Θα ήμουνα δώδεκα περίπου χρόνων σαν μούπεσε στα χέρια “Η Νήσος των Θυσαυρών”, του Ρ. Λ. Στήβενσον… ξέρετε, ε, εκείνο το “Δεκαπέντε άντρες στην κασέλα ενός νεκρού, Γιο χο χο κι ένα μπουκάλι ρούμι”…
Δεν μούπεσε ακριβως στα χέρια, δηλαδή, μου τό’βαλε εκεί ο πατέρας που πάντα φρόντιζε να διαβάζουμε καλά βιβλία, ο αδερφός μου κι εγώ – Μαρκ Τουαίν, Ιούλιο Βερν, Κάρολο Ντίκενς, Πηνελόπη Δέλτα…
Δεν ήταν μόνο οι “δεκαπέντε άντρες” που ξάναψαν την φαντασία μου, ούτε μόνο ο τυφλός Πιού και μονοπόδαρος Λόνγκ Τζων Σίλβερ. Ήταν και η εικονογράφηση που ζωντάνευε το κείμενο και μούδινε το παραπάνω ερέθισμα να κάνω ταξίδια πέρα, πιο μακρυά ακόμα κι απο το “νησί των θυσαυρών”. Ήταν βλέπετε και η εποχή τέτοια, του Έρολ Φλύν και του Ντάγκλας Φαίρμπανκς που τις ταινίες τους παρακολουθούσα σκαρφαλωμένος κρυφά στην ταράτσα του ΛΙμεναρχείου, που έβλεπε φάτσα στην οθόνη του θερινού “Έσπερος”. Ηταν η εποχή που οπλισμένοι με ξύλινα σπαθιά πολεμούσαμε , Καλοί και Κακοί, στις αλάνες και τσακωνόμαστε για το ποιός θα είναι ο Ερολ Φλυν και ποιός ο Μαύρος Πειρατής.
Γοητευμένος απο τις εικόνες πέρασα ώρες αμέτρητες αντιγράφοντάς τες για πολύ καιρό ακόμα αφού είχα τελειώσει το διάβασμα του βιβλίου και πιστεύω πως ήταν βασικός παράγοντας στο γεγονός οτι στην συνέχεια έγινα κι εγώ πειρατής -στα όνειρά μου έστω.
Πολύ αργότερα, όταν μεγάλωσα πια, έμαθα το όνομα του εικονογράφου: N. C. Wyeth. Είχε γεννηθεί στις 22 Οχτωβρίου 1882, για να πεθάνει σε αυτοκινητιστικό δυστύχημα στις 19 Οχτώβρη 1945, μια μέρα σαν σήμερα που γράφω. Ζωγράφος και εικονογράφος, από τους μεγαλύτερους της Αμερικής, εικονογράφησε 112 βίβλία. Το “Νησί των Θυσαυρών” ήταν απο τα αριστουργήματά του.
Δεν μπορώ να μην αναφέρω κάποια λόγια του: “Ζωγραφική και εικονογράφηση δεν μπορούν να ανακατευτούν -το ένα δεν ταιριάζει με το άλλο”. Είναι κάτι που πιστεύω απόλυτα, πολύ πριν διαβάσω τα παραπάνω. Είναι ένα λάθος που γίνεται πολύ συχνά, στην εικονογράφηση, παιδικών ιδιαίτερα βιβλίων.
Τόλμησα να παραθέσω κάποιους πειρατές του N. C. Wyeth με έναν δικό μου. Με την άδειά σας, παρακαλώ.
must’ve been about 12 when “The Treasure Island” of R. L. Stevenson landed in my hands… you know, “Fifteen men on a dead man’s chest, Yo ho ho and a bottle of rum…”, that one! Well, it didn’t exactly land in my hands, it was placed there by my father who always made sure we read good books, my brother and I -Mark Twain, Jules Verne, Charles Dickens and the like.
It wasn’t only the fifteen men on a dead man’s chest that excited my imagination and not only peg-legged Long John Silver. It was also the illustrations that gave life to the text and made me travel far beyond the “treasure island”. You see, it was also the times of Errol Flynn and Douglas Fairbanks, whose films I would watch sneaking up to the roof of the Port Authority building, next to the open air movie theater. It was the times that armed with wooden swords we would fight, Good vs. Bad, and argue about who was going to be Errol Flynn and who the Black Pirate.
Charmed by the illustrations I spent countless hours copying them, even long after I had finished reading the book. I believe they were a major factor in me later becoming a pirate myself -even if it was only in my dreams.
Much later , when I grew up, I learned the name of the illustrator: N. C. Wyeth. He was born on October 22, 1882, to die on a day like today, October 19, 1945, in a car accident. Painter and illustrator, one of the greatest Americans, he illustrated 112 books. “The Treasure Island” was one of his masterpieces.
I cannot resist quoting some of his words: “Painting and illustration cannot be mixed—one cannot merge from one into the other.” This is an opinion I always held myself, even long before I read those words of his. It is a mistake often made, especially in the illustration of children’s books.
I took the liberty to put side by side some of N. C. Wyeth’s pirates and one of mine. Begging your pardon.
η ιστοσελίδα του