Καθώς παρακολουθώ την iPorta εδώ και μερικούς μήνες βλέπω την ιερή οργή που δείχνουν στα άρθρα τους πολλοί συνεργάτες της. Κι όταν γυρίζω το βλέμμα μου αλλού, βλέπω για κάθε έναν οργισμένο 99 υπνωτισμένους. Δε σώζεται έτσι η κοιμισμένη πριγκίπισσα, η Ελλάδα. Αυτοί οι 99 είναι που έδωσαν και ξανάδωσαν και ξανάδωσαν στους πολιτικούς τα καρφιά να τη σταυρώσουν. Αυτοί τους ζητωκραύγαζαν στις πλατείες και κολλούσαν αφίσες σε κάθε χώρο που μπορούσε να φανταστεί κανείς.
Δε «φταίνε» οι πολιτικοί, αυτοί εξ ορισμού απατεώνες και μεγαλοπουτάνες είναι σχεδόν σε κάθε χώρα. Και έχουν και δίκιο: αφού καταχρέωσαν την Ελλάδα για να πλουτίσουν τώρα ο κυρίαρχος λαός τους δίνει την εντολή να την ξεπουλήσουν. Κανένας τους δε ρώτησε! «Χρωστάμε 345 δις; Γιατί; Ποιος υπόγραψε να τα πάρουμε; Σε ποιους μοιράστηκαν και τι πήρε ο καθένας? Ας πληρώσει καθένας, ακόμα κι εγώ για ό,τι πήρα, αλλά μη στέλνεις όλο το λογαριασμό σε μένα».
Όχι κανείς δεν το είπε και κανένας δεν το απαίτησε από το κόμμα που ψήφισε. Γιατί όταν ο Έλληνας ψηφοφόρος αποσύρεται στο παραβάν για να ψηφίσει μόνο την Ελλάδα δε σκέφτεται. Μπερντές του Καραγκιόζη είναι το παραβάν, του εθνικού μας ήρωα: πώς θα τάχω καλά με το βεζύρη, πώς θα μου ρίξει κάνα κόκαλο η Σουλτάνα, πώς θα ρίξω καρπαζιές στον κατώτερό μου το Χαντζιαβάτη. Εδώ εκμοντερνίστε τα ονόματα, π.χ. χαντζιαβάτηδες μπορεί να είναι οι μετανάστες, κόκαλο μπορεί να είναι κάποιος διορισμός, κάποια πρόωρη συνταξούλα ή παράνομα επίδομα κλπ.
Οργίζομαι συχνά κι εγώ. Άλλες φορές λέω: μετανάστης είμαι, 8,000 ΧΜ μακριά από την Ελλάδα, μαύρη πέτρα θα ρίξω. Έπειτα σκέφτομαι ότι όσες χιλιάδες χιλιόμετρα μακριά και νάμαι Έλληνας θα πεθάνω και με ξαναπιάνει η οργή. Γιατί η Ελλάδα δεν ανήκει σε μια γενιά, κάθε γενιά είναι απλά ένοικος. Η Ελλάδα δε μας ανήκει, εμείς της ανήκουμε.
Αλλά και ο ένας κουράζεται όταν βλέπει ότι δεν τον σηκώνει η εποχή του και γίνεται περίγελως της μάζας. Αντί να εκτιμήσουν την πάλη του τον θεωρούν ονειροπαρμένο.
Δεν έχω ακούσει χειρότερη έκφραση από τους Νεοέλληνες από το «Εγώ θα σώσω το ρωμαίικο;». Όχι ρε, άσε να το σώσουν οι Τούρκοι και οι Σκοπιανοί και οι Γερμανοί και οι Αμερικάνοι. Έτσι που την κατάντησες την Ελλάδα, δική τους πατρίδα είναι όχι δική σου. Θα νοιαστούν αυτοί, μη σε νοιάζει. Θα έχουν τα αεροδρόμια και τα λιμάνια τους και τις παραλίες τους κι εσύ θα γίνεις αυτό που σου αξίζει: ξένος στον τόπο σου.
Γι’ αυτό ορκίζομαι να μην ξαναγράψω τίποτα για την Ελλάδα. Ψευτο-όρκος είναι και το ξέρω. Πάλι θα ξυπνήσει η ιερή οργή, αυτή που βλέπω και σε πολλούς αρθρογράφους στην «Πόρτα»: η Ελλάδα είναι μια ιδεατή παγκόσμια πολιτιστική υπερδύναμη, δε θα σας αφήσουμε ξεφυσίδια του Ελληνισμού να τη βιάσετε αιμομικτικά, κι ας είμαστε οι τελευταίοι των Μοϊκανών.
Ναι κουραζόμαστε. Ναι παροπλιζόμαστε για λίγο ή περισσότερο. Αλλά πάλι πάμε στο μετερίζι μας, έστω, όπως λέγε ο Κολοκοτρώνης: «αραία, αραία, να φαινόμαστε καμιά σαρανταρέα», από πέντε που ήταν.
Θα το παλέψουμε κι ας χάσουμε. Κι ο Λεωνίδας έχασε – αλλά κέρδισε τις καρδιές των ανθρώπων σ΄όλο τον κόσμο.
Εκ βαθέων…