίμεναν ήδη καθισμένα, σε ένα από τα κυκλικά κόκκινα καναπεδάκια και ένας ευγενικός με σμόκιν, όχι και τόσο νεαρός σερβιτόρος, μου δείχνει τον δρόμο. Αφού ασπάστηκα τις αυστριακές μου φίλες σαν κλασσική ελληνίδα «ζωηρά» (και γύρισε το μισό καφέ να κοιτάζει, ποιός «ταράζει» την απόλαυση του σιωπηλού τους πρωινού) κάνουμε νόημα στον ευγενικό σερβιτόρο για να παραγγείλουμε. Πίσω μας και το κρατικό αυστριακό κανάλι ORF, «κλεισμένο» σε μια ξεχωριστή γυάλινη αίθουσα, παραδίδοντας συνέντευξη τύπου σχετικά με το επερχόμενο Δημοψήφισμα για τις γενικές δημοκρατικές διαδικασίες του κράτους και εναντίον των προνομίων της εκκλησίας (15-22 Απριλίου). Γύρω μου δημοσιογράφοι, κάμερες, καλοντυμένες κυρίες που γράφουν το επόμενό τους άρθρο και εμείς συγκεντρωμένες στο πλούσιο πρωινό μας. Η κουβέντα μας γυρίζει γύρω από ένα ιδιαίτερο θέμα, στο γεγονός ότι η Μπριγκίτε ξεκίνησε να μαθαίνει ελληνικά. Η χαρά της δεν κρύβεται και γεμάτη περιφάνεια παίρνει ένα κομμάτι χαρτί και μου γράφει την λέξη «παρακαλώ». Χωρίς ορθογραφικό λάθος και ένα πλατύ χαμόγελο βγάζει από την τσάντα της ένα δώρο για μένα. Ένα CD με ελληνική μουσική της Δέσποινας Βανδή, που τόσο αγαπά και ακούει στην διαπασών όταν είναι μόνη της στο σπίτι. Η επιγραφή στα ελληνικά γραμμένη στο χέρι «Για Αλέξα από Σπουργίτι, ΔΕΣΠΟΙΝΑ». Πραγματικά έχασα τα λόγια μου. Στα 15 συνολικά χρόνια σε αυτή την χώρα, δεν έτυχε ποτέ, αυστριακός ή αυστριακή να μου κάνει ένα τόσο «ελληνικό» δώρο. Συγκινήθηκα, τα ´χασα. «Θέλω να μάθω την γλώσσα σου», λέει η Μπριγκίτε, «να σε καταλαβαίνω, για να ξέρεις πως έχεις φίλους εδώ σε αυτή την χώρα». Όλο αυτό με βάζει σε σκέψεις. Περνούν χιλιάδες εικόνες από το μυαλό μου. Εικόνες τρομοκρατικής βίας, η εκλογή του νέου Πάπα, η Μέρκελ και τα χιουμοριστικά κολάζ που κυκλοφορούν στο «φατσοβιβλίο», τίτλοι ειδήσεων των τελευταίων καιρών. Ίσως να μην επικοινωνούμε σωστά τελικά. Πως μπορούμε να αγνοούμε τα φιλοελληνικά αισθήματα λαών που είναι τόσο διαφορετικής «κλειστής» νοοτροπίας; Πως είναι δυνατόν να ξεχνάμε τα σημάδια των καιρών, τώρα που όλοι οι λαοί βρίσκονται σε κατάσταση εκτάκτου ανάγκης. Αν δεν μάθουμε να ζούμε μαζί, να προετοιμάσουμε το έδαφος για μια πιο φιλική συνύπαρξη, θεωρώ πως δεν θα έχουμε πιάσει το «νόημα». Ίσως τελικά να πρέπει να γυρίσουμε σελίδα, να πάμε αρκετά πιο πίσω, το 1964 και να φαντασιωθούμε πως είμαστε ο Άντονι Κουήν, ως Αλέξης Ζορμπάς, που μαθαίνει τον Άλαν Μπέιτς να χορεύει, γελώντας με την καρδιά του.
«Επικοινωνία, μια λέξη μαγική», της Αλεξάνδρας Καρακοπούλου-Τσίσσερ
23.4.2013