Ο Παναγιώτης Καρκατσούλης είναι βουλευτής Επικρατείας του Ποταμιού
Θα μπορούσε να είναι διασκεδαστικό κουίζ: Ποιος είναι ο πρωθυπουργός ο οποίος ανακαλύπτει μετά από επτά μήνες και, μάλιστα την τελευταία ημέρα της θητείας του, ότι μια κοινή υπουργική απόφαση για να πάει από το ένα υπουργείο στο άλλο πρέπει να περάσουν τρεις μήνες; Εύκολο… Ποιος άλλος από τον απίθανο κ. Τσίπρα ο οποίος, με μια χαρακτηριστική αφέλεια, προέβη στην διαπίστωση αυτή στη συνέντευξή του στον Alpha, καταλήγοντας στο καινοφανές συμπέρασμα: «Δεν μπορεί να λειτουργήσει έτσι το κράτος!»
Αναγνωρίζω την ειλικρίνεια του κ. Τσίπρα στην ακριβή περιγραφή της κυβέρνησής του. Πλην όμως θα πρέπει να μάθει, έστω τώρα, ότι μια ΚΥΑ μπορεί να υπογραφεί και να τεθεί σε εφαρμογή σε μια ημέρα. Αρκεί βεβαίως, εκτός από όσα ρυθμίζονται σ’ αυτήν, να έχουν σκεφτεί οι εκδότες της και τον τρόπο εφαρμογής της. Σε άλλες εποχές, όπου το κράτος δικαίου και η νομοπαραγωγική διαδικασία είχαν μια κάποια ποιότητα, μια ρύθμιση (ανεξαρτήτως επιπέδου) συνοδευόταν από τα εφαρμοστικά της κείμενα. Ένας νόμος δηλαδή που περιείχε εξουσιοδοτήσεις για την έκδοση υπουργικών αποφάσεων ή προεδρικών διαταγμάτων, έπρεπε να συνοδεύεται απ’ αυτά κατά το χρόνο της κατάθεσής του στη Βουλή. Δεν πρέπει να κρατάμε –για να εκφραστώ με το «συριζαΐκο» ιδίωμα– τις δευτερογενείς ρυθμίσεις «καβάτζα» για να εκβιάζουμε ή να διαπραγματευτούμε ό,τι δεν μπορέσαμε όταν γινόταν η ρύθμιση. Ατυχώς, πολλές φορές, ψηφίζονται συμβολικοί, «χάρτινοι» νόμοι μόνο και μόνο για να εξασφαλιστεί στην κυβέρνηση κάποιο μικροπολιτικό όφελος. Η κυβέρνηση του κ. Τσίπρα απογείωσε αυτή την κακή πρακτική. Έφερε στη Βουλή πράξεις νομοθετικού περιεχόμενου στις οποίες οι βουλευτές της συγκυβέρνησης υπέβαλαν τροπολογίες! Τόσο οι κανόνες όσο και η διαδικασία θέσπισής τους την περίοδο της συγκυβέρνησης Τσίπρα-Καμένου έγιναν στην κυριολεξία «σουρωτήρια».
Αλλά ο κ. Τσίπρας στην ίδια συνέντευξη δεν έμεινε στα «μάκρο» ζητήματα της νομοθέτησης. Έδειξε ότι έχει και επιχειρησιακή γνώση του «μίκρο» διοικητικού επιπέδου. Ανέφερε, verbatim, ότι «για να ξεκινήσει να δραστηριοποιείται μια επιχείρηση πρέπει να περάσουν 3 μήνες γραφειοκρατίας», όπως και ότι «ένας δήμος για να πάρει μια απόφαση να φτιάξει ένα μικρό έργο, πρέπει να πάρει υπογραφές και αποφάσεις από 4 υπουργεία». Να τονίσω, ξανά, ότι η μαθησιακή επίδοση του κ. Τσίπρα είναι αξιόλογη. Διαπιστώνει μετά από μερικούς μήνες πρωθυπουργίας ό,τι γνωρίζει και βιώνει ο μέσος Έλληνας στην καθημερινότητά του. Μάλλον, θα πρέπει να υποβληθεί σ’ ένα επόμενο course προκειμένου να μάθει ότι οι υπουργοί και ο ίδιος ήταν εκεί για να λύσουν αυτά τα προβλήματα, όχι για να τα διαπιστώνουν.
Είναι εκπληκτικό ότι στην πενιχρή νομοθετική παραγωγή της συγκυβέρνησης δεν συναντάμε μία (1), έστω, αξιόλογη πρωτοβουλία για την καταπολέμηση της γραφειοκρατίας. Μάλιστα συναντάμε το ακριβώς αντίστροφο: Επαναφορά πρόσθετων διαδικασιών και δομών που επιδεινώνουν τη γραφειοκρατία. Η γραφειοκρατία, δε, απογειώνεται εκεί όπου συναντά τον κομματισμό και τον πελατειασμό. Η συγκυβέρνηση, αφού διόρισε στρατιές συντρόφων, φίλων και συνοδοιπόρων, τώρα αναστοχάζεται δια του πρωθυπουργού: «Επίσης, η συνήθεια στο πελατειακό κράτος… αυτά πρέπει να αλλάξουν»!
Ο κ. Τσίπρας απήλθε εν μέσω σφαλμάτων, παραλείψεων και αστοχιών. Ίσως, όμως, μείνει στη ιστορία ως ο πλέον άσχετος και ανίδεος πρωθυπουργός της Ελλάδας, που την τελευταία ημέρα της πρωθυπουργίας του κατάλαβε ποιος ήταν ο ρόλος του…