Sinful Skulls (Αμαρτωλά κρανία)
Σωρός τα ερωτηματικά, κάνουν ένα κουβάρι τους ανθρώπους. Στα δύσκολα μοιάζουν σκυφτοί και λιγομίλητοι κι άλλες ανώδυνες στιγμές μεταμορφώνονται στους πιο παλαβούς πολυλογάδες.
Μα πια ηθική τραβά χρωματιστές γραμμές, και μπογιατίζει τη ζωή μας;
Πως πλέκεις τα νήματα, ενώ κάνεις τα βήματα σου στοιβαρές ράγες, μέσα σε έναν εντελώς αβέβαιο χρόνο;
Μήπως πάλι θωρρείς Θεϊκές παλάμες, να ανασαίνουν πάνω από τα δικά σου ζάρια;
Στο πανηγύρι της Άπλας, της Αγίας Πελαγίας, δεν έχει τέτοιες απαντήσεις.
Στο πίσω κελάκι, οι κατσίκες έχουν αποβράσει από ώρες, ενώ οι μαγείροι υπολογίζουν με το μάτι, τη δόση του αλατιού.
Μέχρι σε εκεί η ζωούλα μας δεν έχει μέτρημα, δεν έχει αγχολύκια, όλοι μοιάζουν ταιριαστά και αγαπημένα αδέρφια, φίλοι κι οχτροί, που ηρεμούν και γουργουρίζουν σα τα γατάκια, με το λαούτο, και τη λύρα να σέρνει το δοξάρι, που ‘χει για τσαμπάλια ένα σωρό ψυχές.
Οκτώβρης του 2013 με τη γιορτή, να ξεφαίνει πάλι την ίδια ιστορία. Σαν τις τωρινές μέρες, όμως εβδομήντα χρόνια πίσω, στο ’43, ένα λαβωμένο γερμανικό Στούκας, ξεπέφτει στην έρημικη παραλία Αγνώντια. Κάνουν πλιάτσικο ένα σωρό από τους κατοίκους των διπλανών χωριών. Την Όλυμπο και τα Σπόα.
Τρεις φίλοι είναι που πιάνονται στη φάκα των ρουφιάνων.
Ο ένας τριγυρνούσε ζωσμένος με Γερμανικούς τελαμώνες, φυσεκλίκια και καμάρωνε, ενώ ο άλλος φόρεσε ένα γερμανικό, στρατιωτικό πουκάμισο. Η κατηγορίες βαριές, ασήκωτες, δεν είναι μονάχα οι κλοπές, οι κατακτητές χρεώνουν στην παρέα και τη σκύλευση του νεκρού.
Ο πιλότος βρέθηκε με κομμένα τα δάχτυλα και ειπώθηκε πως αφαιρέθηκαν τα πολύτιμα δαχτυλίδια του.
Τα εικοσάχρονα παιδιά, δυό Μανώληδες και ο Πάχος, περνούν από στρατοδικείο και καταδικάζονται.
Χαράματα στις 2 του Νοέμβρη 1943, τα στήνουν στα τρία μέτρα, τα τουφεκίζουν, οι σφαίρες αφήνουν μια τρύπα στο μέτωπο, ευθεία στο δόξα πατρί και έπειτα τα πετούν όπως-όπως, σε έναν λάκο, που νωρίτερα οι Γερμανοί τα είχαν βάλει οι ίδιοι να σκάψουν.
Η πικρή ιστορία θα είχε κλείσει με το τέλος του πολέμου.
Αντίθετα, η τιμωρία των παιδιών κράτησε με τη σιωπή μας, έφτασε ως τις δικές μας ημέρες. Ξεθάψαμε μόλις προχτές, αφορμή μια κάμερα, που προσπαθεί να αποκαλύψει την ιστορία και αποκαλύπτει τα αμαρτωλά κρανία τους.
Ήταν ακριβώς στην ίδια θέση, εκεί που τα είχαν παραχώσει οι Γερμανοί φονιάδες τους, το ’43.
Καταδικασμένοι εβδομήντα ολόκληρα χρόνια από τη πιο παράξενη ομερτά.
Η ιστορία των δυστυχισμένων γίνεται αφορμή να δούμε τα μέσα μας, να κοιτάξουμε τα στερεότυπα, που δένουν όλες τις ασυνήθιστες εικόνες πιστάγκωνα και δεν αφήνουν ανάσα στο διαφορετικό, εκείνο που ίσως κρύβει τη πικρή αλήθεια μας.