iporta.gr

Το έκτο δάχτυλο, του Χρήστου Χωμενίδη

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

* Ο Χρήστος Χωμενίδης είναι συγγραφέας

 

 

 

 

 

 


Στην κηδεία του πατέρα μου, το 1979, ένας αγαπημένος θείος μου είπε στοργικά: “Μπορείς να κάνεις ό,τι θέλεις στη ζωή σου. Μπορείς να δοκιμάσεις και να πειραματιστείς με τα πάντα. Όμως ποτέ δεν θα καπνίσεις! Το τσιγάρο σκότωσε τον μπαμπά σου…”

 

Η προσέγγισή του ήταν ομολογουμένως εξαιρετικά φιλελεύθερη. Μού παρουσιάζε τον κόσμο σαν έναν λαχταριστό κήπο, που αρκούσε να απλώσω το χέρι για να δρέψω τους καρπούς του.

 

Πού να το φανταστεί ότι τα λόγια του θα είχαν πάνω μου ανάλογη επίδραση με τη φράση του Θεού προς τους πρωτόπλαστους όταν τους ανακήρυττε αιώνιους νομείς της Εδέμ, αρκεί να έμεναν μακριά από το δέντρο της Γνώσης;

 

Δεν είχα κλείσει τα δεκάεξι όταν ο όφις έλαβε τη μορφή μαθήτριας του Αρσακείου. Σε ένα πάρτυ στους Αμπελόκηπους, υπό τους ήχους των Bee Gees, κατάφερα να παρασύρω την Μαρίνα στη βεράντα και εκείνη -για να με δοκιμάσει;- έβγαλε από το τσαντάκι της ένα πακέτο Σαντέ και μού πρόσφερε. Ενέδωσα δίχως δισταγμό. Κατέβασα την πρώτη τζούρα της ζωής μου χωρίς παραδόξως να πνιγώ από τον βήχα. Το κακό είχε συμβεί. Εγώ όμως, ζαλισμένος από τον καπνό, τη σαγκρία και το άρωμα της μαμάς της, με το οποίο είχε υπερβολικά γενναιόδωρα ψεκαστεί η Μαρίνα, δεν ένοιωθα σαν να με είχαν πετάξει αλλά -αντιθέτως- σαν να με είχαν μόλις καλοσωρίσει στον Παράδεισο.

 

Το κάπνισμα δεν υπήρξε εν τούτοις για μένα ορόσημο ενηλικίωσης αλλά αντιθέτως γέφυρα με τα τρυφερότερα χρόνια μου. Ο πατέρας μου μπορεί να είχε πεθάνει από καρκίνο του πνεύμονα. Εγώ όμως τον θυμόμουν να με κρατάει στην αγκαλιά του, να μου διαβάζει τον Δον Κιχώτη ενώ το μπομπινόφωνο έπαιζε Αλμπινόνι, με ένα τσιγάρο κολλημένο στα χείλη του.

 

Ανάβοντας, ρουφώντας ως τα φυλλοκάρδια, ένοιωθα να επικοινωνώ μαζί του. Όπως τον αισθανόμουν πλάι μου όποτε αγόραζα ψωμί απ’τον παμπάλαιο φούρνο της στοάς Ματάλα στην Πατησίων κι όποτε άκουγα το “Πικραμένο Αγόρι” του Τσιτσάνη…

 

Κάπνισα επί τριάντα χρόνια. Έγραψα, γλέντησα, ερωτεύτηκα, πένθησα, έπληξα έχοντας στο δεξί μου χέρι ένα έκτο δάχτυλο με πυρακτωμένη άκρη. Οι αντικαπνιστικές καμπάνιες μού φαίνονταν αντιπαθείς. Γεροντοκορίστικες. Ενώ είχα νεκρό μες στο σπίτι μου, η προειδοποίηση “Το Κάπνισμα Μπορεί Να Σκοτώσει” απευθυνόταν -πίστευα- στους άλλους. “Εγώ θα τη σκαπουλάρω” έλεγα. “Θα φτάσω στα ενενήντα, σαν τον προπάππου μου που τον αποκαλούσαν “το φουγάρο της Αιγιαλείας”…”

 

Ώσπου μια μέρα, προ εξαμήνου, σε ένα περίπατο στο κέντρο, έπεσα πάνω στο ηλεκτρικό τσιγάρο. “Απαλλάσεστε από την πίσσα και το μονοξείδιο του άνθρακα” μου το διαφήμισε ο πωλητής. “Γλυτώνετε από τα καρκινογόνα συστατικά. Και απολαμβάνετε την νικοτίνη, την εξαρτησιογόνα ουσία. Το συστήνει και ο πρωθυπουργός της Αγγλίας…” Τσίμπησα. Το πήρα.

 

Έκτοτε δεν έχω αγοράσει ούτε ένα πακέτο.

 

Ειλικρινά δεν ξέρω εάν το ηλεκτρικό (“ηλεκτρονικό” το αποκαλούν με στόμφο εκείνοι που το εμπορεύονται) τσιγάρο αποτελεί τη λύση ή αν πίσω έχει η αχλάδα την ουρά και όσοι βαυκαλίζονται ότι γλύτωσαν θα τη βρουν από αλλού.

 

Αυτό για το οποίο είμαι απολύτως βέβαιως είναι ότι το κάπνισμα, μια ολέθρια για την υγεία πλην αφάνταστα ψυχοτρόπα συνήθεια, δεν θα ξερριζωθεί με την δαιμονοποίηση. Αλλά με την μπαναλοποίηση.

 

Ήδη τα τασάκια που ξεχειλίζουν, οι στάχτες που πέφτουν στα ρούχα, οι τύποι που ξεχαρμανιάζουν, ακόμα και στο ξεροβόρι, έξω απ΄τα εστιατόρια μού φαίνονται εικόνες μιας ξεπερασμένης εποχής.

 

Δεν θα γίνω ως ατμιστής -τρομάρα μου!- γενίτσαρος εναντίον του καπνίσματος. Δεν θα κάνω σε κανέναν ποτέ κήρυγμα. Όχι επειδή δεν το πιστεύω. Αλλά επειδή το θεωρώ τελείως αναποτελεσματικό.

 

Εάν ήμουν αρμόδιος, δεν θα τύπωνα επάνω στα πακέτα φωτογραφίες κατεστραμμένων πνευμόνων. Μα ανθρώπων να κάνουν έρωτα, να ξεσαλώνουν, να δημιουργούν χωρίς να έχουν έκτο δάχτυλο. Θα εστίαζα όχι στην υγεία. Στην ηδονή. Πότε -θα μου πείτε- η κοινωνία ανήγαγε την ηδονή σε σκοπό της για να το κάνει τώρα;

 

* Το άρθρο απηχεί τις απόψεις του συντάκτη του.  Δημοσιεύεται και στα ΝΕΑ.

The article expresses the views of the author

iPorta.gr