iporta.gr

Το ψυχιατρικό προφίλ της πολιτικής

Ο χώρος της πολιτικής τραβάει τους νάρκισσους όπως το μέλι τις μέλισσες. Είναι ένα ιδανικό πεδίο στο οποίο μπορούν να εισπράξουν τον θαυμασμό και την προσοχή και να νιώσουν το μεγαλείο και τη σπουδαιότητα που χρειάζονται για να επιβιώσουν. Ο νάρκισσος πιστεύει ότι είναι ξεχωριστός και μοναδικός, φαντασιώνεται αδιάκοπα την επιτυχία και τη δύναμη πάνω στους άλλους, επιδεικνύει αλαζονική και υπεροπτική συμπεριφορά, θεωρεί πως είναι αυτονόητο ότι οι υπόλοιποι οφείλουν να τον ακολουθούν ή να συμμορφώνονται με τις προσδοκίες του.

 

Ταυτόχρονα όμως, αδυνατεί να αναπτύξει ουσιαστική ενσυναίσθηση και να ταυτιστεί με τις επιθυμίες και τις ανάγκες των άλλων. Δεν αντέχει στην κριτική τους και για αυτό καταλαμβάνεται εύκολα από αίσθημα φθόνου, ή καχυποψία και με την πεποίθηση ότι οι άλλοι τον επιβουλεύονται και δεν αναγνωρίζουν την αξία του. Η αποτυχία δεν αποτελεί επιλογή. Όταν κάτι δεν πάει καλά, ο νάρκισσος μεταβιβάζει την ευθύνη του σε άλλους και υιοθετεί τον ρόλο του θύματος (πχ., ξένος δάκτυλος, συνομωσίες συμφερόντων, κτλ).

 

Η πολιτική είναι για τον νάρκισσο ένα παιχνίδι μαύρου και άσπρου. Αν κάποιος άλλος κερδίσει, ο νάρκισσος χάνει. Σε κάποιον βαθμό ο νάρκισσος έχει συνείδηση της παραφουσκωμένης ιδέας του για τα ταλέντα του. Μολονότι προβάλλει αυτή την εικόνα προς τα έξω, στην πραγματικότητα αντιλαμβάνεται και φοβάται την ανεπάρκειά του. Για αυτό και δεν ελπίζει ότι πάντα θα κερδίζει χάρη στο ταλέντο του, επομένως επιστρατεύει και μηχανεύεται τενικές που θα τον οδηγήσουν έμμεσα στην επιτυχία …μέσω της αποτυχίας του αντιπάλου.

 

Σε αυτό τον διαρκή αγώνα επικράτησης, δεν υπάρχουν όρια. Για παράδειγμα, η λάσπη, η συκοφαντία, ο εξεφτελισμός, οι θεατρινισμοί, οι προσβολές είτε απευθείας, είτε συνηθέστερα μέσω «βοηθών», είναι κοινές πρακτικές. Μια ολόκληρη πολιτική βιομηχανία εργάζεται για αυτόν τον σκοπό στις δυτικές (και όχι μόνο) δημοκρατίες – δηλαδή για την καταστροφή του αντιπάλου -, και στην εποχή μας χρησιμοποιεί τα ΜΜΕ, τα κοινωνικά δίκτυα και πολλούς ακόμη τρόπους. Είναι ενδιαφέρον ότι σε πολλές χώρες (πχ. ΗΠΑ, Γαλλία, Γερμανία, Αγγλία, κ.α.) έχουν γίνει καθημερινή μόδα οι αποκαλύψεις περιστατικών λογοκλοπής σε φοιτητικές εργασίες πολιτικών, (βλ. σύνδρομο Guttenburg), σεξουαλικών σκανδάλων (πραγματικά αναρίθμητα, με τελευταία εκείνα του Στρος Καν και πιο πρόσφατα του αφροαμερικανού υποψήφιου Herman Cain για το χρίσμα της Προεδρικής εκλογής στο Ρεπουμπλικανικό κόμμα των ΗΠΑ) κ.α. Στην πραγματικότητα πρόκειται για συγκρούσεις Τιτάνων-Νάρκισσων στην πολιτική αρένα.

 

Στην πορεία της σύνταξης αυτού του άρθρου με ρώτησε ένας φίλος αν όλοι οι πολιτικοί είναι τελικά νάρκισσοι σύμφωνα με αυτή τη θεώρηση. Η γνώμη μου είναι ότι πράγματι οι περισσότεροι πολιτικοί αποτελούν ναρκισσιστικές προσωπικότητες. Και εξηγούμαι. Οι «υγιείς» προσωπικότητες απέχουν εθελοντικά από την πολιτική γιατί δεν διαθέτουν τη διαρκή και συνεχή οργή και λύσσα που απαιτείται στη συντήρηση της προσπάθειας καταστροφής των αντιπάλων, ή υπολείπονται της απαραίτητης και κατά τω πλείστω διστρεβλωμένης αίσθησης προσωπικής τελείοτητας, μεγαλείου και φιλοδοξίας που οδηγούν την όρεξη για εξουσία και υπεροχή, στο “l’état c’est moi”.

 

Η κότα έκανε το αυγό ή το αυγό την κότα; Η απόλυτη εξουσία διαφθείρει απόλυτα; Οι νάρκισσοι ήταν νάρκισσοι από την αρχή. Τα ίχνη ναρκισσιστικής διαταραχής καλλιεργούνται στην παιδική ηλικία. Για παράδειγμα τα αναμένει κανείς σε παιδιά «τέλειων» οικογενειών, στις οποίες όμως ο ένας γονέας είναι αδιάφορος, ή συναισθηματικά απών, αλλά επιτυχημένος (ίσως νάρκισσος και ο ίδιος) και ο άλλος γονέας υπερπροστατευτικός. Χαρακτηριστικά σε αυτές τις οικογένειες τα παιδιά είναι δύο ταχυτήτων. Κάποια είναι υποσχόμενα και απολαμβάνουν μεγαλύτερης προσοχής και κάποια μεγαλώνουν παράμερα. Αξίζει μια ματιά στο γαλλικό φίλμ «Comme une Image» του Agnes Jaoui (2004).

 

Ο Καθηγητής Ψυχιατρικής Robert Millman (Weill Cornell Medical College) έχει διατυπώσει τον όρο του επίκτητου ναρκισσισμού προσαρμογής, κατά τον οποίο η ενασχόληση με τα κοινά ή με το θέαμα (τέχνες, ΜΜΕ, κτλ) και η επακόλουθη γνωριμία με τη φήμη και την αίσθηση δύναμης ενισχύουν με εκκρηκτικό τρόπο αυτά τα ναρκισσιστικά ίχνη. Η εξουσία και η δημόσια προσοχή σε ένα τέτοιο πρόσωπο (…ακόμη και στον υπεράνω πάσης υποψίας νάρκισσο, πχ. οικονομολόγο, δημοσιογράφο, γκουρού, καριέρας που γίνεται επίκεντρο δημόσιας προσοχής) έχει τοξικές επιδράσεις. Οδηγεί στο συναίσθημα «αυτονόητου» δικαιώματος ειδικής μεταχείρισης, άνευ όρων και ορίων. Εύκολα επίσης αντιλαμβάνεται κανείς πως οι πολιτικές δυναστείες (οικογένειες) είναι συνήθεις φάτνες ναρκισσιστικών προσωπικοτήτων.

 

Οι νάρκισσοι είναι μόνο φαινομενικά ικανοί πολιτικοί, υποδυόμενοι τον ρόλο του δυνατού και «αυταρχικού όταν πρέπει». Λέω μόνο φαινομενικά, εφόσον θεωρήσουμε ως απαραίτητη αρετή ενός πολιτικού την προάσπιση του δημόσιου-κοινού συμφέροντος. Στην πραγματικότητα οι νάρκισσοι δημιουργούν χάος, σύγχυση και φόβο γύρω τους. Διαιρούν και διασπούν το περιβάλλον τους. Oι λιγότερο «επιτυχημένοι» νάρκισσοι έλκονται από τους περισσότερο επιτυχημένους – αυτόφωτους νάρκισσους, ώστε να τραφούν από την εκπεμπόμενη δόξα τους. Από τη φύση τους αντιστέκονται στην οποιαδήποτε αλλαγή και η συναισθηματική τους ωριμότητα αντιστοιχεί στην παιδική ηλικία.

 

Αναγνωρίζει κανείς μια ναρκισσιστική διακυβέρνηση από τα έξοδα που καταβάλλει στην προβολή των επιτευγμάτων της, πραγματικών ή υποτιθέμενων, και από την ανάμιξη πραγματικών με πλασματικά υπερτιμημένα δεδομένα. Όπως δηλαδή ένα παιδί που φουσκώνει την επιτυχία του μέσα στην παρέα του, ή ένας ναρκισσιστικός γονέας που φουσκώνει την επιτυχία του παιδιού του προς τρίτους. Η ναρκισσιστική πολιτική σκηνή, φροντίζει επίσης για την εξάλειψη της πιθανότητας να τιμωρηθούν τα μέλη της, ή να αναγνωριστούν λάθη και ευθύνες. Όπως έγραψα στην αρχή υπάρχει μόνο μαύρο και άσπρο, χάνω ή κερδίζω. Όπως ένα παιδί, ο πολιτικός θα αρνηθεί τη ζημιά που προκάλεσε και θα προσπαθήσει να ξεφύγει με ευφάνταστες, και ενίοτε πολύ πειστικές δικαιολογίες.

 

Πολύ περισσότερο όμως, όπως επισημαίνει ο Γερμανός Καθηγητής – Ψυχαναλυτής Hans-Jürgen Wirth στο εξαιρετικό βιβλίο του «Narcissism and Power», η ασυγκράτητη εγωκεντρικότητα και η καριερίστικη νοοτροπία σε συνδυασμό με τη λύσσα για την εξουσία και τον κυνισμό που χαρακτηρίζουν αυτή τη διαταραχή, καλλιεργούν το έδαφος για τη βίαιη μισανθρωπία με το προσωπείο του κοινού οφέλους και του δημοσίου συμφέροντος.

 

Σε πολλές χώρες το πρόβλημα περιορίζεται μέσω λειτουργικών ελεγκτικών μηχανισμών. Είναι λοιπόν επίκαιρο και επιτακτικά απαραίτητο να αλλάξει ο τρόπος της πολιτικής στη χώρα μας. Χρειάζεται ένα πιο ταπεινό πολιτικό σύστημα που θα προσφέρει στον πολιτικό -που επιλέγει να ασχοληθεί με τα κοινά- μόνο τα απαραίτητα μέσα για να κάνει τη δουλειά του. Διαφάνεια και πλήρης απόδοση ευθυνών. Θητείες με συγκεκριμένο όριο και έλεγχο. Ώστε η πολιτική να είναι λιγότερο ελκυστική προς τους λάθος ανθρώπους, που δεν κάνουν για τη δουλειά.

 

* O Δημήτρης Παπαδημητριάδης είναι ψυχίατρος – ψυχοθεραπευτής και συνέταξε το παρόν άρθρο για το maga.gr