iporta.gr

Ο «Μέγας Σκουπιδοπόλεμος» του Ιουνίου 2017, του Κωστή Α. Μακρή

 

Κωστής Α. Μακρής

 

 

 

 

  

 

Δεν είμαι ιστορικός και μην περιμένετε να σας περιγράψω με ακρίβεια τα αίτια ή τις αφορμές του Μεγάλου Σκουπιδοπολέμου που ξέσπασε τον Ιούνιο του 2017.

Ο όρος «Μέγας Σκουπιδοπόλεμος» ίσως να μην είναι απολύτως ακριβής.

Άλλωστε και ο «Πελλοπονησιακός Πόλεμος» είναι κατά τη γνώμη μου ένας ανακριβής όρος για έναν πόλεμο που δεν έγινε μόνο στην Πελοπόννησο.

Ο «Μέγας Σκουπιδοπόλεμος» ονομάστηκε έτσι μάλλον από την υπερβολική αισιοδοξία κάποιων ότι μπορεί και να ήταν ο τελευταίος σκουπιδοπόλεμος.

Πάντως, ούτε «μέγας» ήταν ούτε και «σκουπιδοπόλεμος» μόνο.

Και σίγουρα δεν ήταν ο τελευταίος.

Δεν ήταν ένας πόλεμος που έγινε στα σκουπίδια, μεταξύ σκουπιδιών ή μεταξύ παραγωγών σκουπιδιών. Ήταν ένας πόλεμος που έγινε με αφορμή τα πάσης φύσεως σκουπίδια αλλά όχι μόνο για τα σκουπίδια.

Ποιες ήταν οι αντιμαχόμενες πλευρές; Ποιος έφταιγε; Τι ήταν αυτό που οδήγησε στον πόλεμο;

Αυτα είναι ερωτήματα που πολύ δύσκολα θα απαντηθούν με σαφήνεια.

Ήταν οι πολίτες που δέχτηκαν επίθεση από τα σκουπίδια και έπρεπε να αμυνθούν με όλα τα μέσα; Ήταν οι Πόλεις που ένιωσαν κάποια στιγμή ότι πολιορκούνται από τα ίδια τους τα σκουπίδια; Σαν να ήταν ένας οργανισμός που αδυνατεί να ξεφορτωθεί τα ίδια του τα απόβλητα κι αυτά τον πνίγουν, μολύνοντας θανατερά όλη του την υπόσταση;

Ήταν ένας πόλεμος ανάμεσα στα σκουπίδια από τη μια μεριά, που αφέθηκαν να στοιβάζονται ελεύθερα εξ αιτίας της αδιαφορίας και της έλλειψης προβλεπτικότητας, οργάνωσης και ευθύνης των πολιτών και των ηγετών τους, και των πολιτών από την άλλη, που συνειδητοποίησαν πόσο ανόητο είναι να μη νοιάζεσαι για τα ίδια σου τα σκουπίδια;

Ήταν οι εντεταλμένοι από την Πολιτεία εργαζόμενοι, μισθοδοτούμενοι από τους φόρους των πολιτών, οι οποίοι αναζητώντας τα ―κατά την υποκειμενική κρίση τους― «δίκια τους» επέτρεψαν στα σκουπίδια να εξελιχθούν σε έναν επικίνδυνο εχθρό για την Πολιτεία και τη Δημόσια Υγεία, δημιουργώντας ταυτόχρονα ένα καθεστώς ομηρίας για τους διαχρονικά ανίκανους να αντιμετωπίζουν τα βουνά των σκουπιδιών τους πολίτες;

Αυτά είναι ερωτήματα που δυσκολεύουν ακόμα και έναν εμβριθή ιστορικό.

Συνηθίζεται να αλληλοαποκαλούμαστε με ευκολία «σκουπίδια», με αρνητικό φορτίο στον χαρακτηρισμό, κάτι σαν συνώνυμο του «παντελώς άχρηστου».

Αυτό όμως αδικεί τα πραγματικά σκουπίδια που σε άλλες χώρες είναι πηγή πλούτου, καθώς η ανακύκλωση και η παραγωγή λιπασμάτων ή βιοκαυσίμων αποτελεί έναν τρόπο μετάλλαξης του άχρηστου σε κάτι οικονομικά συμφέρον και χρήσιμο. Πράγμα τελείως διαφορετικό βέβαια από την τοποθέτηση ενός ανίκανου και απαίδευτου ανθρώπου σε υπεύθυνη δημόσια θέση, με μοναδικό κριτήριο την πίστη του στην εκάστοτε κυβερνητική εξουσία.

Κατά τη διάρκεια του «Μεγάλου Σκουπιδοπολέμου» του Ιουνίου του 2017, ο οποίος συνέπεσε και με συνήθεις για την εποχή καύσωνες, πολλοί πολίτες γκρίνιαζαν, έβριζαν και βλαστημούσαν βλέποντας τα σκουπίδια να πολλαπλασιάζονται στις πόλεις τους, που ―εδώ που τα λέμε― δεν ήταν και ποτέ το αγλάισμα της ανθρωπότητας ως προς την καθαριότητά τους.

Ο «Μέγας Σκουπιδοπόλεμος» του Ιουνίου του 2017, έληξε ―όπως και οι προηγούμενοι― με πολλούς συμβιβασμούς, ελάχιστα διδάγματα και καμία λύση.

Τα σκουπίδια κάποια στιγμή μαζεύτηκαν. Οι εργαζόμενοι ―ιδιώτες ή δημόσιοι υπάλληλοι― πληρώθηκαν. Μερικοί μάλιστα, ενώ θα έπρεπε να αποπεμφθούν ως επικίνδυνοι για τη δημόσια υγεία, παρέμειναν στις θέσεις τους προετοιμάζοντας τον επόμενο Σκουπιδοπόλεμο.
Καμιά απόφαση όμως δεν πάρθηκε, σ’ εκείνη τη χρονική περίοδο, για μια εντελώς διαφορετική αντιμετώπιση των πάσης φύσεως σκουπιδιών.

Αυτό είχε σαν αποτέλεσμα πολλοί Πολίτες ―σκουπιδόπληκτοι και μη― να συνεχίσουν να αποκαλούν τους ιδεολογικούς και πολιτικούς τους αντιπάλους «σκουπίδια».

Χωρίς όμως καμιά λύση να διαφαίνεται στον ορίζοντα για την ορθολογική αντιμετώπιση των αποριμμάτων, με σύγχρονες μεθόδους αποκομιδής, συλλογής και διαλογής τους, με εργοστάσια ανακύκλωσης και παραγωγής βιοκαυσίμων• που και πλούτο στην Πολιτεία θα έφερνε και πολιτισμό και οριστικό τέλος των «Μεγάλων Σκουπιδοπολέμων».

Και παρ’ όλο που η ιστορία είναι αρκετά γνωστή και θα όφειλε να είναι και διδακτική, οι μεν απαισιόδοξοι συνεχίζουν να πετάνε τα σκουπίδια τους στους γνωστούς άθλιους κάδους ―χύμα, μέσα σε σακούλες από σούπερ μάρκετ ή όπως αλλιώς θέλει ο καθένας―, οι δε αισιόδοξοι να πράττουν το ίδιο.

Η διαφορά τους έγκειται στον χρόνο κατά τον οποίον ελπίζουν να συμβούν από μόνες τους οι αλλαγές που ονειρεύονται.

Οι απαισιόδοξοι τοποθετούν τον χρόνο εκπολιτισμού και εκσυγχρονισμού της χώρας στο απώτατο μέλλον οι αισιόδοξοι κάπως νωρίτερα.

Κάπως νομοτελειακά, όπως θα έλεγε κι ένας πετυχημένος παλαιοκομμουνιστής που στα νιάτα του (μπορεί και να) τραγουδούσε: «Αν η μισή μου καρδιά βρίσκεται, Υπουργέ, στις ονειρεμένες παραλίες μας, η άλλη μισή στην πείνα, στην ανικανότητά μας και στα σκουπίδια μας βρίσκεται».

 

27 Ιουνίου 2017

* Το άρθρο απηχεί τις απόψεις του συντάκτη του.

The article expresses the views of the author

iPorta.gr