iporta.gr

Μα γίνεται Σμέτανα και …ξινός;, της Ελπίδας Νούσα

 

 

 

 

 

 

 

 

Ελπίδα Νούσα

 

 

 

 

 

To τοπίο, μοναδικό. Σα φευγαλέα οπτασία από αγγέλους, που αιωρούνται πάνω από τους κρεμμυδοειδείς τρούλους των εκκλησιών.

Οι φωνές των τουριστών πολλές, όμως δεν εμπόδιζαν τη φαντασία να πλάσει εικόνες, που ανακατεύονταν με τις λαϊκές μουσικές απ’τους πλανόδιους οργανοπαίχτες με τα μπούμπεν (ντέφια) και τις μπαλαλάικες.

Στον ίδιο, λες, τόνο και η καμπάνα – τσαρίνα, η μεγαλύτερη από όλες τις καμπάνες της Ρωσίας, από τα πιο διάσημα μνημεία του Κρεμλίνου, που εντυπωσιάζει με τις τεράστιες διαστάσεις της!

Στον ίδιο τόνο, λοιπόν, κι η καμπάνα-τσαρίνα, που η ιστορία θέλει να μην ήχησε ποτέ.

-Ποτέ; ..μα τι λες;

Τότε τι είναι αυτό το “ντιιιιιιιιιιννν”, που ηχεί στ’αυτιά μου;

Ενα ντιννν παρατεταμένο, μ’ένα ηχόχρωμα γλυκού αχού από εκστατικά εγκώμια;

 

Όπως θα καταλάβατε ήμουν στη Μόσχα, στο Κρεμλίνο.

Μάλλον είχα κουραστεί. Δεν εξηγείται διαφορετικά το βούισμα στ’αυτιά μου.

Η ομορφιά τριγύρω, αρχοντική, επιβλητική, μεγαλόπρεπη…

Είχα ανάγκη να καθίσω κάπου, μα και να φάω κάτι γιατι κόντευε μεσημέρι και το στομάχι είχε αρχίσει τις διαμαρτυρίες.

 

Πέρασα τη λεωφόρο και μπήκα στο ζαχαροπλαστείο.

Τεράστια η ποικιλία από γλυκά. Υπήρχαν αμυγδαλωτά, διάφορα ζαχαρωτά και κουλουράκια, παράξενα σιροπιαστά, γλυκά τύπου πάστας ή τηγανίτας.

Βλέποντας το ψυγείο του μαγαζιού και τους πάγκους του, αναπόλησα.

Ήθελα να δοκιμάσω το κέικ που έφτιαχνε η Λιουμπόβ, μια ρωσίδα φίλη της μάνας μου κι έχω συνδυάσει με “γλυκές” θύμησες των παιδικών μου χρόνων.

Εκείνο, που θυμάμαι περισσότερο, είναι το πόσο ξεχωριστό ηχούσε το όνομά του!

“Μπάμπκα ρομοβάια”.

Έμοιαζε πολύ με το δικό μας “μπαμπά ω ρουμ” σε μεγέθυνση.

Το ιδιαίτερο όμως για μένα ήταν πως σε κείνη τη μικρή ηλικία δοκίμαζα ρούμι, δηλαδή αλκοόλ, που σε άλλη περίπτωση ήταν απαγορευτικό! Το ρομοβάια της Λιουμπόβ μ’έκανε να νοιώθω…μεγάλη, ίση με κάθε ενήλικα!

 

Ένας δίμετρος, κατάξανθος νεαρός με το χαρακτηριστικό ξεπλυμένο γαλάζιο στα μάτια του έφερε το πιάτο.

Το σιρόπι ξεχείλιζε στο πλάι των στριγγυλών κέικς και ενεργοποιούσε τη γλυκιά απογείωση!

Η πρώτη μπουκιά συνοδεύτηκε από το συνηθισμένο παρατεταμένο “μμμμμμμμμ”, που δεν πνίγεται όταν κάτι σού προσφέρει απλόχερα τόση απόλαυση!

Ο ρομοβάια δεν είχε στην κορυφή σαντιγύ με κερασάκι.Η σαντιγύ ήταν μέσα στο πιάτο και δίπλα στο κέικ, σα γλυκός, ξεχωριστός συνοδός.

‘Εβαλα στο κουτάλι λίγο από το παντεσπάνι και το’ντυσα με μπόλικη λευκή κρέμα.

Το “ΜΜΜΜΜΜΜΜΜΜΜΜΜΜ”! αυτή τη φορά ήταν με έμφαση, (γι’αυτό με κεφαλαία γράμματα!)

Δεν ήταν απλή σαντιγύ, αυτό!

Απαλή και βελούδινη στην υφή, θύμιζε περισσότερο γιαούρτι…και είχε κάτι από άρωμα φρέσκου βούτυρου!

Μια κρέμα, που στη γεύση θα χαρακτήριζα μάλλον ξινή, που όμως έδενε εκπληκτικά με το σιροπιαστό κέικ ρουμ- μπαμπά!

 

Φώναξα το νεαρό, που με προθυμία ομολογώ δέχτηκε να απαντήσει στην απορία μου.

Η γευστική, συμπαθέστατη, ξινή κρέμα χρησιμοποιείται ευρέως στη ρωσική κουζίνα ως υποκατάστατο κρέμας γάλακτος σε γλυκά, τηγανίτες, ψωμί, ακόμα και σε σαλάτες και σούπες …

Ρώτησα το όνομά της…

Ο νεαρός μου απάντησε με μια προφορά βαριά, που εμπόδισε την άμεση σύλληψη του ήχου της λέξης κι έτσι ζήτησα να μου το γράψει…:

“сметана-cmetana…δηλαδή σμέτανα ή σμετάνα”!!!

Δεν είχε καμμιά σημασία εκείνη τη στιγμή το πού έπεφτε ο τόνος!

 

-Ε, όχι βρε παιδιά!

Όχι, και σμέτανα!

Όλα τα χαρακτηριστικά θα ταίριαζαν απόλυτα σ’αυτό, που μόλις είχα κατά νου… (απαλή, γλυκιά, ξεχωριστή, ευχάριστη, ιδιαίτερη…)…μα ξινή; Επ’ουδενί!

 

Είμαι μουσικός, όπως ξέρετε και, ο συνειρμός μου μ’οδήγησε πάλι στους γνωστούς δρόμους.

Ακούγοντας το όνομα της “ξινής, συνοδευτικής κρέμας”, σμέτανα, ταξίδεψα σε χρόνο dt σε μια άλλη πανεμορφη, ανατολική χώρα, την Τσεχία.

Οι μουσικές διαδρομές της έχουν οδηγό έναν άλλο Σμέτανα.Καθόλου ξινό, φυσικά…

 

Δεν σας κρύβω πως προσγειώθηκα ανώμαλα ακούγοντας το όνομα της κρέμας και κατσούφιασα λιγάκι.

Η παρέα μου έβαλε τα γέλια και με κορόιδευε, που μπορούσε να μου χαλάσει το κέφι ένας ρώσος, που βάφτισε κάποτε μια ξινή κρέμα (και σίγουρα χωρίς να γνωρίζει το μέγιστο τσέχο δημιουργό του “Μολδάβα”), με τ’όνομά του …

Ο σερβιτόρος, που με μετάφραση κάποιου από την παρέα είχε καταλάβει τί ακριβως συνέβαινε, στράφηκε προς το μέρος μου και μου ζήτησε να περιμένω…

 

Πράγματι, μετά από λίγα λεπτά εμφανίστηκε με το δίσκο ανά χείρας κι ένα ποτήρι σκουρόχρωμο υγρό, τύπου κόλα.

Μού ζητησε να δοκιμάσω. Ήταν, όπως είπε, ικανό με τη δροσιά του να καταπραΰνει την ένταση, να σβήσει κάθε άσχημη ή δυσάρεστη σκέψη, που έκαιγε το μυαλό μου.

Στην αρχή διστακτικά, μα στη συνέχεια με περισσή λαχτάρα άδειασα το ποτήρι με το δροσιστικό αναψυκτικό, που έχει ως βάση του το…ψωμί!

Πόσα ακόμα παράξενα θ’ανακαλύψω σ’αυτή τη χώρα;

Ήταν, όπως έμαθα, φτιαγμένο από ψωμί σίκαλης, αρωματισμένο με αχλάδι.Το όνομα αυτού: “κβας”, δηλαδή “ξινισμένο…προϊόν κατόπιν ζύμωσης”…

Όλοι σκάσαμε στα γέλια! Ο νεαρός ρώσος, μου’χε φτιάξει το κέφι.

 

Βγήκαμε από το καφέ.

Οι άγγελοι, αιωρούνταν ακόμη πάνω από τους κρεμμυδοειδείς τρούλους των εκκλησιών.

Οι φωνές των τουριστών πολλές, όμως εγω δεν μπορούσα να τους ακούω.

Τώρα ηθελα κάτι…”ξινό” κατά τη ρώσικη ετυμολογία, μα για την ψυχή κάθε μουσικόφιλου, ολόγλυκο, μελωμένο, αγαπησιάρικο “φιλί”!

 

Bedrich Smetana : “Hubicka-Το φιλί”

 

[iframe width=”560″ height=”315″ src=”https://www.youtube.com/embed/sG_iJvoIbCg” frameborder=”0″ allowfullscreen ]