iporta.gr

Η Τάνυα που «σταμάτησε του ρολογιού τους δείχτες», του Χρήστου Μαγγούτα

 

Είχε γεννηθεί σε μια φτωχή οικογένεια στην Κριμαία. Με χίλια μύρια και επειδή ήταν ακόμα σοσιαλισμός, τον οποίο μισούσε, μπόρεσε να σπουδάσει ελληνική αρχαιολογία. Αλλά με μισθό 70 Ε το μήνα για εκείνη τη εποχή, δεν έβλεπε μέλλον.

Τότε συνάντησε τον Άρη, (ας πούμε), από το Τορόντο. Το επάγγελμα του ήταν χαρτοπαίχτης. Για μια δυο-βδομάδες όλα του πήγαν θαυμάσια και αποφάσισε να πάει στην Ρωσία για περιπέτειες. Μη με ρωτήσετε πώς πέρασε $50,000 από τα καναδικά αεροδρόμια, ο Άρης όλα μπορούσε να τα κάνει αρκεί να ήταν παράνομα.

 

Συναντήθηκαν σε μια καφετερία στο Κίεβο. Η κοπέλα τον ταύτισε με τον αρχαίο θεό και τον ερωτεύτηκε αμέσως. Αυτός μπορεί. Δεν είχε διαβάσει τον «Παίχτη» του Ντοστογιέφσκι γιατί προτιμούσε τους αρχαίους συγγραφείς. Έμειναν ώρες συζητώντας και έπειτα βγήκαν να περπατήσουν και να χαζέψουν στις βιτρίνες. Όταν η Τάνυα έλεγε «τι ωραίο αυτό το φόρεμα!» σε δέκα λεπτά το είχε στο κουτί παραμάσκαλα. Την πρώτη κιόλας μέρα είχε πάρει τόσα δώρα όσα δεν είχε πάρει σε όλη της τη ζωή και όσα δε θα έπαιρνε στην υπόλοιπη αν έμενε στη Ρωσία. Ο έρωτας ήταν αναπόφευκτος με τη στρατηγική του πανούργου Άρη.

Πέρασαν μαζί σχεδόν έξι μήνες ταξιδεύοντας στα ακριβότερα σημεία της χώρας. Για τον Άρη αυτό κόστιζε ελάχιστα με τις τιμές της εποχής εκείνης. Για την Τάνυα την πρώτη εγκυμοσύνη της. Παντρεύτηκαν σε ορθόδοξη εκκλησία με την κοπέλα εμφανέστατα έγκυο (έτσι κι αλλιώς εδώ και 20 χρόνια δεν υπάρχει γάμος που η νύφη να μην είναι έγκυος ή ακόμα και νάχει το παιδί της δίπλα της ντυμένο παρανυφάκι).

Έφυγαν για το Τορόντο όπου η Τάνυα είχε την πρώτη κατρακεφαλιά: ο Άρης ήταν ήδη παντρεμένος, είχε δυο παιδιά και δεν είχε πάρει διαζύγιο. Δε θα πούμε για τα νομικά θέματα που δημιουργήθηκαν γιατί θα χαλάσουμε την ιστορία.

Τελικά η Τάνυα αποφάσισε να τον συγχωρήσει αρκεί να έμενε μαζί της. Μάλιστα ζήτησε να μάθει ελληνικά. Εδώ μπαίνει στην ιστορία μας ο Δάσκαλος, ένας τύπος που ήταν ικανός να ακούσει τα πάντα και να δικαιολογήσει τα πάντα. «Είπες $30 την ώρα? $50 θα σου δίνω» είπε στην πρώτη συνάντηση ο Άρης. Αλλά σε λίγο είχε δουλειές, πότε στο Λας Βέγκας, πότε στο Νιαγάρα και οι επισκέψεις στο σπίτι του άρχισαν να αραιώνουν μέχρι και μια φορά τη βδομάδα.

Η Τάνυα κόλλησε στο Δάσκαλο, που καταλάβαινε τα πάντα, τη δικαιολογούσε για τα πάντα και την παρηγορούσε για τα πάντα. Έτσι ξεκίνησε ένας πλατωνικός έρωτας μεταξύ τους, που είναι αναγκαίος στη μάθηση, όπως είχε πει ο Πλάτων. Αναπόφευκτα όμως σύντομα έφυγε η λέξη πλατωνικός, γιατί η Τάνυα ήταν τέτοια λυγερόκορμη ομορφιά που μαρμάρωνε η κίνηση όταν έβγαινε στο δρόμο. Είχε από μήνες γεννήσει την κόρη της, την οποία βάφτισε Άρτεμη, με την απουσία του Άρη και με κουμπάρο το Δάσκαλο.

Τώρα πια οι ώρες τους μαζί ήταν ατέλειωτες. Δεν μπορούσε να τον πληρώνει για τα μαθήματα, ο Άρης είχε χαθεί από μήνες, και αποφάσισαν να κάνουν ανταλλαγή γλωσσών. Τελικά η Τάνυα έμαθε τα ελληνικά καλύτερα από τους ομογενείς και ο δάσκαλος με το ζόρι καμιά εικοσαριά ρώσικες λέξεις.

Κι όταν ήταν αγκαλιά, ο Δάσκαλος ένοιωθε ότι αυτή η γυναίκα, μ’ όλες τις αντιφάσεις της, -και ίσως εξ αιτίας τους-, μπορούσε να σταματήσει του ρολογιού τους δείχτες. Αυτό ήταν και το αγαπημένο της τραγούδι, κι ο Μποροντίν του δάσκαλου δεν ακουγόταν πια καθόλου.

Καμιά φορά ο Δάσκαλος σκεφτόταν ότι αυτό το σταμάτημα του ρολογιού, άξιζε να δικαιολογήσει το θαύμα της ζωής.
Αλλά όλα έχουν μια λήξη όπως τα προϊόντα στο σουπερμάρκετ. Μετά από δυο χρόνια σχέσης άνοιξε τυχαία τη ντουλάπα της γκαρνταρόμπας της. Πέντε πανάκριβες γούνες, πάνω από $5000 η καθεμιά.

«Μια φίλη μου έφυγε για την Ελλάδα και μου τις έδωσε γιατί δε χρειάζονται εκεί» του είπε με χαμηλωμένο κεφάλι.
Αυτός την έπιασε ευγενικά από το γιακά την κάθισε στον καναπέ και δεν τη ρώτησε τίποτα, απλά την κοιτούσε. Μετά από πέντε λεπτά, ανάμεσα σε λυγμούς και κλάματα, η κοπέλα του είπε:

«Τι άλλο να κάνω; Δε με παίρνουν πουθενά επειδή δεν ξέρω καλά τη γλώσσα, μου λένε. Ξέρεις ότι και σερβιτόρα δούλεψα, αλλά μου είπαν ότι δε χαμογελάω στους πελάτες. Με τι καρδιά να χαμογελάσω; Κι εσύ ξέρω ότι με αγαπάς, αλλά δε μπορείς να με βοηθήσεις».

Άλλη μια φορά ο Δάσκαλος την κατάλαβε. Και την αποχαιρέτησε τρυφερά, με ένα φιλί στο μέτωπο σα νάταν παιδί….
Μετά μερικούς μήνες τον πήρε τηλέφωνο από το νοσοκομείο όπου νοσηλεύονταν με βαριά νευρική κρίση. Έτρεξε αμέσως και συνάντησε ένα πλάσμα που φαινόταν σαν να είχε λιώσει, άδειο από ζωή. Την ξαναγάπησε, λες και είχε σταματήσει ποτέ να την αγαπάει. Προσπάθησε να της δώσει ζωή. Ήξερε ότι μπορούσε να δώσει κουράγιο σε ένα ηττημένο στράτευμα, αλλά έμεινε με την εντύπωση ότι τώρα δεν τα κατάφερε. Της υποσχέθηκε ότι θα τη δει το επόμενο απόγευμα.

Όταν πήγε εκεί, του είπαν ότι είχε ζητήσει και πήρε εξιτήριο αμέσως μόλις έφυγε αυτός την προηγούμενη μέρα. Έτρεξε στο σπίτι της κι εκεί του είπαν ότι μια εταιρεία μεταφορών μετακόμισε όλα τα πράγματά της. Το τηλέφωνο το είχε κόψει ή αλλάξει. Είχε πει το αντίο της στο νοσοκομείο όπου τον κάλεσε.

Ο Δάσκαλος κάθισε στο παγκάκι του δρόμου και σκέφτηκε ότι η Τάνυα που μπορούσε να σταματήσει του ρολογιού τους δείχτες, τώρα είχε σταματήσει και τους δικούς του δείχτες. Μπορεί και για πάντα….

 

Χρήστος Μαγγούτας

[iframe width=”420″ height=”315″ src=”//www.youtube.com/embed/gjfmgPwKy2I” frameborder=”0″ allowfullscreen ]