Στη Ζέα, 2ας Μεραρχίας 36 και Ακτή Μουτσοπούλου, σε μια άκρη του Πειραιά, εκεί που η θάλασσα συναντά κι αγκαλιάζει τρυφερά τη στεριά είναι δεμένες η Μαρία – Θεοδώρα, η Βάσω ενώ παραδίπλα στέκει ακόμη και η Αγία Ελένη!
Οι ψαρόβαρκες με γυναικεία ονόματα είναι περισσότερες, ίσως όχι άδικα, αφού σε όλα τα πλεούμενα τους πρέπει να εμπνέονται ή να ταξιδεύουν μέσα από θηλυκές ψυχές. Την ίδια ώρα λιγοστοί άνθρωποι ψαρεύουν, ενώ εκείνοι που διαλέγουν τον κάτω δρόμο προσπερνούν με ένα ταξιδιάρικο βλέμμα, πάντα καρφωμένο στο νερό. Εκεί, μόλις μια εκπνοή αέρα από τα πνευμόνια, ένα παγκόσμιο θαλασσινό ζευγάρι διάλεξε τον αρχαίο ναύσταθμο του Πειραιά για να ολοκληρώσει τον ατέλειωτο έρωτά του. Έτσι όπως υψώνεται το σπίτι τους μέσα από τα σπλάχνα της γης, μοιάζει με πελώριο βαπόρι.
Το κτήριο χτίστηκε στις αρχές του 20ού αιώνα από τον Μιχάλη Αναστασόπουλο και το 1917 πέρασε στα χέρια του επιχειρηματία Γεωργίου Στρίγκου. Το 1958 άλλαξε χέρια, αγοράστηκε από το Γαλλικό κράτος και εκεί στεγάστηκε μέχρι το 2001 το Παράρτημα Πειραιά του Γαλλικού Ινστιτούτου.
Σήμερα το ανακαινισμένο νεοκλασικό είναι η στέγη του Ιδρύματος Αικατερίνης Λασκαρίδη, με τη μοναδική ιστορική βιβλιοθήκη του και έναν εκθεσιακό χώρο που θα ζήλευαν και οι πιο απαιτητικοί, οι παθιασμένοι συλλέκτες στεριάς και κυρίως της θάλασσας.
Ανάμεσα στα χιλιάδες βιβλία αξίζει να αναφέρουμε ένα σπουδαίο απόκτημα, την biblioteca Greca, μια μοναδική συλλογή σπάνιων βιβλίων του συλλέκτη Αθ.Οικονομόπουλου. Πρόκειται για σπάνιες εκδόσεις τυπωμένες από την αρχή της τυπογραφίας. Εδώ, μεταξύ άλλων, περιλαμβάνονται και οι πρώτες εκδόσεις των Αριστοτέλη, του Πλάτωνα ακόμη και η Οδύσσεια και η Ιλιάδα του Ομήρου.
Με αρχαιότερο το βιβλίο «Προβλημάτων» του Αριστοτέλη, μια λατινική μετάφραση των που έχει εκδοθεί στη Μάντοβα το 1473, σχεδόν από την αρχή της τυπογραφίας.
Ένα διαφορετικό μυθικό ζευγάρι περιμένει και μας υποδέχεται στον 1ο όροφο του Μεγάρου Λασκαρίδη και είναι ο διάσημος Ναύαρχος Οράτιος Νέλσον με τη γυναίκα της ζωής του, την Έμμα του, τη Λαίδη Χάμιλτον.
Μια από τις μούσες του Πειραιά, η Μελίνα Μερκούρη, θα γράψει στην αυτοβιογραφία της:
«Υπήρχαν πολλοί “Ντ’ Αρτανιάν” στην Αθήνα, αλλά όχι αρκετές «Μυλαίδες». Αποφάσισα να γίνω η «Μυλαίδη» ή η Λαίδη Χάμιλτον ή η Μεγάλη Αικατερίνη, αλλά ασφαλώς να μην δεχθώ τη ζωή της μητέρας μου ή της γιαγιάς μου. Με λίγα λόγια, ήθελα ν’ αλλάξω την εποχή».
Τίποτε δεν είναι τυχαίο! Ένας τέτοιος φιλόξενος μουσειακός χώρος, γίνεται η μνήμη και ένα διαρκές μάθημα απίστευτων θαλλασινών κατορθωμάτων, ανήκει δικαιωματικά στη χώρα που έδωσε ταυτότητα στην παγκόσμια ναυτιλία.
Ο Ναύαρχος Νέλσον και η Λαίδη, «ζουν» μαζί στον πρώτο όροφο του κτηρίου, εκεί περιμένουν τον επισκέπτη να γνωρίσει και να σκαλίσει στιγμές από φουρτούνες αιματηρών μαχών, αλλά να φανταστεί τις δυσκολίες ενός αδιανόητου, για την εποχή, μα τόσο φλογερού και ατίθασου έρωτα.
Η έκθεση Λασκαρίδη περιλαμβάνει 82 ιδιόγραφες επιστολές του Λόρδου Ναυάρχου Nelson, δεκάδες εφημερίδες της εποχής που μνημονεύουν τις νίκες του και πολλά προσωπικά αντικείμενα, περισσότερα από 1.500 βιβλία, με θέμα τον Ναύαρχο και τους Ναπολεόντειους πολέμους και μία σημαντική συλλογή πινάκων, θαλασσογραφιών και χαρακτικών έργων στα οποία απεικονίζεται ο ίδιος ο Νέλσον, κάποιες από τις ναυμαχίες του, ο θάνατός του και η κηδεία του, στις 9 Ιανουαρίου 1806. Είχε τόσο κόσμο που οι αρχές αναγκάστηκαν να τυπώσουν προσκλήσεις. Στον Καθεδρικό Ναό του Αγίου Παύλου στο Λονδίνο, τον αποχαιρέτησαν 32 ναύαρχοι και 10.000 ναυτικοί.
Ανάμεσα στα προσωπικά του αντικείμενα είναι ένα ζευγάρι δαχτυλίδια τα οποία ο ίδιος αντάλλαξε με την Emma, την Lady Hamilton, επίσης διάφορα ασημικά από τα σερβίτσια του, μία από τις προσωπικές του σφραγίδες, μία τούφα από τα μαλλιά του, ένα παράξενο αλλά απαραίτητο σκεύος σερβιρίσματος που χρησιμοποιούσε ο Ναύαρχος μετά τον ακρωτηριασμό του δεξιού του χεριού (ένα μαχαιροπίρουνο) και ένα κομμάτι από τη σημαία της ναυαρχίδας του HMS Victory.
Σε ρόλο οικοδεσπότη ο Ναύαρχος Νέλσον
Βορέας, Raisonnable, Ιανός, Αγαμέμνων, Καπετάνιος, Θησεύς, Seahorse, Δελφίνι, Χίντσγκμπουργκ, Πρωτοπόρος…
Ένα σωρό ονόματα πολεμικών πλοίων που είναι γνωστά κυρίως στους μυημένους, Όμως τα κανόνια τους ακόμη μυρίζουν μπαρούτι, ενώ τα πληρώματα τους προσμένουν τον Νέλσον, περιμένουν τον κυβερνήτη, θέλουν τα οδηγήσει σε μια ακόμη λαμπρή νίκη.
Πρόκεται για το 6ο από 11 παιδιά ενός πάστορα, γεννήθηκε στις 29 Σεπτεμβρίου του 1758, στην πόλη Μπέρνχαμ Θορπ και από τότε δεν έπαψε να μπαινοβγαίνει στα όνειρα των περισσότερων θαλλασινών του πλανήτη.
Τα χρόνια των Ναπολεόντειων Πολέμων ήταν αρκετά για να απογειώσουν το μοναδικό χάρισμά του. Ως κυβερνήτης του Αγαμέμνονα, τον Ιούλιο του 1795, σε μια μάχη στην Μπαστιά της Κορσικής, θα χάσει το δεξί μάτι του, μα δεν ήταν η μοναδική λαβωματιά, το μόνο άγριο παράσημο πάνω στο κορμί του.
Ο Οράτιος Νέλσον ήταν πλασμένος, διαλεγμένος για να κυβερνά μέσα στη θάλασσα, να εμψυχώνει την ομάδα τους, να την οδηγεί με σιγουριά στη νίκη.
Στην Ναυμαχία του Χότχαμ, 13 Μαρτίου 1797, τότε ήταν κυβερνήτης του Θησεύς, αυτή τη φορά θα χάσει το δεξί του χέρι, εκεί θα ακρωτηριαστεί σχεδόν από το ύψος του ώμου.
Ο νικητής του Αγίου Βικεντίου και του Νείλου, ο κυνηγός και τρόμος των Γάλλων, ο άνθρωπος, που τσάκισε τα σχέδια του Ναπολέοντα Βοναπάρτη στην Αίγυπτο και την Ινδία, σκοτώθηκε που αλλού, μέσα σε μια νικηφόρα μάχη και ήταν μόλις 47 ετών. Στις 21 Οκτώβρη 1805 στην πιο σημαντική για την Αγγλία ναυμαχία κατά τους Ναπολεόντειους πολέμους, στο ακρωτήριο Τραφάλγκαρ.
Ο Ναύαρχος που οδήγησε την Αγγλία στον έλεγχο των θαλάσσιων δρόμων και χρεώνεται με το πνεύμα της σύγχρονης διοίκησης, που χαρακτηρίζεται από συλλογικότητα και εμπιστοσύνη στους ναυτικούς είναι ο οικοδεσπότης του 1ο ορόφου στο μουσείου Ιδρύματος Λασκαρίδη.
Δίπλα του η πανέμορφη οικοδέσποινα Λαίδη Χάμιλτον, η Έμμα του, περιμένει τον επισκέπτη, για να τον θαμπώσει πρώτα με την ανεξίτηλη ομορφιά της!
Η Έμμα γεννήθηκε το 1765 στη Χερσόνησο του Τσέσαϊρ με το όνομα Έμυ Λάιον. Κόρη ενός σιδηρουργού των ανθρακωρυχείων, ο πατέρας της πέθανε όταν εκείνη ήταν μωρό και ανατράφηκε από τη μητέρα της. Στην εφηβεία της εργαζόταν καμαριέρα για οικογένειες στην Hawarden και λίγο αργότερα στο Λονδίνο.
Δεν υπάρχουν αξιόπιστα στοιχεία που να αποδεικνύουν ότι υπήρξε πόρνη, αλλά από τους ιστορικούς γράφεται ότι δούλεψε ως χορεύτρια με το γυμνό καλίγραμμο σώμα της βορά στα αχόρταγα μάτια των ευγενών της εποχής.
Το 1782, ήταν μόλις στα 17 της, όταν γέννησε μια κόρη, το παιδί μιας εφήμερης σχέσης με κάποιον από αυτούς. Στη συνέχεια μετακόμισε για λίγα χρόνια (1782 1786) στο σπίτι του συλλέκτη και πολιτικού Charles Francis Greville. Τότε θα γνωριστεί με τον ζωγράφο George Romney και θα γίνει η μούσα και η έμπνευση του.
Ακόμη και σήμερα η ζωή της Έμμα αναστατώνει και προκαλεί, ξεπερνά τα αληθινά πρότυπα, τις αχόρταγες ανθρώπινες ανάγκες που διαλέγουν τη σιωπή και τη σκιά για να θεριέψουν και να γίνουν τέρατα.
Το 1791 παντρεύτηκε κάτω από το ηφαίστειο της Νάπολη τον πρεσβευτή στο Βασίλειο των Δύο Σικελιών, τον Sir William Hamilton. Αυτός ο διπλωμάτης έφτανε τότε τα 60, ενώ η Έμμα ήταν μόλις 26 ετών.
Δυο χρόνια αργότερα θα έρθει η μοιραία γνωριμία με τον Ναύαρχο Νέλσον. Από τότε το ζευγάρι έζησε έναν απίστευτο έρωτα, αν και η Έμμα δεν χώρισε τον πρέσβη σύζυγο της, ούτε και ο Ναύαρχος την γυναίκα του, ωστόσο μετακόμισαν και έζησαν μαζί στο Merton Place, σε ένα σπίτι κοντά στο Wandsworth.
Τον Γενάρη του 1801 η Έμμα έφερε στον κόσμο τον καρπό του έρωτα τους, την κόρη τους Horatia. Τέσσερα χρόνια αργότερα ο Ναύαρχος θα σκοτωθεί στη ναυμαχία του Τραφάλγκαρ. Εκείνη θα γράψει για τον χαμό του άντρα της ζωής της: «Η ζωή μου δεν αξίζει τον κόπο. Έζησα για αυτόν. Δόξα Του… Αλλά δεν μπορώ να συνεχίσω. Την καρδιά και το κεφάλι μου έχουν φύγει». Από εκείνη τη στιγμή η ζωή της Έμμα θα γίνεται όλο και πιο τραγική, μέχρι που θα αγκαλιάσει το θάνατο.
Πρώτα θα πουλήσει το σπίτι και λίγο αργότερα, το 1813, θα πιαστεί για χρέος, έτσι βρέθηκε στη φυλακή του Southwark.
Φίλοι του Ναυάρχου έδωσαν χρήματα, φρόντισαν το χρέος και έστειλαν την Έμμα μαζί με την κόρη της, την Οράτια, να ζήσει στη Βόρειο Γαλλία, στο μεγάλο λιμάνι της Μάνχης, το Καλαί.
Εκεί έπεσαν μέσα στην ανέχεια και τη φτώχεια. Σύμφωνα με Horatia, η Emma πέρασε τις τελευταίες μέρες της ξαπλωμένη. Μόλις 46 χρονών και η Έμμα ήταν βαριά και έδειχνε απίστευτα γερασμένη, τρία χρόνια αργότερα έσβησε για πάντα, αιτία του θανάτου της ίσως ήταν η κίρρωση του ήπατος.
Θάφτηκε στο νεκροταφείο της εκκλησίας του Αγίου Πέτρου και λέγεται ότι την κηδεία της παρακολούθησαν από σεβασμό προς τον Ναύαρχο Νέλσον όλοι οι πλοιάρχοι των Αγγλικών ιστιοφόρων στο λιμάνι Καλαί.
Η ζωή του ζευγαριού έγινε πολύκροτο μυθιστόρημα, γράφτηκε και μελετήθηκε από δεκάδες εραστές της ιστορίας.
Το 1941 έγινε ακόμη και ταινία!
Πρόκειται για το επικό φιλμ That Hamilton Woman, σε σκηνοθεσία του Alexander Korda με την μοναδική Vivien Leigh στον ρόλο της Έμμα, ενώ ο Laurence Olivier ενσάρκωσε τον Οράτιο Νέλσον! Αρκετοί βιογραφοί αναφέρουν ότι πρόκειται για την αγαπημένη ταινία του Ουίνστων Τσώρτσιλ και μάλιστα ότι έγιναν περισσότερες από 100 προβολές του φιλμ για τον πρωθυπουργό της Αγγλίας. Αξίζει να σημειωθεί ότι εκτός από το Όσκαρ ήχου που η ταινία κατέκτησε, μοναδικά ήταν για την εποχή τα ειδικά εφέ, οι μινιατούρες πλοίων και οι ναυμαχίες που κατέγραψε η κάμερα. Όλα φτιαγμένα από τα χέρια του μοναδικού Ιταλού μάστορα στα ειδικά εφφέ Filippo Guidobaldi.
Ο Επισκέπτης στο Μουσείου Λασκαρίδη σίγουρα θα ερωτευτεί το παγκόσμιο ζευγάρι, θα γίνει ακόμη ένας λάτρης του Ναυάρχου Νέλσον! Και κάπου στα κρυφά σίγουρα θα αναρωτιέται και θα ψάχνει για τις χάρες της Έμμα…
Μα πριν προλάβει να πάρει ανάσα θα βρεθεί μπροστά στα καράβια που είναι φτιαγμένα από κόκκαλα! 30 μικρά βαπόρια κατσκευασμένα από χέρια Γάλλων αιχμαλώτων των Ναπολεόντειων πολέμων.
Οι κρατούμενοι έβραζαν οστά και τα άφηναν στον ήλιο για να πετύχουν τη λεύκανση τους, έτσι κατάφερναν να τα μαλακώσουν και να τα δουλέψουν πιο εύκολα. Μια, ίσως μακάβρια, πληροφορία δίνει κάτι από ανθρώπινη ψυχή στα μικρά πλοία. Γράφεται ότι χρησιμοποίησαν ό,τι οστά είχαν διαθέσιμα, ανεξάρτητα από το ζώο ή ακόμη σε ποιον, θα μπορούσαν να ανήκουν!
Η επίσκεψη στο Μουσείο ξεκινά από το διαδίκτυο, ακόμη και η ιστοσελίδα του ιδρύματος (www.laskaridou.gr) μοιάζει με ένα αέναο ταξίδι στο παρελθόν, με τον επισκέπτη να θυμίζει περιηγητή, ακόμη και κουρσάρο ή σταυροφόρο, έτοιμο να περιπλανηθεί στο χωροχρόνο και να εξερευνήσει άγνωστους και μακρινούς τόπους, να αγγίξει ψυχές ανθρώπων.