iporta.gr

Quiet days in Clichy, του Αλέξανδρου Μπέμπη

 

 

 

 

 

 

 

Αλέξανδρος Μπέμπης 

 

 

 

 

 

 

Αν θέσεις το ερώτημα ”ποιά ταινία σας θυμίζει περισσότερο το Παρίσι”, είναι πολύ πιθανό ότι οι πιο πολλές απαντήσεις θα είναι ΤΟ ΤΕΛΕΥΤΑΙΟ ΤΑΝΓΚΟ ΣΤΟ ΠΑΡΙΣΙ του Μπερτολούτσι. Ταινία του 1973.

Μια υπαρξιακή μυσταγωγία, με τον μοναδικό Μάρλον Μπράντο και την-άγνωστη τότε-Μαρία Σνάιντερ.

(Βέβαια αυτό που είχε αποσπάσει το φιλοθεάμον κοινό από το θέμα της ταινίας,είχε προκαλέσει εντύπωση και τις περισσότερες συζητήσεις ήταν η περίφημη σκηνή με το βούτυρο,αλλά όπως θα δούμε στη συνέχεια δεν ήταν κατ’ ανάγκη κακό).

Τρία χρόνια νωρίτερα είχε παρουσιαστεί στους κινηματογράφους μια ανάλογη ταινία υπαρξιακής αναζήτησης η οποία δεν έκανε την καριέρα αυτής του Μπερτολούτσι.

 

Κάτι σαν μια προθύστερη επισκίαση.

Ήταν το QUIET DAYS IN CLICHY, μια δανέζικη παραγωγή του 1970, βασισμένη επάνω στο ομότιτλο βιβλίο του Χένρυ Μίλλερ.

 

Μια ασπρόμαυρη ταινία που με εφαλτήριο την σεξουαλική απελευθέρωση, κωδικοποιούσε την κοινωνική απελευθέρωση και όλον τον νέο τρόπο σκέψης και ζωής.

Αυτόν που λέει όχι στα θέσφατα και τις ιδεοληψίες και πως αν δεν γευτείς δεν μπορείς να αποφασίσεις.

Εξαιρετικά διανθισμένη με μουσική και τραγούδια του ”Country” Joe McDonald(& the Fish,όπως ήταν ο πλήρης τίτλος του συγκροτήματος)

Έχουν περάσει πολλά χρόνια και δεν μπορώ να θυμηθώ με ποιά χρονολογική σειρά τις είδα,  γιατί τότε όπως είναι γνωστό ζούσαμε τα μαύρα χρόνια της χούντας.

Το ΤΑΝΓΚΟ είχε παιχτεί πετσοκομμένο από τις ”επίμαχες” σκηνές και το QUIET DAYS πρωτοπαίχτηκε μάλλον το 1975.

Ένα χρόνο μετά, επισκέφθηκα το Παρίσι με μια ακαταμάχητη και ακατάσχετη επιθυμία να περπατήσω στους δρόμους που γυρίστηκαν σκηνές από τις ταινίες, να μπω στα μαγαζιά και τα διαμερίσματα (αν είναι δυνατόν!), στους σταθμούς του μετρό και να νιώσω σαν κομπάρσος στα γυρίσματα της Place Pigalle και του Clichy.

Και να αναπνεύσω τον αέρα.

Τον φρέσκο αέρα που έπνεε τότε στην Ευρώπη και σάρωνε στο πέρασμά του ταμπού, προκαταλήψεις, συντηρητισμούς και σεμνοτυφίες.

Ο αέρας της συναδέλφωσης, της αλληλεγγύης, των ελεύθερων επιλογών, του σεβασμού των απόψεων και του ειλικρινή και ανυστερόβουλου διαλόγου.

Έψαξα και βρήκα ένα μπαράκι που διανυκτέρευε.

Μπήκα μέσα.

Ήταν γεμάτο με νέα παιδιά, νέους ανθρώπους. Φωνές, γέλια, αλλά και χαμηλόφωνες συζητήσεις και κυρίαρχη γλώσσα τα αγγλικά, ενδεικτικό ότι δεν ήταν μόνο Γάλλοι.

Από όλες σχεδόν τις γωνιές της ελεύθερης (”Δυτικής” τότε) Ευρώπης και με νωπές ακόμη τις δάφνες της πρώτης διεύρυνσης της Ε.Ο.Κ. των πρώτων έξι.

Το ουσιαστικά κυρίαρχο όμως δεν ήταν τα αγγλικά.

Ήταν μια διάχυτη, ορατά αδιόρατη χαρά που γέμιζε την ατμόσφαιρα…

 

Τώρα εύλογα θα αναρωτηθείτε γιατί τα θυμάμαι σαράντα χρόνια μετά εν έτει 2016 όλα αυτά.

Γιατί θέλω το Παρίσι μου πίσω. Θέλω την Ευρώπη μου, που ονειρεύτηκα και έγινε πραγματικότητα, πίσω.

ΟΧΙ στα ταμπού, τις προκαταλήψεις, το ψέμα, τον λαϊκισμό, την υστεροβουλία, τους αποκλεισμούς και τα κλειστά σύνορα, την εσωστρέφεια, τον ρατσισμό και εν τέλη
ΟΧΙ ΣΤΟΝ ΦΑΣΙΣΜΟ ΠΟΥ ΞΑΝΑΣΗΚΩΝΕΙ ΚΕΦΑΛΙ με καμουφλάζ τους εθνικισμούς και τις διαλυτικές κορώνες και όπλα του όλα τα πιο πάνω.

 

Δεν οργίζομαι επειδή κάποιοι προσπαθούν να μετατρέψουν την πραγματικότητα σε ανάμνηση, προωθώντας λυσσαλέα μια νέα ζοφερή πραγματικότητα.

Οργίζομαι γιατί κάποιοι βάζουν άγριο χέρι στην κληρονομιά που θέλω να αφήσω στα παιδιά μου.

Μια Ευρώπη όπου η αντιπαράθεση ιδεών να συνεχίσει να γίνεται με παραγωγικό πνεύμα για ένα καλύτερο αύριο και όχι, όπως διαφαίνεται, σε κλίμα αλληλοεξόντωσης με όρους του χθες.

Μια Ευρώπη ήσυχη, αδελφοποιημένη, αγαπημένη.

 

 

 

[iframe width=”560″ height=”315″ src=”https://www.youtube.com/embed/5MEu0AtroV8″ frameborder=”0″ allowfullscreen ]