Ανακοινώθηκε πρόσφατα το πρόγραμμα του Φεστιβάλ Αθηνών για το 2014. Όσοι ήταν να χειροκροτήσουν, χειροκρότησαν κι όσοι ήταν να απορρίψουν, απέρριψαν. Κανένας όμως δε στάθηκε σε μια αλλαγή, που ήρθε σιγά-σιγά, με σιωπηλά βήματα. Φέτος το Ηρώδειο έχασε οριστικά τον διεθνή του χαρακτήρα. Κανένας καλλιτέχνης από το εξωτερικό δε θα παρουσιάσει τη δουλειά του στη σκιά της Ακρόπολης. Εκεί όπου φημισμένοι μαέστροι διηύθυναν τις μεγαλύτερες ορχήστρες. Εκεί όπου ακούστηκαν οι φωνές του Παβαρότι, του Ντομίγκο, του Καρέρας, του Μποτσέλι και τόσων άλλων. Εκεί όπου παρέλασαν τα μεγαλύτερα χορευτικά συγκροτήματα, με προσωπικότητες όπως ο Μωρίς Μπεζάρ, η Πίνα Μπάους, οι επίγονοι του Άλβιν Άλλεϋ και τόσοι άλλοι. Εκεί όπου παίχτηκε η Μήδεια του Νιναγκάουα, όπου εμφανίστηκε το Εθνικό Θέατρο της Αγγλίας, με σκηνοθέτες όπως ο σερ Πήτερ Χώλ ή ο Φράνκο Τζεφιρέλι, εκεί όπου διηύθυνε τα έργα του ο Έννιο Μορικόνε, εκεί όπου μας δίδαξε τη τέχνη του ο νομπελίστας Ντάριο Φο, όπου παρουσιάστηκε το μεγαλύτερο παγκοσμίως χορωδιακό έργο με τον Άρχοντα των δακτυλιδιών, όπου ακούστηκε ο θαυμαστός ήχος της Φιλαρμονικής του Βερολίνου, αλλά και το φλάουτο του Ίαν Άντερσον και κάποια άλλη στιγμή ο ηλεκτρονικός ήχος του Ζαν Μισέλ Ζαρ. Δεν τελειώνει εύκολα ο μακρύς κατάλογος. Χρειάζονται πολλές σελίδες για τη καταγραφή του. Και φέτος κανείς. Απολύτως κανείς. Το Ηρώδειο έπαψε να είναι προορισμός για τις μεγάλες καλλιτεχνικές περιοδείες. Και γι’ αυτό το θλιβερό γεγονός κανείς δεν πρόκειται να διαμαρτυρηθεί, κανείς δε θα αναρωτηθεί και κανενός η σκέψη δεν πρόκειται να απασχοληθεί, όπως συμβαίνει με όλα τα πράγματα που φεύγουν από τη ζωή μας όχι απότομα, αλλά σταγόνα-σταγόνα, με μια μακρόσυρτη διαδικασία που μας κάνει σιγά-σιγά να συνηθίζουμε την απουσία, να μη δίνουμε σημασία, μέχρι που η λήθη να επικρατήσει.
Τι συνέβη ακριβώς και μετά από 60 χρόνια έπαψε να τελείται διεθνές φεστιβάλ στο Ωδείο Ηρώδου Αττικού; Υπάρχει εδώ και λίγα χρόνια ένα αντίδοτο που δικαιολόγησε αυτή την εξέλιξη. O διεθνής χαρακτήρας του Φεστιβάλ Αθηνών δεν καταργήθηκε, απλά σταδιακά μετακόμισε στα θέατρα της Πειραιώς. Εκεί ουσιαστικά, από το 2006, δημιουργήθηκε ένα άλλο φεστιβάλ που στόχο είχε να παρουσιάσει δημιουργίες σύγχρονου θεάτρου και χορού, φιλοξενώντας παραστάσεις προορισμένες να εμφανιστούν σε κλειστά θέατρα. Η δημιουργία αυτού του παράλληλου φεστιβάλ, που και ενδιαφέρον είναι και η Αθήνα το είχε ανάγκη, δε σήμαινε ότι ήταν απαραίτητο να εξαφανίσει την ιστορική παράδοση του Ηρωδείου. Φτάσαμε στη φετινή σημαδιακή χρονιά, γιατί η αναζήτηση και η φροντίδα εξανεμίστηκαν τα τελευταία χρόνια. Ήδη το Ηρώδειο δεν είναι προορισμός και το διεθνές ενδιαφέρον σιγά-σιγά σβήνει. Κι αν αυτό συνεχιστεί και τα επόμενα χρόνια, τότε το Ηρώδειο θα απομείνει ένα ακόμα θέατρο για τη δική μας Λυρική Σκηνή, την ΚΟΑ και την Καμεράτα, για δικές μας συναυλίες και παραστάσεις. Όλοι αξιόλογοι και επώνυμοι, αλλά δίπλα δε θα υπάρχουν πια τα μεγάλα διεθνή ονόματα που η παρουσία τους θα έδινε πρόσθετη αξία και στους δικούς μας. Πολλοί ίσως νιώθουν ότι τίποτα δε θα μας λείπει. Μήπως όμως είναι κι αυτός ένας επί πλέον τρόπος για να ομφαλοσκοπούμε;
Το βασικό επιχείρημα για την απαξίωση του Ηρωδείου ήταν ότι δεν βοηθούσε σαν χώρος για να παρουσιαστούν σύγχρονες καλλιτεχνικές αναζητήσεις. Μα ποτέ δεν ήταν αυτός ο σκοπός του. Από την πρώτη στιγμή, όταν, πριν από δεκαετίες, άνοιξε τις πύλες του για το κοινό, ήταν ένας χώρος για τα μεγάλα θεάματα και τους καταξιωμένους, γι’ αυτούς που ήδη είχαν φτάσει στη κορυφή με τη τέχνη τους. Γι αυτούς που η προπώληση των εισιτηρίων ήταν δεδομένη με την ανακοίνωση της συμμετοχής τους. Κι αυτό ταίριαζε στον εμβληματικό αυτό χώρο, που βρίσκονταν στο επίκεντρο της αρχαίας Αθήνας. Για τις νέες αναζητήσεις, για τη πειραματική τέχνη, με όλα τα αξιόλογα επιτεύγματα που είχαν να επιδείξουν, υπήρχαν άλλοι χώροι πιο πρόσφοροι από το Ηρώδειο. Το Φεστιβάλ σύγχρονης τέχνης, που τώρα έχει επίκεντρο τα θέατρα της οδού Πειραιώς και το Διεθνές Φεστιβάλ Ωδείου Ηρώδου Αττικού, δεν ήταν απαραίτητο να βρίσκονται σε ανταγωνισμό μεταξύ τους και κανένας ποτέ δεν μας εξανάγκασε να αποφασίσουμε τι από τα δύο θα επιβιώσει. Τώρα όμως η πλάστιγγα έχει γείρει για ανεξήγητους λόγους. Τουλάχιστον ας το ξέρουμε ότι έτσι είναι. Γιατί αν συνειδητά το ξέρουμε και δεν αφήσουμε τη σιωπή να επικρατήσει, τότε ίσως να υπάρχουν τα περιθώρια να επανέλθουμε, δίνοντας νέα δύναμη σ’ έναν θεσμό που σε λίγο πολλοί θα νοσταλγούν.
* Το άρθρο απηχεί τις απόψεις του συντάκτη του.
The article expresses the views of the author
iPorta.gr