Το νέο βιβλίο του Κωστή Α. Μακρή «Η Εβίτα που νίκησε τα Αποθαρρύνια» κυκλοφορεί από τις Εκδόσεις Πατάκη
Όταν ήμουνα στην Τετάρτη Δημοτικού είχα ένα όμορφο κόκκινο πουλόβερ που το είχε πλέξει η μαμά μου. Στο τέλος της Άνοιξης το φύλαξε μαζί με τα μάλλινα για να μην το φάει ο σκώρος. Το επόμενο Φθινόπωρο που θα αλλάζαμε πάλι τα ρούχα –κρύψιμο τα καλοκαιρινά, βγάλσιμο τα χειμωνιάτικα– περίμενα πώς και πώς να φορέσω το κόκκινο πουλόβερ.
Προσπάθησα με χίλια ζόρια να το φορέσω αλλά… Στενό, κοντά τα μανίκια. Χάλια.
“Μεγάλωσες”, το σχόλιο της μαμάς μου.
«Δεν φαρδαίνει; Να μεγαλώσει λίγο να μου κάνει;», απαίτησα, με γνώση των πλεκτικών και ραπτικών ικανοτήτων της μητρός μου.
«Δεν έχω ίδιο χρώμα μαλλί. Και άλλωστε έχει στουπιάσει… Τρία χρόνια τώρα… Και παραπάνω. Θα το δώσουμε…»
Ξέχασα να σας πω ότι το πουλόβερ είχε πλεχτεί για τον μεγαλύτερο αδερφό μου κι εγώ το πήρα από δεύτερο χέρι.
Αλλά είχε γίνει δικό μου. Και τώρα «θα το δώσουμε»; Σε ποιον; Γιατί;
“Εγώ θα το φοράω!”, το πείσμα μου.
Καμιά αντίρρηση από τους γονείς μου. «Φόρα το», η ομόφωνη προτροπή τους.
Και το πικρόχολο σχόλιο της γιαγιάς μου που με πείσμωσε ακόμα περισσότερο:
«Σαν κορσές θα είναι!»
Κορσές ξεκορσές, εγώ το φόρεσα την άλλη μέρα στο σχολείο (είχε πιάσει κρύο) και πήγαινα σαν φασκιωμένος.
Δεν μπορούσα να τρέξω, να παίξω κυνηγητό, να κινηθώ άνετα.
Μετά το δεύτερο διάλειμμα το έβγαλα και το έχωσα στη “σάκα” μου.
Γύρισα στο σπίτι, το έδωσα στη μαμά μου δηλώνοντας με θυμό: “Δεν μου κάνει”.
Λες και έφταιγε εκείνη. Αλλά δεν έκλαψα. Είχα και την περηφάνια μου!
Το βράδυ που γύρισε και ο μπαμπάς μου και του αφηγήθηκε το περιστατικό η μαμά μου, έβαλαν και οι δύο τα γέλια.
Γιατί θυμήθηκα σήμερα εκείνο το κόκκινο πουλόβερ;
Έλα, ντε…
Ίσως επειδή έχω αλλάξει αρκετά. Αν κάτι με στενεύει υπερβολικά –πουλόβερ, παπούτσι, «ιδέες», κόμμα—δεν το φοράω. Ας το πάρει κάποιος άλλος.
10 Αυγούστου 2015