Μερικοί άνθρωποι διαβάζουν πολύ έως πάρα πολύ, διαβάζουν τα πάντα (ανάμεσά τους και μερικά καλά πράγματα). Κι ωστόσο κρατιούνται επίμονα στην ακατέργαστη επιφάνεια των πραγμάτων. Όταν κλείνουν το βιβλίο η ζωή παραμένει ίδια. Ανελέητα ίδια γι’ αυτούς. Η εντύπωση που έχω τελικά γι’ αυτούς τους ανθρώπους είναι ότι είτε δεν ξέρουν να διαβάζουν ή ότι διαβάζουν ληγμένα, άψυχα κείμενα. (Υπάρχει και μια κατηγορία καταναλωτών που διαβάζει για να δείξει ότι διαβάζει αλλά αυτή δεν μας αφορά.)
Μερικοί άνθρωποι ακούνε πολλή μουσική, έως πάρα πολλή (και καλή) μουσική. Κι ωστόσο κρατιούνται επίμονα στην άμουση πλευρά των πραγμάτων. Τους είναι αδύνατον να χαρούν τις σιωπές, τα ηχηρά διαλείμματα ανάμεσα σ’ αυτό και σ’ εκείνο. Το κυριότερο, όταν παύει η μουσική δεν τους έχει συμβεί κάτι, δεν ταράχτηκε, πέρα από τα τύμπανά τους, άλλη χορδή. Η εντύπωση που έχω τελικά γι’ αυτούς τους ανθρώπους είναι ότι ακούνε τις μουσικές ως υπόκρουση, όπως εκείνη την άψυχη στα σούπερ μάρκετ.
Μερικοί άνθρωποι φιλοσοφούνε πολύ, έως πάρα πολύ. Τρώνε τα βιβλία τις φιλοσοφίας με το κουτάλι, κάποτε γράφουν και διάφορα κείμενα πλημμυρισμένα σε βιβλιογραφία και jargon σε διάφορα έντυπα, γνωρίζουν να σου πουν ανά πάσα στιγμή έως και με ποια κοιμήθηκε ο Μπαντιού και τις προτιμήσεις στη σάλτσα μακαρονιών του Tσίζεκ. Κι ωστόσο δεν καταφέρνουν με τίποτε να διαπεράσουν την κρούστα αυτού του κόσμου. Όταν συζητάς μαζί τους για τα απλά πραγματάκια της ζωής ακούς ανοησίες, κοινοτοπίες και, το κυριότερο, αυτό σε μεγαλύτερο βαθμό απ’ ότι συμβαίνει με τους λιγότερο «φιλοσοφημένους» ανθρώπους. Η εντύπωση που έχω τελικά με αυτούς τους ανθρώπους είναι ότι η φιλοσοφία γι’ αυτούς αποτελεί υποκατάστατο για κάτι άλλο, για κάποια απίστευτη φαντασίωση αναπλήρωσης της μίζερης ζωής τους, π.χ. να ζούνε ως ευγενείς τον 17ο αιώνα με πληθώρα κουρτιζάνων στη δούλεψή τους.
Η εντρύφηση στην τέχνη του λόγου και της μουσικής ή η φιλοσοφία, απαιτεί χρόνο, βαθύ χρόνο. Το διάβασμα, οι μουσικές, η φιλοσοφία αποκτούν νόημα μόνον στον μακρό χρόνο. Δεν καταλαβαίνω τη βιασύνη με την οποία κάποιοι καταβροχθίζουν τις τέχνες. Το ένα βιβλίο μετά το άλλο. Τη μια μουσική μετά την άλλη. Το ένα δοκίμιο μετά το άλλο. Δεν είναι για χόρταση, είναι για χώνεψη. Κανείς, εκτός από την Αγορά, δεν απαιτεί να είσαι καταναλωτής, ζάπερ των τεχνών. Κανείς, εκτός από τον αφρό του Διαδικτύου, δεν απαιτεί να τα ξέρεις όλα. Πιο αργά, πιο αργά.
Η συμβουλή μου, όποτε διδάσκω Γραφή και Ανάγνωση, είναι μία: διαβάζετε λιγότερα βιβλία και περισσότερο το ίδιο βιβλίο. Όποιος την ακολουθεί πολύ γρήγορα μαθαίνει τι πραγματικά αξίζει να διαβάζει. Όμως όποιος την ακολουθεί χρειάζεται πρώτα να δώσει κατ’ ιδίαν απάντηση στη δύσκολη ερώτηση (πριν π.χ. ανοίξει ένα καινούργιο βιβλίο): Πόσους αρχαίους κλασικούς έχω διαβάσει; Πόσο Βιργίλιο, πόσο Δάντη κατέχω; Πόσο καλά ξέρω τον Σέξπιρ (για να μην αναφέρω τον αδιάβαστο, από την πλειονότητα, Θερβάντες ή ακόμα τον, σχεδόν άγνωστο στους περισσότερους, Ραμπελέ);
Από εκεί κι έπειτα, η ιστορική διαδρομή ως το σήμερα είναι δύσκολη επιλογή του καθενός ξεχωριστά, αλλά αυτή είναι η διαδρομή της καθημερινής εντρύφησης με την τέχνη, αργή, απίστευτα αργή, όπως ο ιστορικός χρόνος, ή όπως το γράψιμο ενός αξιοδιάβαστου βιβλίου.
* Το άρθρο απηχεί τις απόψεις του συντάκτη του.
The article expresses the views of the author
iPorta.gr