Η Ολύμπ Ντε Γκούζ γεννήθηκε το 1748 στην νοτιοδυτική Γαλλία (Μοντωμπάν, Κερσύ) και άφησε την τελευταία της πνοή στ η γκιλοτίνα τον Νοέμβριο του 1793, επειδή οι φεμινιστικές της ιδέες δεν ήταν αρεστές από τους εκφραστές της Γαλλικής Τρομοκρατίας. Οι Τρομοκράτες θορυβήθηκαν από τις γραπτές επιθέσεις της στον τρόπο διακυβέρνησής τους και το γεγονός ότι ήταν οπαδός των Γιρονδίδων συνετέλεσε στην απόφαση για τον απαγχονισμό της.
Ξεκίνησε να γράφει θεατρικά έργα στια αρχές της δεκαετίας του 1780 και όσο η πολιτική κατάσταση εντεινόταν, τόσο εκείνη έμπαινε όλο και πιο βαθιά στην πολιτική. Άρχισε να κάνει διαλέξεις για την βελτίωση των συνθηκών ζωής των σκλάβων στις Γαλλικές αποικίες το 1788, ενώ συγχρόνως έβγαζε πολιτικές αφίσες. Σήμερα είναι ίσως η πιό γνωστή από τις πρώτες φεμινίστριες που αγωνίστηκε να κερδίζουν οι Γαλλίδες ίσο μισθό με τους άνδρες.
Το 1765 παντρεύτηκε τον Λουί Ωμπρύ, έναν κυβερνητικό υπάλληλο που διορίστηκε στην πόλη που η Ολύμπ μεγάλωνε. «Παντρεύτηκα έναν άνδρα που δεν αγάπησα ποτέ και που δεν ήταν ούτε πλούσιος ούτε όμορφος. Θυσιάστηκα χωρίς κανένα λόγο που θα μ’ έκανε να ξεχάσω την αποστροφή που ένοιωθα γι΄αυτόν», θα γράψει σε μια μικρή αυτοβιογραφική νουβέλα. Ο Λουί πέθανε την επόμενη χρονιά και η Ολύμπ πήρε το μικρό γιο της Πιέρ και μετακόμισε στο Παρίσι.
Εκεί γνώρισε τον πλούσιο Ζάκ Μπιετρί Ντε Ροζιέρ, με τον οποίο είχε μια πολυετή σχέση που έληξε μέσα στα χρόνια της επανάστασης. Έγινε δεκτή στα καλλιτεχνικά και φιλοσοφικά σαλόνια όπου γνώρισε πολλούς σημαντικούς ανθρώπους. Έζησε ελεύθερα με αρκετούς άνδρες που την υποστήριζαν οικονομικά προσπαθώντας να περάσει στο κατώφλι της αριστοκρατίας και να μιλά σαν παριζιάνα.
Από το 1784 μέχρι το τέλος της ζωής της έγραψε πάνω από 40 έργα: μανιφέστα, δοκίμια, θεατρικά, πολιτικά περιοδικά και έργα με κοινωνικά θέματα. Επίσης, έγραψε για το δικαίωμα του διαζυγίου και υποστήριξε έντονα τις σεξουαλικές σχέσεις εκτός γάμου.
Στην αρχή υποστήριξε την Επανάσταση, αλλά γρήγορα στράφηκε εναντίον της όταν αντελήφθηκε ότι η Ισότητα δεν ίσχυε για τις γυναίκες.
Μεταξύ άλλων, έγραψε το «Κοινωνικό Συμβόλαιο» (τίτλο που δανείστηκε από τον Ζαν Ζακ Ρουσώ) προτείνοντας να γίνονται γάμοι βάσει φυλετικής ισότητας και ανακατεύτηκε σε όποιο τομέα πίστευε ότι ήταν άδικος, φθάνοντας στο σημείο να διαφωνήσει δημόσια για τον θάνατο του βασιλιά Λουδοβίκου 16ου.
Τον Ιούνιο του 1793 οι Ιακωβίνοι συνέλαβαν του Γιρονδίνους, τους έκλεισαν στη φυλακή και τους εκτέλεσαν τον Οκτώβριο. Ένα πόστερ της Ολύμπ με τίτλο «Οι τρεις τεφροδόχοι ή ο αποχαιρετισμός της Πατρίδας» οδήγησε στη σύλληψή της, αφού πρότεινε τελείως διαφορετικό τρόπο διακυβέρνησης της χώρας, κατηγορούμενη ως φίλη της Βασιλείας. Κρατήθηκε τρεις μήνες, χωρίς δικαίωμα να έχει δικηγόρο και κατάφερε μέσω φίλων να δημοσιεύσει δύο κείμενα, στα οποία κατηγορούσε τους Τρομοκράτες. Εκείνοι είχαν ήδη εκτελέσει δύο βασιλείς και δεν είχαν καμία διάθεση ν’ αφήσουν ζωντανή μια απλή διανοούμενη, έτσι αποφάσισαν τον αποκεφαλισμό της τρεις μέρες μετά τον αποκεφαλισμό των Γιρονδίνων ηγετών.
Ένα ελεύθερο πνεύμα έπεσε στο βωμό της Τρομοκρατίας. Της Τρομοκρατίας που είναι πάντα παρούσα και προσπαθεί παντοιοτρόπως να πνίγει κάθε προσπάθεια να φανεί και να ακουστεί η αλήθεια.