Το στερητικό άλφα στη δεύτερη λέξη του τίτλου είναι εύκολο να αφαιρεθεί.
Και τότε, οι σχέσεις απιστίας μπορεί και να γίνουν σχέσεις πίστης.
Αυτή την αλλαγή στον τίτλο δεν την έκανα εξαρχής με το βιβλίο της Μάρως Κερασιώτη.
Την έκανα αφού τελείωσα την τελευταία σελίδα του βιβλίου, αφού διάβασα την τελευταία φράση του μυθιστορήματος. Μια φράση βαθιάς πίστης στην ευθύνη που έχουμε απέναντι στον εαυτό μας και σε όσους και ό,τι πραγματικά αγαπάμε, μια εκδήλωση πίστης στην ίδια τη ζωή και μια αισιόδοξη στάση απέναντι στην κάθε νέα μέρα που μας ξημερώνει. Ή μας εξημερώνει.
Αφού έχουμε πρώτα ξεκαθαρίσει πολλά ζητήματα με τον εαυτό μας και τους άλλους.
Για μένα το μυθιστόρημα «Σχέσεις απιστίας» είναι μια διαλεκτική διαδρομή από την πίστη στην απιστία και επιστροφή στην πίστη αλλά σε υψηλότερο επίπεδο.
Η Διδώ, η ηρωίδα της Μάρως Κερασιώτη έχει πολλούς ρόλους.
Είναι κόρη μιας μαμάς που δεν είναι ό,τι καλύτερο θα ήθελε η ίδια.
Είναι κόρη ενός πεθαμένου πατέρα που πήρε μαζί του πολλά μυστικά περί πίστεως και απιστίας.
Είναι ανιψιά μιας θείας που θα την ήθελε (και έτσι την έχει ορίσει η Διδώ) ως μαμά της αλλά που πλέον αδυνατεί ―για πολλούς λόγους― να παίξει αυτό τον ρόλο.
Είναι σύζυγος ενός πετυχημένου δικηγόρου και πολιτευτή.
Είναι μητέρα τριών παιδιών. Δύο αγοριών και ενός κοριτσιού.
Μεγάλα πλέον τα παιδιά της.
Έχει φίλες και φίλους.
Είναι και καθηγήτρια με σχετικά αδρανή καριέρα.
Μέσα από το μυθιστόρημά της, η Μάρω Κερασιώτη ξετυλίγει πολλά κουβάρια μπερδεμένων καταστάσεων και σχέσεων όπου η απιστία είναι η σκοτεινή όψη της πίστης του άλλου προς το (οποιοδήποτε) συμφέρον του και κάποιους (οποιουσδήποτε) ανθρώπους εκτός εκείνων στους οποίους θα όφειλε μεγαλύτερη πίστη.
Θα κάνω κάπως πιο λιανά την προηγούμενη φράση μου: Ένας σύζυγος που απιστεί προς τη σύζυγό του μπορεί να είναι πιστός στην ερωμένη του. Η σύζυγος όμως, όπως και οι περισσότεροι που στέκονται στο πλευρό της, αδιαφορούν για τη φωτεινή πλευρά του «μουρντάρη», την πίστη του δηλαδή προς την ερωμένη του, και τον καταδικάζουν (φραστικά, κοινωνικά και λογικά) σε σχέση με την απιστία του προς τη σύζυγο.
Πάντοτε είχα ένα πρόβλημα με τον ορισμό της λέξης «προδότης» και «προδοσία».
Υπάρχει η κοινή ερμηνεία της λέξης: προδότης είναι αυτός που προδίδει την πατρίδα του, μια οργάνωση ή τους δικούς του στους εχθρούς. Προδότης (ή προδότρια) μπορεί να είναι και εκείνος (εκείνη) που δεν είναι πιστός (πιστή) στον σύντροφό του. Όποιοι κι αν είναι αυτοί.
Αν όμως ο «προδότης» είναι εξαρχής με τους «εχθρούς»; Δεν είναι ένας ήρωας για εκείνους; Δεν είναι ένας «πιστός» σε εκείνους; Ακόμα κι αν το κάνει για το χρήμα ή για την εξυπηρέτηση κάποιων διαστροφών του, ένας προδότης κάπου είναι πιστός. Όπως ο διάβολος στην κόλαση. Όσο μπορεί ένας εκπεσών άγγελος να είναι πιστός σε κάτι…
Ξεφεύγω όμως από το βιβλίο της Μάρως Κερασιώτη που κάθε άλλο παρά πιστή είναι στην «κόλαση» που αποτελούν μερικοί «άλλοι» για την ηρωίδα της, τη Διδώ.
Η συγγραφέας δεν κρατάει ουδέτερη στάση απέναντι σ’ αυτή την «κόλαση» που έχει ―στο μυθιστόρημα― και όνομα και επώνυμο.
Βρίσκεται από την αρχή στο πλευρό της ηρωίδας της και τη συμπονάει.
Με την αρκετά πολύπλοκη αλλά γοητευτικά ενδελεχή της αφήγηση μας ξεναγεί στις σχέσεις της Διδώς με τους άλλους και κυρίως με τον σύζυγό της τον Σταύρο Ματθαίου χωρίς να προσπαθεί να δείξει αμεροληψία ή να κρατήσει ίσες αποστάσεις απέναντί τους.
Ο ποινικολόγος και βουλευτής Ματθαίου ―καθόλου τυχαία η επιλογή των ιδιοτήτων του «συζύγου»!― έχει αρκετά ελαστικές σχέσεις με το θέμα «πίστη». Είτε αυτή είναι συζυγική, είτε πίστη προς τις αρχές του, είτε πίστη προς τα ίδια του τα παιδιά. Ιδίως στη σχέση του με τον «μικρό» γιο του που το πρόβλημα της ομοφυλοφιλίας του ενώ του στρίβει ―ενδοοικογενειακά― τα άντερα και τον οδηγεί σε ακραίες συμπεριφορές, δεν διστάζει να σκεφτεί ότι μια ενδεχόμενη πολιτική εκμετάλλευσή του θα τον βοηθούσε στις επιδιώξεις και τις φιλοδοξίες του.
Ακόμα και η πίστη του προς τους πελάτες του ή προς το κόμμα του έχει όρια και αυτά τα όρια καθορίζονται μονίμως από τα στενά του ατομικά συμφέροντα.
Μου αρέσει να διαβάζω τα βιβλία της Μάρως Κερασιώτη.
Μπορώ να διακρίνω σ’ αυτά την πίστη της στη ζωή και σε κάποιες αρχές και αξίες που αποτελούν τη ραχοκοκαλιά μιας όρθιας ζωής.
Τι θα πει όρθια ζωή; Δεν έχει καμιά σχέση με ορθοπαιδικά ζητήματα.
Αναφέρομαι σε μια στάση ζωής που σε βοηθάει να ξεχωρίζεις τις αξίες σου και τις αρχές σου πολύ γρήγορα, να μειώνεις τα διλήμματά σου και να διατηρείς την ακεραιότητά σου αλώβητη από την ιδιοτέλεια που σε πολιορκεί με πολλούς τρόπους.
Αυτή η βούληση της Διδώς, της ηρωίδας της Μάρως Κερασιώτη, για ακεραιότητα χωρίς δυσκαμψία, αγάπη με ορθοφροσύνη και ανιδιοτέλεια δίχως βλακεία, διατρέχει όλες τις σελίδες του βιβλίου «Σχέσεις απιστίας».
Η Μάρω Κερασιώτη έχει την εντιμότητα να μην κάνει κήρυγμα περί πίστης, συγχώρεσης και άλλων χλιαρών τινών που μπορεί να έχουν την αξία τους αλλά δεν είναι για όλους και για όλες τις περιστάσεις. Ειδικά όταν η αφηρημένη τους μορφή βρίσκεται μακριά από την πραγματικότητα που μπορεί να βιώσει ένας άνθρωπος όταν προδίδεται από τους πιο δικούς του ή αυτούς που νόμιζε πιο δικούς του.
Έχει επίγνωση της ανθρωπινότητας των χαρακτήρων της η συγγραφέας, ξέρει ότι η σιωπή είναι χρυσός αλλά ξέρει επίσης ότι μερικές φορές και το «άει στο διάολο» ―μπορεί να― είναι πλατίνα.
Έχει γνήσιο θυμό σε μερικές σελίδες η γραφή της καθώς τα πρόσωπα του μυθιστορήματός της δεν είναι αγγελικά πλασμένα. Είναι από πηλό ―κάποια από πολύ καλής ποιότητας πηλό― με νεύρα, με συναισθήματα αλληλοσυγκρουόμενα, με πάθη και με κάμποσες προκαταλήψεις.
Διαθέτει ρεαλισμό και γνώση το μυθιστόρημα.
Διαπνέεται όμως και από το όνειρο.
Κάτι σαν την κεραμική: σχέδιο, πηλός, όραμα, τροχός ή ελεύθερο πλάσιμο, όνειρο, γνώση, φωτιά…
Είναι γνωστή η ιδιότητα της Μάρως Κερασιώτη ως διακεκριμένης και διεθνώς καταξιωμένης κεραμίστριας.
Γι’ αυτό και οι αναφορές μου στην τέχνη της κεραμικής.
Στις «Σχέσεις απιστίας» όμως, η Μάρω Κερασιώτη, δεν κάνει ούτε κεραμική ούτε καμιά άλλη εικαστική τέχνη. Θέτει τη συγγραφική της δεινότητα στην υπηρεσία της μελέτης ανθρώπινων καταστάσεων και χαρακτήρων. Με μια οξυδέρκεια και παρατηρητικότητα που μου θύμισε μερικές από τις πολύ καλές στιγμές του σύγχρονου μυθιστορήματος, όπως αυτό υπηρετήθηκε από μεγάλους μαστόρους του λόγου.
«Η σπασμένη βάρκα που λέγαμε, με τ’ όνομα Μαρίτσα γραμμένο άτεχνα στην πρύμνη της, σαπίζει κανονικά, από λίγο κάθε χρόνο. Εκτεθειμένη στο έλεος της αρμύρας και του αδυσώπητου ήλιου χάνει τα κομμάτια της στον ρυθμό της φθοράς των άχρηστων πραγμάτων. Νιώθω σαν να την ξέρω αυτή τη Μαρίτσα από τότε που, νεαρή, γερή και πράσινη, με μια κατακόκκινη γραμμή να σημαδεύει τα ίσαλά της, έφτανε σ’ αυτή την παραλία για να ξεφορτώσει την ψαριά της.
«Γεια σου, Μαρίτσα», της λέω• και, φυσικά, δεν περιμένω απάντηση.
Με θλίβει αυτή η καθημερινή συνάντηση με την μπαταρισμένη ψαρόβαρκα, ίσως γιατί μου θυμίζει ότι τα άψυχα διαλύονται και χάνονται αδιαμαρτύρητα»
Το απόσπασμα που πήρα από τη σελίδα 287 του βιβλίου, πέρα από δείγμα καλής λογοτεχνίας, υποδηλώνει και την αντίσταση της Διδώς, της ηρωίδας της Μάρως Κερασιώτη, απέναντι στην «αδιαμαρτύρητη» φθορά.
Οι ψαρόβαρκες, όπως «τα άψυχα», μπορούν να διαλύονται αδιαμαρτύρητα.
Η Διδώ όμως όχι. Δεν αφήνεται, δεν υποκύπτει, δεν παραδίδεται.
Κι εδώ θεωρώ πολύ σημαντικό το όνομα της ηρωίδας.
Αντιγράφω από την ΒΙΚΙΠΑΙΔΕΙΑ (Λήμμα Διδώ):
«… στο τέταρτο βιβλίο της Αινειάδας (ο Βιργίλιος) περιγράφει τον τραγικό έρωτα της Διδούς για τον Αινεία, όταν αυτός πέρασε από τη βορειοαφρικανική ακτή. Ο Αινείας ανταποκρίθηκε αρχικώς στον έρωτά της, αλλά πήρε εντολή από τον Δία να φύγει για την Ιταλία, οπότε άρχισε να ετοιμάζεται να αναχωρήσει κρυφά. Η Διδώ όμως το κατάλαβε. Τότε άναψε φωτιά μέσα στην οποία έριξε το ξίφος του, την εικόνα του και καθετί που μπορούσε να της θυμίζει την απιστία του. Στη συνέχεια ανέβηκε στη φωτιά και κάηκε. Πριν πεθάνει όμως καταράστηκε τον Αινεία και έκανε έκκληση στους Τυρίους να τρέφουν μίσος κατά των απογόνων του, που ήταν οι Ρωμαίοι.»
Η Διδώ της Μάρως Κερασιώτη είναι μια σύγχρονη γυναίκα και κάθε άλλο παρά έτοιμη να ριχτεί στην πυρά. Μπορεί τα άψυχα να παραδίδονται αδιαμαρτύρητα στη φθορά εκείνη όμως θέλει να μείνει πιστή σε αυτά που αγαπάει και πρώτα απ΄ όλα στον εαυτό της και στη ζωή.
Χωρίς να υπάρχει περιθώριο ή δυνατότητα σύγκρισης των εποχών της μυθικής Διδούς (sic) και της Διδώς του μυθιστορήματος, οι χαρακτήρες της Μάρως Κερασιώτη είναι ψυχολογικά, κοινωνικά και οικονομικά ενεργοί πολίτες με επίγνωση της εποχής τους αλλά και της ιστορικότητάς τους.
Το μυθιστόρημα «Σχέσεις απιστίας» δεν είναι ένα «συναισθηματικό» μυθιστόρημα, σαν μερικά “ευπώλητα” ―ντόπια και διεθνή― όπου η άγνοια ή το θόλωμα της κοινωνικής, πολιτικής, οικονομικής και ψυχολογικής διάστασης των προβλημάτων των χαρακτήρων τους μας επιτρέπουν (ή μας ενθαρρύνουν) «να ξεχνιόμαστε».
Η Μάρω Κερασιώτη δεν ξεχνιέται καθόλου και μας κρατάει κι εμάς σε εγρήγορση. Πατάει γερά στην εποχή της και στον τόπο της καθώς η ίδια γνωρίζει πολύ καλά πού πατάει και πού βρίσκεται και έχοντας βιώσει πολύπλευρα την ανθρώπινη δυστυχία μέσα από την εκπαιδευτική της αφιλοκερδή συνεισφορά σε «ατυχήσαντες» ―με όποιον τρόπο κι αν νοείται η «ατυχία»― συμπολίτες μας.
Μέσα σ’ αυτή την εποχή και σ’ αυτόν τον τόπο ―την Ελλάδα― τοποθετεί την ιστορία που αφηγείται. Με γνώση, παρατηρητικότητα, σύγχρονη γλώσσα, χιούμορ.
Είναι ένα σημερινό βιβλίο που αντιμετωπίζει τα σχεδόν αιώνια προβλήματα της «πίστης» και της «απιστίας».
Εναλλάσσοντας τον πόνο της Διδώς για την προδοσία που έχει υποστεί ―μέσα από «σχέσεις απιστίας»― με την ορμή της και την επιθυμία της για ζωή, οδηγεί τον αναγνώστη στο τελευταίο κεφάλαιο και στην τελευταία φράση.
Εννοείται ότι δεν θα μάθετε από μένα αυτή την τελευταία φράση.
Αλλά και να την μαθαίνατε δεν θα είχατε κερδίσει αυτά που κέρδισα εγώ διαβάζοντας όλες τις σελίδες του βιβλίου της Μάρως Κερασιώτη, «Σχέσεις απιστίας», που κυκλοφορεί από τις εκδόσεις ΨΥΧΟΓΙΟΣ.
Χάρηκα την ανάγνωση και χάρηκα για τη συγγραφική δύναμη που γέννησε σελίδες γεμάτες πίστη για μια ζωή με αρχές, με αξίες και με αγάπη.
Χάρηκα που η Μάρω Κερασιώτη μέσα από τις «Σχέσεις απιστίας» της με οδήγησε ―με την τέχνη της, με την αναλυτική της σκέψη και με το χιούμορ της― στην ανανέωση της εκτίμησης (από μέρους μου) των σχέσεων πίστης.
Την ευχαριστώ γι’ αυτό.
Διαβάστε το μυθιστόρημα «Σχέσεις απιστίας» της Μάρως Κερασιώτη.
Ό,τι κι αν λέει ο τίτλος του, είναι ένα βιβλίο που με σαγηνευτικά ελκυστικό και αναγνωστικά έντιμο τρόπο προσεγγίζει κι αναλύει την αξία της πίστης στις ανθρώπινες σχέσεις και στην ίδια τη ζωή.
Οκτώβριος 2016
ΣΧΕΣΕΙΣ ΑΠΙΣΤΙΑΣ,
της Μάρως Κερασιώτη,
Μυθιστόρημα, 400 σελίδες
Νοέμβριος 2015
Εκδόσεις ΨΥΧΟΓΙΟΣ
ΜΑΡΩ ΚΕΡΑΣΙΩΤΗ
H Μάρω Κερασιώτη γεννήθηκε και ζει στην Αθήνα. Γνωστή και καταξιωμένη στον χώρο της γλυπτικής κεραμικής με διεθνή καριέρα, πολλές ατομικές και ομαδικές εκθέσεις, πολυάριθμες διακρίσεις και βραβεία, δίδαξε εθελοντικά κεραμική σε αναμορφωτήρια και φυλακές για δεκαεννιά χρόνια, ενώ έργα της βρίσκονται σε συλλογές και μουσεία σε όλο τον κόσμο. Έργα της κοσμούν τον Σταθμό Αμαρουσίου του ΗΣΑΠ (Μετρό Αθηνών, Ηλεκτρικός).
Εμφανίστηκε στα γράμματα το 1980 με την ποιητική συλλογή Ρευστός Καθρέφτης, κι από τότε δεν έπαψε να γράφει. Συνεργάζεται με ελληνικά και διεθνή περιοδικά, δημοσιεύοντας διηγήματα και άρθρα σχετικά με την ελληνική κεραμική, και πραγματοποιεί διαλέξεις σε πανεπιστήμια του εξωτερικού, τόσο πάνω στο αντικείμενο της εργασίας της όσο και με βάση την εμπειρία που απέκτησε δουλεύοντας με κρατούμενους. Από τις Εκδόσεις ΨΥΧΟΓΙΟΣ κυκλοφορούν επίσης τα μυθιστορήματά της ΜΕΝΕΞΕΔΕΣ ΚΑΙ ΓΑΖΙΕΣ, Η ΜΙΚΡΑ ΝΗΣΟΣ, ΤΡΕΙΣ ΜΕΡΕΣ ΜΕΤΑ και ΣΧΕΣΕΙΣ ΑΠΙΣΤΙΑΣ . Το μυθιστόρημά της Η ΜΠΟΥΓΑΔΑ κυκλοφορεί από τις Εκδόσεις ΕΝΑΣΤΡΟΝ.