Είναι μια μεγάλη και πονεμένη ιστορία αυτή, που άρχισε πολλά χρόνια πριν, τότε που όλα τα δώρα δεν ήταν οικιακές συσκευές, λίστες γάμου στο Kosta Boda και φακελάκια με ζεστό μετρητό. Ήταν τα χρόνια εκείνα που τα περισσότερα δώρα εκτός από ηλεκτρικά σίδερα και πιατάκια πάστας ήταν αυτό που σήμερα θα λέγαμε …διακοσμητικά. Δώρα γάμου, ή δώρα φίλων, ή και αγορές για να στολίσουμε το νέο μας σπίτι…
Πορσελάνινοι ελέφαντες και άλογα για τους ταξιδιάρηδες, σκυλάκια και γατάκια για τους ρομαντικούς, αετούς και πέρδικες για τους κυνηγούς, αγελάδες και ταύρους για τους καλοφαγάδες! Αγαλματίδια με βοσκοπούλες με τα αρνάκια τους και τη στάνη με τον βοσκό να παίζει αμέριμνος τη φλογέρα του, μια αθώα κορασίδα να κουνιοτραμπαλίζεται κάτω από ένα δέντρο τίγκα στην περικοκλάδα και φυσικά ποιος θα ξεχάσει τον χαμογελαστό μολοσσό, σε φυσικό μέγεθος παρακαλώ, που μας υποδεχόταν στο χολ του σπιτιού σαν τον ιδανικό εκπαιδευμένο μπάτλερ! Δεν λέρωνε, δεν ενοχλούσε, δεν ήθελε βόλτα καθημερινώς και το πιο σημαντικό….δεν του κολλούσες ένσημα!
Από κοντά και οι φοντανιέρες με τα ευφάνταστα χερούλια-θρίλερ, μια κατηγορία από μόνες τους, που σήμερα σίγουρα θα γινόταν ανάρπαστες στα κλασικά αμερικάνικα σπίτια ως… τεφροδόχοι!
Συνεχίζουμε με κρυστάλλινα λουλούδια, κρυστάλλινα κηροπήγια ρεσώ, και μπωλ που συνήθως έρχονταν σε δυάδες, κρυστάλλινα ζωάκια από το ιστορικό Μουράνο και κοπάδια ολόκληρα από κρυστάλλινες μινιατούρες που έρχονταν με τις ειδικές θήκες τους και κόστιζαν μιά μικρή περιουσία! Ωδή στο Ακρον Ηλιον Κρυστάλ και φυσικά στο αξεπέραστο Kosta Boda…
Μουσικές μπιζουτιέρες, που μέσα τους έκρυβαν μια μπαλαρίνα να στροβιλίζεται με το Für Elise, γόνδολες διαφόρων μεγεθών με τον γονδολιέρη με το κολάν να κωπηλατεί αενάως στο κενό, πάνω στο σερβάν (με τα πιο εξελιγμένα μοντέλα να είναι εξοπλισμένα με φωτιζόμενη καμπίνα που αναβόσβηνε νανουριστικά στα χρώματα της ίριδας). Αυτά από τα παλιά…
Δεν ξεχνάτε βεβαίως τα ασημικά προικιά του σπιτιού, μπολάκια επί μπολακίων, λήκυθοι σε τρίποδα, βαζάκια, πιατάκια, κηροπήγια και στο τσακίρ κέφι καμιά λάμπα. Εδώ εκτός από το ξεσκόνισμα έπεφτε τρίψιμο και των γονέων…
Και ποιος θα ξεχάσει τα τασάκια. ΄Αλλος νταλκάς κι αυτός! Όλοι καπνίζοντες τότε…Ντουμάνια στα σαλόνια της εποχής. Ποιός να ρωτήσει ποιον αν επιτρέπεται το κάπνισμα. Χάλια οι κουρτίνες και παντού τασάκια. Παντού. Τασάκια που όμως δεν τα χρησιμοποιούσαμε γιατί ήταν τα καλά μας· και ΟΛΑ αυτά πάνω σε σεμεδάκια που εναλλάσσονταν ανάλογα με την εποχή και την εορτή: κοφτά, λευκαδίτικα, κρητικά, υφαντά, μεταξωτά και δεν συμμαζεύεται!
Ελάτε, τώρα! Μη μου παριστάνετε τους έκπληκτους.
Είμαι σίγουρη ότι κάποιο από τα παραπάνω αριστουργήματα στόλιζαν σίγουρα κάποια γωνιά του πατρογονικού σας, αν όχι όλες τις γωνιές! Και αν πάρουμε τα δικά μου βιώματα από την αρχή τους, θα πρέπει να γυρίσουμε πίσω στο σωτήριον έτος 1967, όταν ο πατήρ μου ντυνόταν γαμβρός και η μητέρα νύφη. Η τελετή ήταν συγκινητική, οι νεόνυμφοι ερωτευμένοι και τα δώρα γάμου θα ακολούθησαν φυσικά το μοντέλο της εποχής. Κάποια σίγουρα θα υπήρχαν από πριν…
Όπως η γόνδολα μετά του κολανοφόρου γονδολιέρη που σας έλεγα, ενθύμιον από το γαμήλιο ταξίδι στην Βενετία (ταξίδι που για σατανική σύμπτωση με μιά εσανς τραγικής ειρωνίας, έμελε να είναι και το τελευταίο μακρινό ταξίδι του μπαμπά πριν μας φύγει…) .
Ένας μικρός στρατός από τασάκια σχηματιζόταν καθώς και ένας χαριτωμένος μικρός στόλος από φοντανιέρες που μόλις είχε αρχίσει να εξοπλίζεται. Θυμάμαι αμυδρά κι ένα ρολόι τοίχου τύπου «κούκος», που μάλλον τα είχε κακαρώσει από καιρό ή έβγαινε τις ώρες που δεν ήμασταν στο σπίτι, γιατί είχαμε χρόνια να το δούμε το πτηνό. Εκτός κι αν όλο αυτό το είχα δει στον ύπνο μου. Το πάθαινα μερικές φορές. Θρίλερ αυτά τα ρολόγια…Όχι;
Και φτάνουμε στην κατηγορία « πιάτα τοίχου», κάτι που ποτέ δεν κατάλαβα. Αυτά είναι πιάτα που τρώμε και τα κρεμάμε στο τοίχο; Αν ναι, γιατί τα κρεμάσαμε στον τοίχο και δεν τα βάλαμε κατευθείαν στην πιατοθήκη; Και άντε να το δεχτώ πως φτιάχτηκαν για τον τοίχο, τότε γιατί δεν υπάρχουν και πιρούνια τοίχου, ποτήρια τοίχου, κατσαρόλες τοίχου και ούτω καθεξής;!
Ερωτώ κι απάντηση δεν παίρνω. Ειδικά από τη μανούλα, που φτάνοντας στο σήμερα θα πρέπει να έχει πάνω από διακόσια και βάλε πιάτα κρεμασμένα στους τοίχους του πατρικού.
Και αυτό γιατί, μέσα στα χρόνια που μεσολάβησαν, η μαμά
έπαθε αυτό που λένε ΣΥΛΛΟΓΗ! Για να καταλάβετε, νοτιοδυτικά του τζακιού του καθιστικού, ψηλά και δίπλα από την λαίδη Νταιάνα και παραδίπλα από την πεθερά της υπάρχει πιάτο με την Κέιτ και τον Ουίλιαμ να φιλιούνται περιπαθώς στο μπαλκόνι του Μπάκιγχαμ (αυτό το τελευταίο πεσκέσι από Λονδίνο όταν παντρεύτηκε ο διάδοχος).
Υπάρχουν πιάτα ενθύμια της γιαγιάς, μερικά εξαιρετικά που τα έχω καπαρώσει εγώ από τώρα, αναμνηστικά από τα ταξίδια ανά την Ελλάδα και τον υπόλοιπο πολιτισμένο και μη κόσμο (από ενθύμιον της γραφικής Μακρυνίτσας έως τον μπαμπά μου αγκαλιά με μια ημίγυμνη Χαβανέζα ντυμένη παραδοσιακά, με τις ορχιδέες της, την χορταρένια φούστα της και τα εβέδινα μαλλιά της και την μαμά όλο χαρά από δίπλα και ένα άλλο με τον μπαμπά με μιά ημίγυμνη γυαλιστερή Βραζιλιάνα με τα φουντωτά φτερά της στα επίμαχα σημεία, μιά περικεφαλαία από στράς στο κεφάλι και την μαμά από δίπλα, επίσης όλο χαρά! ).
Και φυσικά δώρα, γιατί όλοι γνωρίζαμε την αδυναμία της μαμάς και της φέρναμε κι εμείς πιάτα από όπου πηγαίναμε!
Και επειδή η φαμίλια ήτο πολυταξιδεμένη, τα καρφιά στους τοίχους έδιναν και έπαιρναν! Πού την έχανες πού την έβρισκες την μαμά, πάνω στην σκάλα με ένα σφυρί στο χέρι και ένα καρφί στο στόμα!
Οι κακές οι γλώσσες λένε ότι ένας μπογιατζής που μπήκε στο καθιστικό μας και έλαβε την εντολή «Μάστορα, κατέβασε προσεκτικά ΟΛΑ τα πιάτα, μετά βγάλε ΟΛΑ τα καρφιά, στόκαρε, βάψε, ξανακάρφωσέ τα και κρέμασε ξανά ΟΛΑ τα πιάτα στην θέση που ήταν εξ αρχής », βρίσκεται στη Γαλήνη από το 1981. Εγώ το πιστεύω.
Σας έλεγα λοιπόν ότι η μαμά έπαθε «ΣΥΛΛΟΓΗ» και ο μπαμπάς είχε σηκώσει τα χέρια ψηλά και είχε ανοίξει τις τσέπες του γιατί σοφά αντιληφθεί, ο καλός μου, τη ματαιότητα της αντίρρησης, που δεν θα οδηγούσε παρά μόνο στην παραδοσιακή κρεββατομουρμούρα. Οπότε, σου λέει ο άνθρωπος, από το να προσπαθώ να την πείσω ότι αυτό το κρυστάλλινο βαζάκι που παζαρεύει στην αγορά του Αλ Χαλίλι, έχει τα τρία αδερφάκια του και το υπόλοιπο σόι του ήδη αραγμένα πάνω σε κάποιο ράφι –τραπεζάκι-βιτρίνα-βιβλιοθήκη-εταζέρα, καλύτερα να κάνω ότι συμφωνώ εφόσον δεν τα ξεσκονίζω ΕΓΩ! Δυστυχώς όμως, καλοί μου άνθρωποι –εδώ θα ήθελα την προσοχή σας παρακαλώ– τα ξεσκόνιζα ( κάποιες φορές ) ΕΓΩ!
Και επειδή τα ελληνικά σπίτια που σέβονται τον εαυτό τους οφείλουν να έχουν τόσα τραπεζάκια όσα και οι πιθανοί καλεσμένοι τους, καταλαβαίνετε ότι ο αριθμός των αντικειμένων που τα κοσμούσαν ήθελε μαθηματική εξίσωση για να υπολογιστεί! Σας βεβαιώ πως αυτό δεν συνέβαινε μόνο στο δικό μας σπίτι εκείνες τις εποχές της υπερβολής.
Και το κερασάκι στην τούρτα ήταν η φονική ατάκα «Να τα ξαναβάλεις ΟΛΑ στη θέση τους!».
Μα, πείτε μου ειλικρινά, πώς θυμόταν ότι το γαλαζωπό δελφίνι από κρύσταλλο Μουράνο ήταν δίπλα από το άλλο ψάρι από κρύσταλλο Μουράνο(ε,ρε δόξες τότε το Κοσταμποντέϊκο!) αριστερά από την κορνίζα του παππού, βορειοανατολικά του επάργυρου κηροπηγίου με το εκρού κερί, ανατολικά του μπολ του κλοαζονέ του κινέζικου και πίσω από το τασάκι από κρύσταλλο Βοημίας, που το φέραμε τσιφ από τη Βοημία την ίδια. Πάρ’ τo αυγό και κούρευ’ το!
«Βρε μανούλα μου», της έλεγα κάθε φορά που η σάλα η καλή ετοιμαζόταν για τις ονομαστικές εορτές μας (τον παλιό εκείνον τον καιρό που τα δώρα ήταν λικέρ, ουισκάκια, τούρτες και κασπώ με άνθη εσωτερικού χώρου), «θα έρθει ο καλεσμένος και δεν θα έχει πού το ποτήριόν του κλίνη!».
Θα ξεχάσω τότε που είχε έρθει ένας κουμπάρος μας, καλή του ώρα, έπινε μόνο Τζόνι μαύρο… και μπερδεύτηκε με τόσα τζάντζαλα μάντζαλα δίπλα του που στο τέλος μας ευχήθηκε πίνοντας από το βαζάκι με την γαρδένια. (λικέρ γαρδένια ωραιότατο, γιατί;;;!).
Και καλά, στις φοντανιέρες βάζουμε φοντάν, στα μπολάκια ξηρούς καρπούς` (στα ασημένια μην βάζετε αλατισμένους γιατί τα καταστρέφει το αλάτι, εκ πείρας σας το λέω), στα κινέζικα αξεσουάρ (τι αγάπη κι αυτή με την υπερδύναμη!) τί να βάλουμε, νουντλς και γουασάμπι; Ούτε στην Απαγορευμένη Πόλη σας λέω τόσο κλοαζονέ!
Αραίωνα εγώ δολίως και υπούλως, αλλά η μητέρα είχε σκανάρει τον χώρο σαν δορυφόρος της NASA ! Αφήστε που συνεχώς είχαμε νέες αφίξεις αντικειμένων. Και επειδή δεν μπορούσε να τα κατατάξει σε κατηγορίες, τα ονόμαζε όλα μπιμπελό! Και κάπως έτσι φτάσαμε στο σήμερα, όπου πάνω σε ένα αντιπροσωπευτικό δείγμα τραπεζιού λάμπας (μεγαλούτσικο είναι η αλήθεια) βρίσκουμε ˗και δεν αστειεύομαι ουδόλως˗ τα εξής ετερόκλητα αντικείμενα:
Πέντε κορνίζες ασημένιες τοποθετημένες βάσει υψομετρικής διαφοράς των, τέσσερα ψαράκια διαφορετικών μεγεθών και χρωμάτων τύπου Μουράνο, ένα λιβανιστήρι από τα Ιεροσόλυμα και ένα βαζάκι με άμμο από το Ντουμπάι, δύο τασάκια ασορτί, και ένα ξέμπαρκο, τρία βαζάκια γυάλινα μικρά ˗άδεια˗ και ένα βάζο τεράστιο -άδειο επίσης-, ένα μπολ με αρωματικά φυλλαράκια για ατμόσφαιρα, μια φοντανιέρα άδεια και μια γεμάτη με ρόδια διακοσμητικά, μια μάσκα από την Βενετία ωραιότατη, ο πύργος του Άιφελ, το άγαλμα της Ελευθερίας και το Σινικό τείχος σε επίχρυσες μινιατούρες δίπλα δίπλα (σκουληκότρυπες στο σαλόνι μας!), ένα σετ κηροπήγια ασημένια με κεριά χρώματος μπλε ρουά, που όμως δεν τα έχουμε ανάψει ποτέ,
ένα κακτάκι σε επάργυρο πιατάκι, μια ασημένια περίτεχνη μπιζουτιέρα από τα αραβικά Εμιράτα, μισάνοικτη, που από μέσα της ξεχειλίζουν διαφόρων ειδών κομπολόγια, ένα μπολ ασημένιο, άλλο ένα μπολ και ένα μπολάκι, που προφανώς κάνουν παρέα το ένα στο άλλο. Α, και να μην ξεχάσω, μία λάμπα κινέζικη κλοαζονέ ωραιότατη! Εντάξει μπορεί να τα θυμάμαι λίγο μπουρδουκλωμένα και να μπέρδεψα τα τραπεζάκια, αλλά η ουσία παραμένει.
Ελπίζω να μη σας ξύπνησα μνήμες από το παρελθόν και να μη με θεωρείτε υπερβολική. Γιατί, αν προσθέσω και την τελευταία εμμονή της μητρός μου, που
είναι οι αγιογραφίες, θα με περάσετε για εντελώς τρελή! Εδώ όμως το πράμα
σοβαρεύει γιατί οι συγκεκριμένες αγιογραφίες έχουν την εξής ιδιαιτερότητα. Τις έχει ζωγραφίσει η ίδια η μανούλα (απεδείχθη όντως μεγάλο ταλέντο!) και φυσικά ένας ολόκληρος τοίχος βάφτηκε μπορντό και αφιερώθηκε στα θεία. Ευλόοογησον!
Και τώρα, όποτε τρώμε οικογενειακώς, είμαστε μπουκίτσα και σταυροκόπημα! Τουλάχιστον, όσοι έχουν την τύχη να κάτσουν φάτσα στον μπορντό τοίχο μας. Και άντε να σου κατέβει μπουκιά υπό το βλέμμα του Αϊ-Γιάννη του νηστικού!
Γέμισαν λοιπόν οι τοίχοι και τα κάθε λογής τραπεζάκια και τα τζάκια και οι βιτρίνες, και οι εταζέρες και οι βιβλιοθήκες…την στιγμή ακριβώς που κόπηκαν και οι συναθροίσεις, οι πολλές γιορτές και τα πανηγύρια. Στο σαλόνι μας επικρατεί μια παράξενη ησυχία ολόιδια με αυτή που επικρατεί γενικώς στον κόσμο όλο.
Και ειλικρινά, το μόνο που μπορώ να πω είναι καλά να είμαστε, να΄χουμε να θυμόμαστε και να … ξεσκονίζουμε. Γιατί όσο κι αν γκρινιάζω και γω κατά κει το πάω…λάου λάου, αλλά το πάω. Μπορεί να μην έχω πιάτο με φωτό αγκαλιά με την βασίλισσα του καρναβαλιού του Ρίο, αλλά την ντζαντζαλομανταλία μου την έχω και γω σε παράταξη.
Μου τα λέει η κόρη μου και δεν με πιστεύω! Αλλά τί να πεις;
Η ζωή φτιάχνεται από τις αναμνήσεις μας κι αυτές έχουν θέση εκτός από την καρδιά μας και σε κάθε τραπεζάκι λάμπας, σε κάθε ράφι, σε κάθε βιτρίνα κι ας μην ταιριάζουν όλα αναμεταξύ τους. Σαν τα κομμάτια ενός παζλ που ενώ κανένα δεν είναι ίδιο με το διπλανό του, όλα μαζί σχηματίζουν μιά τέλεια εικόνα, που μπορεί να μην αρέσει σε όλους αλλά θα είναι πάντα η δική μας εικόνα.
Γιατί όπως λέει και η μαμά μου «Κάθε πράγμα έχει για μένα συναισθηματική αξία» Και με το συναίσθημα δεν μπορεί να τα βάλει κανείς… Μπορεί;