iporta.gr

Πήρε το μυστικό μαζί του, του Δημήτρη Κατσούλα

  

Δημήτρης Κατσούλας  

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

 

Οι φαντάροι έχουν έξοδο.

 

Αφού φθάσουν στην πύλη και μετά τον έλεγχο ” περί αρτίας περιβολής ” τους δοθεί το ΟΚ από τον φρούραρχο, ξεχύνονται στους δρόμους της πόλης.

 

Ο Κλεάνθης στο σπίτι μόλις αρχίζει να γέρνει ο ήλιος ακουμπάει στον μαντρότοιχο για να μην τον δουν τα παιδιά και η γυναίκα του και αρχίζει να κλαίει βλαστημώντας κρυφά και από μέσα του την τύχη του και όσους τον έφθασαν μέχρι εδώ.

 

Μετά από πολλές ”συσκέψεις” με τον εαυτό του βρήκε τη λύση για να τσοντάρει στα οικονομικά του σπιτιού,να δώσει μιά ανάσα στα παιδιά του.

 

Παίρνει το αγροτικό,φορτώνει μερικές κούτες τσιγάρα ”επί πιστώσει” αγορασμένα και κατευθύνεται προς το στρατόπεδο.

 

Περιδιαβαίνει το συρματόπλεγμα-ποτέ την είσοδο δεν πλησιάζει-και πιάνει κουβέντα με τους φαντάρους. ”Παλληκάρι μου…έχω τσιγάρα”, ”Καλόπαιδο…καπνίζεις; ‘Εχω τσιγάρα”.

 

Τα χρόνια περνούν,αλλάζουν οι θητείες και ο ένας φαντάρος έλεγε στον άλλο: ”Ποιός έχει σειρά να πάει σήμερα για τσιγάρα;”. Μέχρι και ειδική ομάδα συστάθηκε για τον καλύτερο συντονισμό και να αποφεύγονται και οι γκρίνιες μεταξύ τους προκειμένου και τα σεκλέτια τους να ξεχνούν καπνίζοντας αλλά πολύ περισσότερο για να βοηθούν τον Κλεάνθη.

 

Η ζωή του τελείωσε έτσι. Κανένας και ποτέ δεν έμαθε στο σπίτι ότι ήταν πλανόδιος πωλητής τσιγάρων.

 

Μόνο οι φαντάροι και τα ξένα μάτια τον έβλεπαν να τριγυρνά έξω από συρματοπλέγματα και στρατόπεδα.

 

* Το άρθρο απηχεί τις απόψεις του συντάκτη του.

The article expresses the views of the author

iPorta.gr