iporta.gr

Turn on. Tune in. Drop out, του Νίκου Βασιλειάδη

Τα καλοκαίρια στο νησί η μάνα μου με τραβούσε στις εκκλησιές και στα πανηγύρια.

Ποτέ μου δεν μπόρεσα να μετρήσω πόσες εκκλησιές και πόσα πανηγύρια έχω δει σε ένα τόσο δα μικρό νησί.

Την ίδια απορία είχε και η κόρη μου μετά από χρόνια όταν βάλθηκα μέσα στις πρώτες 48 ώρες να την γυρίσω σε όλες τις εκκλησιές της Σύρου, ανάκατα, καθολικές και ορθόδοξες. Στα πανηγύρια λοιπόν όταν είχα κατορθώσει να απαλλαγώ από την χωρίστρα μου, νά’ναι καλά τα μελτέμια, τράβαγα τον ποδόγυρο του φουστανιού της μητέρας μου, σαν από νεύρα. Συνέχεια και συνέχεια. O ποδόγυρος ήταν η χειρολαβή μου και ο τρόπος να τραβήξω το ενδιαφέρον, να βρω ανταπόκριση σε οτιδήποτε φανταστικό με απασχολούσε. Εδώ βαριέμαι, εδώ δεν μου αρέσει, τώρα διψάω, τι ώρα είναι…πεινάω, νυστάζω θέλω να κοιμηθώ. Το ενδιαφέρον μου για τα πανηγύρια είχε χαθεί , προτού καλά-καλά φτάσουμε και στα μάτια μου κάθε γιορτή έμοιαζε ίδια. Όλα μου φαίνονταν ανούσια και φωνακλάδικα και με έπιανε η γκρίνια που δεν είμαι στη γειτονιά με τα άλλα παιδιά, στο κρεβάτι μου, στην αυλή της γιαγιάς μου, στην νόνα μου να μου λέει παραμύθια, στην συκιά ανεβασμένος να κοιτώ τα αστέρια πάνω απ’ το κεφάλι μου.

Τα καλοκαίρια στο νησί η μάνα μου με τραβούσε στις εκκλησιές και στα πανηγύρια και γω συνέχιζα και τράβαγα τον ποδόγυρο του φουστανιού της από νεύρα. Συνέχεια και συνέχεια. Και μ’ έπαιρνε σηκωτό από κει, και έλεγε πως δε θα με πάει ποτές σ’ άλλο πανηγύρι αφού δε θέλω και πως στην Αθήνα θα χορτάσω τσιμέντο και σιωπή.

Κι όμως εγώ γκρίνιαζα και συνέχιζα να τραβώ τον ποδόγυρο του φουστανιού της , γιατί ήξερα πως αυτό ήταν ένα ψέμα. Γιατί και στην Αθήνα μεγαλώνοντας με περίμεναν τα ίδια πανηγύρια. Κι ας μην ήταν αφιερωμένα σε κάποιον άγιο, κι ας μην είχαν φωτεινά λαμπιόνια και πάγκους με παιχνίδια, άρτο με ζάχαρη στην κόρα, σύκα σταφύλια και κρασί. Ήταν τα πανηγύρια κάποιων που νόμιζαν πως άλλαξε ξαφνικά η ζωή τους. Μια ο εθνάρχης, μια η ΕΟΚ, μια ο Αντρέας με την αλλαγή, μια το Ευρωπαϊκό, μια οι εκλογές με πλαστικές σημαίες και συνθήματα, μια το μιλένιουμ, μια το ευρώ, μια τα Ζάππεια, μια οι κατσαρόλες στο σύνταγμα… και μια τα προπύλαια με τους clash να τραγουδούν και να χορεύουν όλοι rock the casbah, μια τα δημοψηφίσματα, και πάλι εκλογές, και πάλι τα Ζάππεια στολισμένα με γραβάτες. Πάντα κάποιοι έστηναν πάντα πανηγύρια. Κάποιος άλλος βάραγε την μουσική και σύ έπρεπε να χορέψεις στο ρυθμό της. Ήθελες δεν ήθελες.

Όσο μεγάλωνα εγώ τόσο και αυτά μεγεθύνονταν, χρόνο με τον χρόνο έγιναν πιο πολύβουα, πιο πολύκοσμα, πιο φωνακλάδικα, πιο γκροτέσκα. Λες και ήθελαν σώνει και καλά να με πικάρουν που από μικρός τους γύριζα την πλάτη. Ξεφύτρωναν παντού στο διάβα μου και φώναζαν με τα μεγάφωνά τους « Μπορούμε να σε ξεκουφάνουμε αν το θελήσουμε, μη μας αναγκάσεις ».

Από μικρός θεωρώ ανούσια όλα αυτά τα πανηγύρια. Ίσως και να αναθεωρήσω την άποψή μου για τα πανηγύρια του νησιού μου μια και το μικρό άσπρο ασβεστωμένο εκκλησάκι με το καλάθι γεμάτο πρόσφορα και ροζ σταφύλια, ο άγιος δεμένος σε ένα δέντρο με τα βέλη να του τρυπούν το σώμα, είναι πιότερο αληθινά από τα δήθεν μεγάλα πανηγύρια της Αθήνας. Οι πέτρες εξάλλου ζουν περισσότερο από μας και η καμπάνα όσο κι αν θέλουμε να φωνάξουμε, πάντα πιο δυνατά απ’ τις φωνές μας θα ακούγεται.

Μέσα στην απιστία μου, θα βρω και πάλι ένα πανηγύρι ταπεινό που να πιστέψω πως ποτέ δε θα χαθεί. Και σ’ αυτό το ταπεινό νησιώτικο πανηγύρι θα φορέσω τα καλά μου – χωρίς την χωρίστρα – και θα αφεθώ να ακούσω την φωνή του γνωρίζοντας καλά ότι μακριά από τα πανηγύρια των “άλλων” η ζωή θα είναι ατέλειωτο πανηγύρι.

Νίκος Βασιλειάδης

  

* Το άρθρο απηχεί τις απόψεις του συντάκτη του.

The article expresses the views of the author

iPorta.gr