Ακούς τη φωνή. Παντού… Κλείνεις τα μάτια και γυρίζεις εκεί. Εκεί που το όνειρο συναντά την πραγματικότητα. Και η φωνή είναι εκεί και σου ψιθυρίζει. Δεν ακούς… παρά μόνο έναν ψίθυρο. Τα λόγια θα έρθουν αργότερα να αποκωδικοποιήσουν αυτό που σου ψιθυρίζει η φωνή.
Ακούς…
Νιώθεις την αναπνοή. Παντού… Κλείνεις τα μάτια και αναπνέει δίπλα σου. Την αισθάνεσαι. Την αισθάνεσαι να αλλάζει. Να αλλάζει ρυθμό, να αλλάζει ροή, να αλλάζει χρώμα.
Νιώθεις…
Σε αγγίζει. Παντού… Κλείνεις τα μάτια και σε αγγίζει. Γυρίζει γύρω από εσένα και το μόνο που νιώθεις είναι το άγγιγμα. Ανατριχιάζεις.
Σε αγγίζει…
Ξαφνιάζεσαι! Ξυπνάς ή κοιμάσαι; Δεν καταλαβαίνεις. Είναι γλυκό το όνειρο, ή αυτό που ζεις;
Ξαφνιάζεσαι όταν ανοίγεις τα μάτια και δεν ακούς τη φωνή. Ξαφνιάζεσαι όταν ανοίγεις τα μάτια και δεν νιώθεις την αναπνοή. Ξαφνιάζεσαι… όταν δεν σε αγγίζει.
Σε τρεις κινήσεις… Κι όλα διαλύονται.
Γιατί μπορεί…
Γιατί μπορεί όλα να διαλύονται σε τρεις κινήσεις.
Γιατί μπορεί…
Γιατί μπορεί όλα να είναι μαύρα με τρεις κινήσεις.
Γιατί μπορεί να υπάρχει μία χαραμάδα σε αυτό το όνειρο. Με λιγοστό φως, αχνό, θολό, όπως η πανσέληνος απόψε. Κι αν πάλι δεν φαίνεται, κάπου υπάρχει!
Γιατί μπορεί απόψε για εσένα το μόνο πράγμα που καίγεται να είναι αυτό το τσιγάρο που άφησες στο παγκάκι. Το βλέπεις να αργοσβήνει και ταξιδεύεις μες στον καπνό του. Όχι στο όνειρο, αλλά σε αυτό που ζεις. Γιατί μπορεί. Όπως μπορεί…
Γιατί μπορείς κι εσύ… Αρκεί να δόσεις χρόνο, για τρεις κινήσεις.