Το τραγούδι του Μίκη Θεοδωράκη που δονούσε τα ελληνικά στάδια μετά τη Μεταπολίτευση, «Το γελαστό παιδί» μιλά για τον ήρωα που αφιέρωσε τη ζωή του στην πάλη για την ανεξαρτησία της Ιρλανδίας, Μάϊκλ Τζέημς Κόλλινς (1890-1922).
Ο Κόλλινς γεννήθηκε στο Κλονακίλτι της επαρχίας του Κόρκ, κομμάτι της κατεχόμενης από τους Άγγλους Ιρλανδίας και ήταν ο τρίτος γιός και το μικρότερο από τα οκτώ παιδιά του Μάϊκλ Τζών Κόλλινς. Ο πατέρας του, αν και αγρότης, αγαπούσε τα μαθηματικά και ήταν μέλος μιας μυστικής οργάνωσης, πολύ διαδεδομένης στην επαρχία του Κόρκ, για την απελευθέρωση της Ιρλανδίας με τις αρχές της να εδράζονται στην επανάσταση του 1798. Ήταν η Ιρλανδική Ρεμπουπλικανική Αδελφότητα (IRB), η οργάνωση που ήταν υπεύθυνη για τις πιο σημαντικές εξεγέρσεις του 19ο αιώνα.
Η μητέρα του, που πέρασε τα νεανικά της χρόνια φροντίζοντας την ανάπηρη μητέρα της και μεγαλώνοντας τα μικρότερα αδέλφια της, επηρέασε πολύ τον Κόλλινς. Όλη η φροντίδα της φάρμας τους έπεσε στα δυνατά της χέρια όταν ο σύζυγος πέθανε. Σε μια κοινωνία που η φιλοξενία ήταν μεγάλη αρετή, η κυρία Κόλλινς είχε αναδειχθεί «φιλόξενη εις την χιολιοστήν».
Το πνεύμα της αυτοθυσίας που κυριαρχούσε στο σπιτικό τους, φαίνεται ότι χρησίμευσε στον Κόλλινς όποτε προσπαθούσε να ενώσει τον κόσμο, σκεπτόμενος μ’ εναν τρόπο αποτελεσματικό και ανθρωπιστικό.Είχε μια σπάνια ικανότητα να πείθει τους γύρω του, ό,τι και αν πρέσβευε ο καθένας. Ήταν μια φωτεινή προσωπικότητα, εγκάρδιος, τίμιος, μοναδικός, ο «εγκέφαλος» του κινήματος.
Δεν σταμάτησε ποτέ να δουλεύει δίπλα στα αδέλφια και τα ξαδέλφια του, ενώ πολεμούσε για την απελευθέρωση της Ιρλανδίας και ξεκουραζόταν ασκώντας την πυγμαχία- κερδίζοντας πάντα.
Ο νεαρός Κόλλινς είχε δυναμικό ταπεραμέντο- ζούσε και ανέππνεε για να δει την Ιρλανδία ελεύθερη. Στα 15 του σταμάτησε το σχολείο και πήγε στο Λονδίνο, όπου άρχισε να δουλεύει ως ταχυδρομικός και παιδί θελημάτων σε μια χρηματιστηριακή εταιρία. Λίγο αργότερα σπούδασε νομικά και εντάχθηκε στην μυστική οργάνωση, της οποίας μέλος ήταν και ο πατέρας του. Το 1916 επέστρεψε στο Δουβλίνο και εργάστηκε σε ένα δικηγορικό γραφείο, για να λάβει ενεργό μέρος στην «εξέγερση του Πάσχα» (24 Απριλίου 1916). Η «εξέγερση», αν και ανεπιτυχής, άνοιξε το δρόμο για την ανεξαρτησία της Ιρλανδίας πέντε χρόνια αργότερα. Ο Κόλλινς συνελλήφθη, κρατήθηκε σε στρατόπεδο συγκέντρωσης και αφέθηκε ελεύθερος τον Δεκέμβριο της ίδιας χρονιάς.
Στις βρετανικές εκλογές του 1918 πλειοψήφισε στην Ιρλανδία το κόμμα ΣΙΝ ΦΕΙΝ(= εμείς οι ίδιοι) το οποίο υποστήριζε την ανεξαρτησία της Ιρλανδίας, με επί κεφαλής τον Ίμον Ντε Βαλέρα και επίλεκτο μέλος τον Μάϊκλ Κόλλινς. Οι Ιρλανδοί βουλευτές συγκρότησαν στο Δουβλίνο μια προσωρινή κυβέρνηση και εθνοσυνέλευση (Ντάϊλ Έρεαν), η οποία ψήφισε υπέρ της ανεξαρτησίας. Επειδή ο αιρετός πρόεδρος (Ντε Βαλέρα) και ο αντιπρόεδρος (Άρθουρ Γκρίφιθ) μπήκαν φυλακή, ένα μεγάλο μέρος των ευθυνών τους πέρασε στον Κόλλινς, που έτσι έγινε ο πρώτος Υπουργός Εσωτερικών του Σίν Φέιν. Φυσικά, οργάνωσε την απόδραση του Ντε Βαλέρα και ανέλαβε το Υπουργείο Οικονομικών.
Κατά τη διάρκεια του Αγγλοϊρλανδικού Πολέμου (1919-1921) ο Κόλλινς διακρίθηκε για τις στρατιωτικές ικανότητές του: δημιούργησε μικρές και ευέλικτες ομάδες ανταρτών που χτυπούσαν γρήγορα και αποτελεσματικά τους αγγλικούς στόχους τους, έχοντας άριστη γνώση της περιοχής και την πλειοψηφία του κόσμου με το μέρος τους. Μ’ αυτόν τον τρόπο, ο Κόλλινς αναδείχτηκε ως ένας από τους μεγαλύτερους θεωρητικούς του ανταρτοπολέμου (αργότερα αντιγράφηκε από την ΕΟΚΑ της Κύπρου). Ως επιβεβαίωση των παραπάνω, είχε επικηρυχθεί από τους Άγγλους για 10.000 λίρες.
Στις 6 Δεκεμβρίου 1921 ο Γκρίφιθ, αφού επείσθη από τον Κόλλινς, υπέγραψε στο Λονδίνο τη Συνθήκη Ειρήνης πιστεύοντας ότι κάνει το καλύτερο δυνατό για την Ιρλανδία και ότι υπέγραφε την προσωπική του καταδίκη σε θάνατο (η Συνθήκη εκχωρούσε στην Ιρλανδία καθεστώς αυτοκυβερνώμενης πολιτείας κάτω από την επωνυμία Ιρλανδικό Ελεύθερο Κράτος, στα πλαίσια της Βρετανικής Κοινοπολιτείας, μιλούσε για διχοτόμηση του νησιού σε βόρειο και νότιο και απαιτούσε όρκο πίστης στο αγγλικό Στέμμα).
Στην προσωρινή κυβέρνηση που σχηματίστηκε στην ελεύθερη Ιρλανδία πρόεδρος ήταν ο Γκρίφιθ και πρωθυπουργός ο Κόλλινς, ο οποίος αντιμετώπισε αμέσως στασιαστικές κινήσεις.Επειδή απέφευγε να πάρει μέτρα εναντίον των πρώην συναδέλφων του, ο ΙΡΑ κατέλαβε τα «τέσσερα δικαστήρια» στο Δουβλίνο. Ο εμφύλιος είχε ξεσπάσει.
Ο Γκρίφιθ πέθανε τον Αύγουστο του 1922 και ο Κόλλινς ανέλαβε και τα καθήκοντα του Προέδρου. Τα κράτησε μόνο για δέκα μέρες. Ενώ έκανε περιοδεία στο δυτικό Κόρκ, μια επικίνδυνη περιοδεία, αφού πήγαινε σε χώρο που υπερτερούσαν οι Διαφωνούντες με την Συνθήκη, χωρίς να λαμβάνει υπ’ όψιν του τις αντιρρήσεις των ανθρώπων του περιβάλλοντός του, πυροβολήθηκε σε ενέδρα(των Διαφωνούντων) στην τοποθεσία Μπίλ Να Μπλάθ, ένα απομονωμένο σταυροδρόμι, και πέθανε (22 Αυγούστου 1922).
Ο θάνατός του εξακολουθεί να παραμένει ένα μυστήριο, κι αυτό οφείλεται σε διάφορους λόγους:
-Οι μόνοι μάρτυρες ήταν τα μέλη του Ελεύθερου Στρατού που τον ακολουθούσαν και οι Διαφωνούντες με την υπογραφή της Συνθήκης. Οι καταθέσεις τους είναι απολύτως αντιφατικές.
-Δεν υπάρχει πλήρης φάκελος όλων των εμπλεκόμενων και κανείς από τους αυτόπτες μάρτυρες δεν ανακρίθηκε από τις Αρχές.
-Πολλά γράφηκαν σε εφημερίδες, ειπώθηκαν σε ιδιωτικές συνεντεύξεις ή γράφηκαν αργότερα από βιογράφους. Γενικότερα, όσα γράφηκαν πάνω-κάτω συμφωνούν μεταξύ τους, αν και υπάρχουν και περιπτώσεις αντικρουόμενες.
-Ο Κόλλινς πίστευε ότι ο εμφύλιος όδευε στο τέλος του και δεν δεχόταν ότι οι αντίπαλοί του θα τον σκότωναν «στον τόπο του».
-Αν και έγινε ανταλλαγή πυρών, μόνος νεκρός ήταν ο Κόλλινς και δεν υπήρξε ούτε ένας τραυματίας.
-Γιατί οι δικοί του άντρες άργησαν τόσο πολύ να φθάσουνς στο Κόρκ(20 μίλια), ποιός εξαφάνισε τα έγγραφα και το ημερολόγιο/σημειωματάριο του Κόλλινς(βρέθηκε μετά από μερικές δεκαετίες).
-Ο ιατρικός φάκελος των τελευταίων συμβάντων δεν υπάρχει. Δεν γνωρίζουμε, επομένως, σε ποιό νοσοκομείο τον οδήγησαν, ποιός γιατρός τον εξέτασε, αν έγινε ή όχι αυτοψία, και το κυριώτερο: ποιός ήταν ο ακριβής αριθμός των χτυπημάτων και η φύση τους.
Ακόμη και οι στίχοι του τραγουδιού (Βασίλης Ρώτας και Brendan Behan) απηχούν το μυστήριο του θανάτου του.
Ήταν πρωί του Αυγούστου κοντά στη ροδαυγή
Βγήκα να πάρω αέρα στην ανθισμένη γη
Βλέπω μια κόρη κλαίει σπαραχτικά θρηνεί
Σπάσε καρδιά μου εχάθη το γελαστό παιδί.
Είχεν αντρεία και θάρρος κι αιώνια θα θρηνώ
Το πηδηχτό του βήμα το γέλιο το γλυκό
Ανάθεμα την ώρα κατάρα τη στιγμή
Σκοτώσαν οι δικοί μας το γελαστό παιδί.
Μον’ να’ ταν σκοτωμένο στου αρχηγού το πλάι
Και μόνον από βόλι Εγγλέζου να ‘χε πάει
Κι από απεργία πείνας μέσα στη φυλακή
Θα’ταν τιμή μου πού’χασα το γελαστό παιδί.
Βασιλικιά μου αγάπη μ΄αγάπη θα στο λέω
Για το ό,τι έκανες αιώνια θα σε κλαίω
Γιατί όλους τους εχθρούς μας θα ξέκανες εσύ
Δόξα τιμή στ’ αξέχαστο γελαστό παιδί.
* Το άρθρο απηχεί στις απόψεις του συντάκτη του.
iPorta.gr