iporta.gr

Στόχος της τρομοκρατικής επίθεσης στην Αγία Πετρούπολη δεν ήταν μόνο η πολιτική της Ρωσίας, αλλά ο ίδιος ο Πούτιν, του Ρομπέρτο Τοσκάνο

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

(*) Ο Ρομπέρτο Τοσκάνο είναι αρθρογράφος της La Repubblica

 

Κι άλλοι νεκροί. Κι άλλα ακρωτηριασμένα πτώματα, ζωές που ξερίζωσε η τρομοκρατία, το άνανδρο όπλο εκείνων που σκοτώνουν τους απλούς πολίτες, τους αθώους, επειδή δεν έχουν το θάρρος ή τη δύναμη να πολεμήσουν τον εχθρό στο πεδίο της μάχης.

 

Αυτή τη φορά ήταν η σειρά της Ρωσίας. Θα έλεγε κανείς ότι δεν είναι τίποτα καινούργιο σε σχέση με τη σειρά τρομοκρατικών επιθέσεων που έχουν πλήξει από την αρχή του αιώνα διάφορα σημεία αυτής της χώρας, μεταξύ των οποίων και το μετρό της Μόσχας, όπου το 2010 δύο Τσετσένες ανατινάχθηκαν παίρνοντας μαζί τους 40 ανθρώπους. Όπως Τσετσένοι ήταν και οι δράστες της σφαγής των αθώων το 2004 σε σχολείο του Μπεσλάν.

 

Αν όμως η ηθική ετυμηγορία δεν αλλάζει, πρέπει να αναπροσαρμοστεί η πολιτική ανάλυση. Η τρομοκρατία δεν είναι αίτιο, αλλά εργαλείο ένα εργαλείο που χρησιμοποιείται για σκοπούς που ποικίλλουν ανάλογα με την περίσταση, ακόμη κι αν τα υποκείμενα είναι τα ίδια.
Το πρώτο πράγμα που πρέπει να επισημάνει κανείς είναι ότι αυτή τη φορά ο στόχος δεν είναι μόνο η Ρωσία και η πολιτική της, αλλά μάλλον ο ίδιος ο Βλαντίμιρ Πούτιν. Γιατί δεν πρόκειται ασφαλώς για σύμπτωση ότι λίγες ώρες πριν από την επίθεση ο Πούτιν βρισκόταν στην Αγία Πετρούπολη, την πόλη από την οποία ξεκίνησε άλλωστε την πολιτική του σταδιοδρομία.

 

Δεν αποκλείεται οι δράστες αυτού του εγκλήματος να είναι άλλη μια φορά Τσετσένοι, αν και είναι δύσκολο να υποθέσει κανείς ότι το κίνητρό τους είναι και πάλι η επιδίωξη της ανεξαρτησίας της Τσετσενίας. Το «εθνικό ζήτημα» έχει σήμερα καταπνιγεί κάτω από τη σιδηρά πυγμή του Ραμζάν Καντίροφ, ενός πρώην αντιρώσου αντάρτη και σήμερα πιστού του Πούτιν, σε σημείο που να θεωρείται ύποπτος ότι κάνει τις «βρομοδουλειές», την εξόντωση δηλαδή των ανθρώπων που ενοχλούν τον αρχηγό, όπως ήταν η Ανα Πολιτκόφσκαγια το 2006 και ο Μπόρις Νεμτσόφ το 2015.

 

Σήμερα, το εθνικό ζήτημα έχει μετατραπεί σε ισλαμικό ζήτημα και έχει διεθνοποιηθεί, με τους Τσετσένους να έχουν γίνει οι πιο ικανοί και οι πιο αδίστακτοι μεταξύ των ξένων μαχητών που πολεμούν για το Ισλαμικό Κράτος. Αν θέλουμε έτσι να διατυπώσουμε μια υπόθεση για τους δράστες της επίθεσης στην Αγία Πετρούπολη, πρέπει να αναζητήσουμε τα κίνητρα όχι στην Τσετσενία, αλλά στον πόλεμο στη Συρία. Όταν ο Χαλίφης χάσει τη Μοσούλη, και στη συνέχεια τη Ράκα, δεν θα πρέπει να αποδώσει την ήττα του στη συμμαχία των 68 χωρών, πολλές από τις οποίες πολεμούν μόνο θεωρητικά, αλλά στον Βλαντίμιρ Πούτιν και στη στρατιωτική του επέμβαση.

 

Τον τελευταίο καιρό έχει γίνει φανερό ότι όσο χάνει τον έλεγχο σε μέρος της Συρίας και του Ιράκ, το Ισλαμικό Κράτος αρχίζει να μοιάζει όλο και περισσότερο στην Αλ Κάιντα. Δεν πρόκειται πια για έναν φονικό στρατό που προσπαθεί με μαζικούς σκοτωμούς να επεκτείνει την επικράτεια που ελέγχει, αλλά για μια υπερεθνική τρομοκρατική οργάνωση που είναι ικανή να κτυπήσει οπουδήποτε. Αυτό δεν σημαίνει πως πρέπει να πιστέψουμε τους τζιχαντιστές όποτε αναλαμβάνουν την ευθύνη για μια τρομοκρατική επίθεση σε κάποιο σημείο του κόσμου. Στην περίπτωση της επίθεσης στην Αγία Πετρούπολη, όμως, δικαιούμαστε να υποθέσουμε αν και ακόμη δεν υπάρχουν επαρκείς πληροφορίες ότι πίσω της βρίσκεται ένα Χαλιφάτο στα πρόθυρα της στρατιωτικής ήττας.

 

Από την Κριμαία ως τη Συρία, ο Πούτιν κατόρθωσε να αποδείξει ότι η Ρωσία μετράει, ότι η Ρωσία δεν μπορεί να αγνοηθεί. Ότι η Ρωσία εξακολουθεί να είναι μια μεγάλη δύναμη. Η εκδίκησή του είναι κρύα και αποφασιστική, και έχει φέρει αποτελέσματα όχι τόσο λόγω του στρατιωτικού και οικονομικού βάρους της Ρωσίας, όσο λόγω των αντιφάσεων των υπολοίπων πρωταγωνιστών της πολιτικής σκηνής. Όπως γνωρίζουν καλά όμως οι Αμερικανοί, το κόστος που πληρώνεις για να αποτελείς μια μεγάλη δύναμη είναι τρομερό. Ο πρωταγωνιστής εκτίθεται, γίνεται στόχος όποιου θέλει να αντιταχθεί σε αυτόν τον πρωταγωνιστικό ρόλο ή θέλει να τον τιμωρήσει επειδή τον οδήγησε στην ήττα. Σήμερα, ο βασικός εχθρός των τζιχαντιστών είναι ο Πούτιν, περισσότερο κι από τον Τραμπ, που εμφανίζεται πιο ασταθής και αντιφατικός από τον Ομπάμα.

 

(Πηγή: La Repubblica)