iporta.gr

Παρέμβαση υπέρ της Ελλάδας από τον κορυφαίο φιλόσοφο Γιούργκεν Χάμπερμας

Ο κορυφαίος Γερμανός φιλόσοφος και κοινωνιολόγος Γιούργκεν Χάμπερμας προχώρησε σε παρέμβαση υπέρ της Ελλάδας με άρθρο του στην εφημερίδα La Repubblica. Στο δημοσίευμα επισημαίνει, σύμφωνα με τον ανταποκριτή του ΑΠΕ, πως «από τον Μάιο του 2010 η καγκελάριος προέταξε τα συμφέροντα των επενδυτών, αντί να δώσει βάρος στην εξυγίανση της ελληνικής οικονομίας. Το αποτέλεσμα είναι ότι είμαστε και πάλι εν μέσω μιας κρίσης που κάνει πασιφανές, σε όλη της την γυμνή πραγματικότητα, ένα ακόμη θεσμικό έλλειμμα. Το ελληνικό εκλογικό αποτέλεσμα είναι εκείνο ενός έθνους που, στην μεγάλη του πλειοψηφία επαναστατεί κατά της καταπιεστικής και λυπηρής κοινωνικής ανέχειας που επέβαλε στην χώρα η λιτότητα».

 

«Δεν υπάρχει κάτι που πρέπει να ερμηνευθεί, στη ψήφο αυτή της Ελλάδας: ο πληθυσμός απορρίπτει την συνέχιση μιας πολιτικής, την αποτυχία της οποίας έχει βιώσει στο πετσί του», γράφει ο διεθνούς φήμης φιλόσοφος, σύμφωνα με τον οποίο «υποστηριζόμενη από αυτή την δημοκρατική νομιμοποίηση, η ελληνική κυβέρνηση προσπαθεί να πετύχει μια αλλαγή πολιτικής στην ευρωζώνη, αλλά στις Βρυξέλλες συγκρούεται με τους εκπροσώπους άλλων δεκαοκτώ χωρών που δικαιολογούν την άρνησή τους προβάλλοντας, με ψυχρότητα, την δημοκρατική εντολή που έλαβαν».

 

«Το πραγματικό θεσμικό έλλειμμα δεν έχει ακόμη ξεπερασθεί. Οι ελληνικές εκλογές έριξαν άμμο στα γρανάζια των Βρυξελλών, εφόσον σε αυτή την περίπτωση οι ίδιοι οι πολίτες αποφάσισαν για μια εναλλακτική ευρωπαϊκή πολιτική, έχοντας υποστεί οδυνηρά, σε πρώτο πρόσωπο τις συνέπειες. Σε άλλες περιπτώσεις όμως, οι εκπρόσωποι των κυβερνήσεων λαμβάνουν αποφάσεις απομονωμένοι, σε τεχνοκρατικό επίπεδο, μακριά από την κοινή γνώμη». Ο Χάμπερμας τάσσεται επίσης υπέρ της μείωσης του ελληνικού δημόσιου χρέους, γράφοντας ότι η διαπραγμάτευση μπορεί να αποτύχει αν δεν δοθεί λύση στο θέμα αυτό. «Oι πολίτες και όχι οι τραπεζίτες πρέπει να έχουν τον τελευταίο λόγο στα θέματα κύριας σημασίας για την Ευρώπη. Και ενώπιον της μετα-δημοκρατικής αποχαύνωσης μιας κοινής γνώμης που επιδιώκεται να κρατηθεί, όπου είναι δυνατό, μακριά από ρήξεις, και ο Τύπος ασφαλώς επιβάλλεται να παίξει τον ρόλο του», καταλήγει.

 

Χάμπερμας: Γιατί η Μέρκελ κάνει λάθος με την Ελλάδα

 

Παράλληλα, σε άλλο άρθρο του στη Suddeutcsche Zeitung ασκεί συνολική κριτική στην ηγεσία της Ευρώπης και της Γερμανίας, για τον τρόπο που αντιμετωπίζουν την νομισματική και πολιτική ένωση, αλλά και τους χειρισμούς τους απέναντι στην Ελλάδα, ενώ δεν φείδεται κριτικής στην κυβέρνηση του ΣΥΡΙΖΑ για την λάθος στρατηγική που ακολούθησε, αλλά και στην Άγκέλα Μέρκελ την οποία θεωρεί συνυπεύθυνη για την κρίση.

 

 

Στο εκτενές άρθρο του αναφέρει μεταξύ άλλων, σύμφωνα με το ΑΠΕ: Η πρόσφατη απόφαση του Ευρωπαϊκού Δικαστηρίου ρίχνει άπλετο φως στο κατασκευαστικό λάθος μιας νομισματικής ένωσης χωρίς πολιτική ένωση. Όλοι οι πολίτες θα έπρεπε να είναι ευγνώμονες στον Μάριο Ντράγκι, διότι με μια και μοναδική φράση προστάτεψε το άμεσα απειλούμενο από την καταστροφή νόμισμά τους. Με την ανακοίνωσή του ότι θα αγοράσει εν ανάγκη κρατικά ομόλογα σε απεριόριστο ύψος, έβγαλε τα κάστανα από τη φωτιά. Έπρεπε να προλάβει, διότι οι ηγέτες (των χωρών της Ε.Ε.) ήταν ανίκανοι να δράσουν προς όφελος των κοινών συμφερόντων, έμειναν αιχμάλωτοι των καθ΄ έκαστον εθνικών συμφερόντων και επέμειναν στην ακαμψία…

 

Το ελληνικό εκλογικό αποτέλεσμα είναι ψήφος κατά της ταπεινωτικής δυστυχίας. Εκείνα τα δραματικά γεγονότα του 2012 εξηγούν γιατί ο Μάριο Ντράγκι κολυμπά αντίθετα με το ρεύμα μιας κοντόφθαλμης, ακέφαλης πολιτικής. Μετά την κυβερνητική αλλαγή στην Ελλάδα έλαβε αμέσως το λόγο :

 

«Χρειαζόμαστε ένα ποιοτικό άλμα για την θεσμική σύγκλιση… Πρέπει να ξεφύγουμε από ένα σύστημα κανόνων της εθνικής οικονομικής πολιτικής και αντ’ αυτής να παραχωρήσουμε σε περισσότερη ανεξαρτησία των κοινών θεσμών». Ακόμα και αν δεν θα το ανέμενε κανείς από έναν πρώην τραπεζίτη της Goldman-Sachs, (ο Ντράγκι) ήθελε να συνδυάσει αυτές τις καθυστερημένες θεσμικές μεταρρυθμίσεις με «περισσότερη δημοκρατική λογοδοσία».

 

Εδώ μίλησε κάποιος ο οποίος είχε διαπιστώσει ότι με τη διαμάχη, η οποία διεξαγόταν κεκλεισμένων των θυρών μεταξύ των ηγετών, οι οποίοι σκέφτονται μόνο του εκλογείς-πελάτες τους, δεν θα φτάσουμε στις αναγκαίες δημοσιονομικές, οικονομικές και κοινωνικοπολιτικές αποφάσεις. Σήμερα, τρεις μήνες αργότερα η ΕΚΤ ασχολείται ξανά με το να αγοράσει χρόνο με έκτακτα δάνεια για κυβερνήσεις που δεν μπορούν να δράσουν.

 

Επειδή για τη γερμανική κυβέρνηση τα συμφέροντα των επενδυτών ήδη από τον Μάιο του 2012 ήταν σημαντικότερα από το κούρεμα του ελληνικού χρέους για την εξυγίανση της ελληνικής οικονομίας, βρισκόμαστε ξανά σε κρίση. Τώρα έρχεται στην επιφάνεια η ύπαρξη ενός άλλου θεσμικού ελλείμματος. Το ελληνικό εκλογικό αποτέλεσμα είναι η ψήφος ενός έθνους, το οποίο αντιστέκεται με ξεκάθαρη πλειοψηφία κατά μιας -τόσο- ταπεινωτικής –όσο- και καταπιεστικής κοινωνικής εξαθλίωσης, εξαιτίας της επιβληθείσας στη χώρα πολιτικής λιτότητας.

 

Επί της ψήφου καθεαυτής δεν μπορεί να υπάρξει καμιά παρερμηνεία: Ο λαός απορρίπτει τη συνέχιση μιας πολιτικής της οποίας την αποτυχία έχει ζήσει δραστικά στο πετσί του. Εξοπλισμένη με αυτή τη δημοκρατική νομιμοποίηση η ελληνική κυβέρνηση προσπαθεί να επιφέρει μια αλλαγή πολιτικής στην ευρωζώνη. Βρίσκεται, όμως, αντιμέτωπη στις Βρυξέλλες με τους εκπροσώπους των άλλων 18 κυβερνήσεων οι οποίοι δικαιολογούν την απόρριψή τους με την ψυχρή παραπομπή στη δική τους δημοκρατική εντολή. Το βέβαιον είναι, ότι επί της ουσίας πρόκειται για μια ξεροκέφαλη επιμονή σε μια πολιτική λιτότητας, η οποία δεν γίνεται κυρίως αντικείμενο κριτικής μόνο στη διεθνή επιστήμη, αλλά είχε βάρβαρες συνέπειες στην Ελλάδα και αποδεδειγμένα έχει αποτύχει.

 

Πρέπει να καταστεί σαφές το απρεπές, μάλλον σκανδαλώδες της άρνησης (για πολιτικές διαπραγματεύσεις): Ο συμβιβασμός δεν αποτυγχάνει σε μερικά δις περισσότερα ή λιγότερα, ούτε καν σε αυτόν ή τον άλλο όρο, αλλά μόνο στην ελληνική απαίτηση, την απαίτηση της οικονομίας και του λαού, τον οποίο εκμεταλλεύθηκαν οι διεφθαρμένες ελίτ, για κούρεμα ή κάποια αντίστοιχη ρύθμιση, για παράδειγμα ένα μνημόνιο διαγραφής σε συνδυασμό με ανάπτυξη, ώστε να καταστεί δυνατή μια νέα αρχή. Αντ΄αυτής οι δανειστές επιμένουν στην αναγνώριση του βουνού του χρέους, το οποίο δεν μπορεί να αντέξει η ελληνική οικονομία.

 

Επιμένουν, δηλαδή, παρά τις αμφιβολίες στην τυπική αναγνώριση ενός πραγματικά ασήκωτου βάρους του χρέους. Μέχρι πρότινος επέμεναν, μάλιστα, στην απόλυτη εφαρμογή της εξωπραγματικής απαίτησης ενός πρωτογενούς πλεονάσματος πάνω από 4%. Μειώθηκε, βέβαια, στο επίσης μη ρεαλιστικό 1%, αλλά το μέλλον της Ε.Ε. εξαρτάται από την απαίτηση τω δανειστών να διατηρήσουν μια φαντασίωση. Φυσικά και υπάρχουν πολιτικοί λόγοι για την επιμονή αυτή, φοβούνται ένα ντόμινο και η Άγκελα Μέρκελ δεν αισθάνεται ασφαλής με τη δική της πλειοψηφία στο γερμανικό κοινοβούλιο. Αλλά μια λάθος πολιτική πρέπει υπό το πρίσμα των αντιπαραγωγικών συνεπειών να αναθεωρηθεί με τον ένα ή με τον άλλον τρόπο. Δεν μπορώ να αξιολογήσω κατά πόσον η στρατηγική της ελληνικής κυβέρνησης είναι μελετημένη…. Σε κάθε περίπτωση, όμως, είναι προφανές ότι οι Βίτελμπαχ δεν έφτιαξαν ένα λειτουργούν κράτος.

 

Εν τούτοις, δεν μπορεί να εξηγηθεί γιατί η ελληνική κυβέρνηση καθιστά δύσκολη την κατανόηση της γραμμής της, ακόμα και σε αυτούς που την συμπαθούν. Δεν διακρίνει κανείς μια λογική προσπάθεια να συνάψει συνασπισμούς, στο αν οι αριστεροί εθνικιστές υποστηρίζουν μια εθνοκεντρική προσέγγιση της αλληλεγγύης και αν θέλουν να παραμείνουν στην ευρωζώνη από φρόνιμους λόγους ή αν η προοπτική τους ξεφεύγει από τα όρια του εθνικού κράτους.

 

Ο Τσίπρας και ο ΣΥΡΙΖΑ θα έπρεπε να αναπτύξουν ένα μεταρρυθμιστικό πρόγραμμα, ώστε να το παρουσιάσουν στους εταίρους διαπραγματευτές τους στις Βρυξέλλες και το Βερολίνο .

 

Ο Αμάρτια Σεν συνέκρινε ήδη τον περασμένο μήνα την επιβληθείσα από τη γερμανική κυβέρνηση πολιτική λιτότητας, με ένα φάρμακο το οποίο περιέχει ένα τοξικό μείγμα από αντιβιοτικά και ποντικοφάρμακο. Η ελληνική κυβέρνηση θα έπρεπε να αποκρούσει με συνέπεια τις νεοφιλελεύθερες θρασύτητες με ένα κεϋνσιανικό διαχωρισμό του φάρμακου της Μέρκελ, αλλά συγχρόνως να γίνει αξιόπιστη προχωρώντας σε εκμοντερνισμό του κράτους και της οικονομίας, να προχωρήσει σε επιμερισμό των βαρών, στην καταπολέμηση της διαφθοράς και της φοροδιαφυγής. Αντ’ αυτών στράφηκαν στις ηθικολογίες -σε ένα παιχνίδι επικρίσεων…

 

Η αδύναμη εμφάνιση της ελληνικής κυβέρνησης δεν αλλάζει τίποτα στο σκάνδαλο, το οποίο αποτελείται από το γεγονός ότι οι πολιτικοί στις Βρυξέλλες και το Βερολίνο αρνούνται να προσεγγίσουν τους συναδέλφους τους από την Αθήνα ως πολιτικούς. Εμφανίζονται βέβαια ως πολιτικοί, αλλά μιλάνε μόνο με τον οικονομικό τους ρόλο ως δανειστές. Αυτή η μεταμόρφωση σε ζόμπι, έχει το νόημα να δώσουν στην υποκρυπτόμενη χρεοκοπία του (ελληνικού) κράτους τη μορφή μιας διαδικασίας απολιτικής, ως εάν επρόκειτο για ιδιωτικού δικαίου διαδικασία ενώπιον αστικών δικαστηρίων. Διότι έτσι είναι ακόμα πιο εύκολο να αποκρυφτεί η πολιτική συνευθύνη τους.

 

Ο Τύπος μας γελοιοποιεί την πράξη της μετονομασίας της τρόικας, είναι πράγματι κάτι σαν μια μαγική πράξη. Σε αυτήν, όμως, εκφράζεται η νόμιμη επιθυμία να εμφανιστεί πίσω από τη μάσκα των δανειστών πραγματικά το πρόσωπο των πολιτικών. Διότι μόνον τότε μπορούν να κληθούν για λογοδοσία ως πολιτικοί για μια αποτυχία η οποία εξαπλώθηκε μαζικά.

 

Η Άγκελα Μέρκελ έβαλε εξ αρχής το ΔΝΤ στο πλοίο με τις αμφισβητούμενες ενέργειές της για τη σωτηρία (της Ελλάδας). Αυτό είναι υπεύθυνο για τη δυσλειτουργία του διεθνούς χρηματοπιστωτικού συστήματος, ως θεράπων ιατρός φροντίζει για τη σταθερότητά του και ενεργεί, επομένως, προς το κοινό συμφέρον των επενδυτών, ιδίως των θεσμικών επενδυτών. Ως σκάνδαλο μέσα στο σκάνδαλο, είναι η δυστοκία με την οποία αντιμετωπίζει τον ηγετικό της ρόλο η γερμανική κυβέρνηση.

 

Η Γερμανία οφείλει την ώθηση στην οικονομική της ανάπτυξη – από την οποία ακόμα και σήμερα τρέφεται- , στην εξυπνάδα των δανειστών-εθνών, τα οποία διέγραψαν περίπου το μισό των οφειλών της με το σύμφωνο του Λονδίνου το 1953. Αλλά δεν είναι μόνο η ηθική αμηχανία, αλλά και πολιτικός πυρήνας του θέματος: οι πολιτικές ελίτ της Ευρώπης δεν επιτρέπεται πλέον να κρύβονται πίσω από τους ψηφοφόρους τους και οι ίδιοι να αποφεύγουν τις εναλλακτικές προ των οποίων τίθεται μια πολιτικά ανολοκλήρωτη νομισματική ένωση. Είναι οι πολίτες, όχι οι τράπεζες οι οποίοι πρέπει να έχουν τον τελευταίο λόγο για το ευρωπαϊκό πεπρωμένο.

 

Πηγή: www.lifo.gr