Οι δύο συνοδοιπόροι. Η φαντασία είναι μια από τις μεγαλύτερες προκλήσεις του σύγχρονου ανθρώπου. Παλιότερα ανήκε αποκλειστικά στον κόσμο των παιδιών και ήταν υποτιμημένη. Σήμερα όμως είναι περιζήτητη και στον κόσμο των ενηλίκων. Αντιπροσωπεύει τη σθεναρή προσπάθεια μας να απεγκλωβιστούμε από τη λογική που ανέδειξε ο διαφωτισμός και που τώρα μοιάζει να μας καταδυναστεύει. Η φαντασία είναι το ζητούμενο, όχι πια μόνο στη τέχνη, αλλά και στη καθημερινή ζωή, στη πολιτική, ακόμα και στην επιστήμη. Αποτελεί το καταφύγιο του ανθρώπου. Ο οποίος προσπαθεί να αναπνεύσει, καθώς η οργανωμένη κοινωνία στην οποία είναι ενταγμένος, ορίζει με ασφυκτικό τρόπο τη ζωή του. Όπως ήταν φυσικό, με το πέρασμα του χρόνου, οι άνθρωποι συγκεντρώθηκαν σε πιο πυκνές κοινωνίες, καθ’ ότι οι πληθυσμοί αυξήθηκαν εντυπωσιακά. Και με τη παράλληλη αύξηση των αναγκών και των συναλλαγών, οι κοινωνίες έγιναν πιο σύνθετες και πιο περίπλοκες. Τέτοιου είδους κοινωνίες μπορούν να διατηρούν τη συνοχή τους μόνο με την επικράτηση λογικών κανόνων. Προσπαθώντας να ενταχθεί κανείς στο λαβύρινθο αυτών των κανόνων, αναζητά ως οξυγόνο, τη φαντασία, που απελευθερώθηκε στο οικοσύστημα μας εδώ και αρκετές δεκαετίες. Έτσι η λογική δε χάθηκε, αλλά η φαντασία μονίμως αναζητείται.
Τα όνειρα επιτρέπονται εδώ και πολύ καιρό. Το να ονειρεύεσαι όχι μόνο επιτρέπεται. Αλλά το να μην κάνεις όνειρα στην εποχή μας μοιάζει με ένα είδος αναπηρίας. Όταν κάποιος λέει ότι ονειρεύεται, εμείς οι άλλοι χειροκροτούμε και επιδοκιμάζουμε. Και το ιδανικό περιβάλλον για να γεννηθούν τα όνειρα είναι η φαντασία. Πολλοί θεωρούν ότι η φαντασία είναι ο αντίπαλος της λογικής. Με την έννοια ότι η λογική τακτοποιεί τον κόσμο, ενώ η φαντασία τον απελευθερώνει. Προσκολλημένοι σ’ αυτή τη βεβαιότητα, έχουμε την ψευδαίσθηση ότι η φαντασία μπορεί να ευδοκιμήσει μόνον εκεί όπου καταργείται η λογική. Με βάση αυτή τη πεποίθηση γεννήθηκε το γένος των τεχνοκρατών – που εκπροσωπούσαν την αυστηρή λογική – και το γένος των ανθρωπιστών που εκπροσωπούσε τη φαντασία και τα όνειρα των ανθρώπων. Μ’ αυτή την γόνιμη αντίθεση διανύσαμε ολόκληρο τον 20ο αιώνα. Η ίδια διαμάχη συνεχίζεται απτόητη και σήμερα. Όλα ξεκίνησαν από την αμφισβήτηση της παντοκρατορίας της λογικής. Από την ανάγκη να εξερευνήσουμε τι υπάρχει πέρα από την προφανή πραγματικότητα. Ήταν μια σύγκρουση που μπορεί να μην κατάργησε τον κόσμο της λογικής – πώς μπορούσε άλλωστε – αποκάλυψε όμως άλλους ορίζοντες πέρα και μακριά της. Ήταν ένας αγώνας του ανθρώπου να ανακαλύψει κάτω από το οικείο το παράδοξο και να ξεσκεπάσει κάτω από το καθημερινό το ανεξήγητο. Κι έτσι ήρθε η ώρα, να είναι αξιοθαύμαστος όποιος κατάφερνε να κατοικήσει στη φαντασία και να διατυπώνει όνειρα. Κι όσο πιο ανέφικτα έμοιαζαν αυτά, όσο πιο μακριά μας έστελναν από τα δεσμά της λογικής, τόσο πιο πολύ μεγάλωνε κι ο θαυμασμός μας.
Το τελευταίο σύνορο. Μπαίνοντας στον 21ο αιώνα η φαντασία είχε πια κερδίσει τη θέση της στη ζωή μας. Και αφού δε μπορούσε να εξουδετερώσει οριστικά τη λογική, προσπαθούσε να την ανεχτεί. Κοιτάζοντας την υποτιμητικά, με το αλαζονικό βλέμμα της ανωτερότητας. Είναι εντυπωσιακό να το σκεφτεί κανείς. Ποια ήταν η σειρά στην εξέλιξη μας. Την εποχή της αυστηρής θεολογίας και των κανόνων της κοσμικής θρησκείας, η λογική ήταν απαγορευμένη και η φαντασία αδιανόητη. Η λογική ήταν φυλακισμένη στην ακινησία της όποιας γνώσης ήταν τότε επιτρεπτή και η φαντασία αιωρούνταν μεταλλαγμένη σε δεισιδαιμονία. Από την Αναγέννηση όμως η λογική προετοιμαζόταν, διαμόρφωνε τα μελλοντικά της χαρακτηριστικά και έβαζε τα υποστυλώματα της αμφισβήτησης. Και μετά από τρεις αιώνες, σαν έτοιμη από καιρό, προκάλεσε τη ρήξη με το δύσκαμπτο θρησκευτικό παρελθόν. Και με ενθουσιασμό άνοιξε τους ορίζοντες της σκέψης και βάλθηκε επιτέλους να κατανοήσει τον πραγματικό κόσμο. Έτσι είχαμε τη ραγδαία ανάπτυξη των επιστημών στον 19ο αιώνα. Μα όπως συμβαίνει πάντα στη θαυμαστή ανθρώπινη περιπέτεια, ήρθε ο καιρός της παρακμής. Η λογική έγινε σχολαστική, περιχαρακώθηκε σε σταθερούς κανόνες κι έμαθε – σαν νέα θρησκεία – να απαγορεύει ότι ήταν πέρα από το προφανές και το λογικά αποδεκτό. Και τότε, μέσα από αυτό το συντηρητικό λίπασμα ξεφύτρωσε η νέα ανάγκη του ανθρώπου. Να νομιμοποιήσει τη φαντασία του. Να την αποτραβήξει από τις δεισιδαιμονίες και τις φαντασιοπληξίες. Να της δώσει μορφή και χαρακτήρα. Και μαζί της ν’ ανοίξει τα φτερά του για άλλα τοπία ανεξερεύνητα. Να διερευνήσει τον κόσμο μιας άλλης μεταφυσικής, πιο εύπλαστης και απρόβλεπτης από εκείνη, την απολιθωμένη της θρησκείας, που κυριαρχούσε πριν αιώνες. Ήταν μια νέα ελευθερία, που κατακτήθηκε στο διάβα του ταραγμένου 20ου αιώνα. Αλλά είπαμε, η παρακμή πάντα παραμονεύει, δίχως να υπολογίζει τις εύθραυστες ευαισθησίες μας. Σιγά-σιγά η φαντασία έγινε το νέο είδωλο. Και μάθαμε να την προσκυνούμε σα νέο θεό. Μάθαμε να γονατίζουμε μπροστά της με σεβασμό. Χωρίς περίσκεψη και μακριά από την κριτική σκέψη που μας είχε διδάξει η λογική. Περίπου έτσι έγιναν τα πράγματα, μέχρι να μισανοίξουμε την πόρτα της νέας χιλιετίας. Από εκεί κρυφοκοιτάμε το απέραντο μέλλον και στις αποσκευές μας κουρνιάζουν όλες οι κατακτήσεις μας. Η θρησκεία που ακόμα φέρει το διπλό πρόσωπο της ανθρωπιάς και του φονταμενταλισμού. Η λογική που επιτηρεί και τακτοποιεί τον περίπλοκο κόσμο μας. Και η φαντασία που επιτρέπει την περιπλάνηση στο άγνωστο και αδειοδοτεί τα όνειρα. Η φαντασία, που μέχρι στιγμής είναι και το τελευταίο σύνορο.
Ο γρίφος της εξουσίας. Η φαντασία στην εξουσία έγινε κάποια στιγμή σύνθημα. Είναι από τα συνθήματα εκείνα, που ακούγονται σα μουσική στ’ αυτιά μας, αλλά η επίδραση τους σταματάει εκεί. Να το λέμε μόνο, να το θαυμάζουμε και μετά να το ξεχνάμε. Όχι γιατί είμαστε αμελείς και αδιάφοροι. Αλλά γιατί η φαντασία στην εξουσία μοιάζει να είναι το πιο ανέφικτο όνειρο της εποχής μας. Και ο λόγος είναι απλός. Το πεδίο της εξουσίας – και κατ’ επέκταση της πολιτικής – είναι η αμείλικτη πραγματικότητα. Κι εκεί η λογική παίζει χωρίς αντίπαλο. Εκεί η φαντασία μοιάζει να μη χωράει. Όσο κι αν το επιθυμούμε. Όσο κι αν το ονειρευόμαστε. Κάπως έτσι έχουν τα πράγματα και όλα μοιάζουν αυτονόητα κι απλά. Η λογική στο θρόνο της και η φαντασία στην απέξω. Κι όμως… Ο θρόνος της λογικής εδώ και πολύ καιρό τρίζει. Γιατί και η ίδια η λογική αναζητείται. Στο χώρο της εξουσίας συναθροίζεται όλη πολυπλοκότητα της σύγχρονης κοινωνίας. Εκεί η λογική μπλέκεται στα γρανάζια πολλών δεδομένων, πολλών παραμέτρων κι έτσι είναι δύσκολο να προσδιοριστεί. Γι’ αυτό παρατηρείται το φαινόμενο όλοι να μπορούν με άνεση να την επικαλούνται, εκφέροντας εκ διαμέτρου αντίθετες απόψεις. Η εξουσία αναφέρεται σ’ ένα κόσμο, όπου ακόμα και η λογική δυσκολεύεται να ερμηνεύσει. Πόσο μάλλον η φαντασία. Τη φαντασία, που οι τεχνοκράτες την αφήνουν υποτιμητικά στα χέρια του Δον Κιχώτη. Και κανείς τους δεν ασχολείται μαζί της. Έτσι όλοι τους προσπαθούν να βγάλουν άκρη αναζητώντας τη λογική μέσα στον κυκεώνα της πραγματικότητας.
Η μεγάλη σύνθεση. Ζούμε σ’ ένα κόσμο όπου η λογική του διαφωτισμού δεν επαρκεί για να τον κατανοήσει. Και η φαντασία που εγκαταστάθηκε επιτέλους στη ζωή μας, βρίσκει τις πόρτες της εξουσίας κλειστές. Και δεν είναι μόνο αυτό. Η λογική και η φαντασία έχουν όλα τα σημάδια της παρακμής. Εκφράζονται με στερεότυπα. Αρκούνται σε επιφανειακές και γενικόλογες διατυπώσεις ή σε τετριμμένα και πολυειπωμένα όνειρα. Έχουν κλείσει τις πόρτες και ρητορεύουν σ’ ένα σκοτεινό δωμάτιο. Για παράδειγμα, στον κόσμο της λογικής οι συζητήσεις περιστρέφονται γύρω από μνημόνια και αντιμνημόνια, αριθμούς και δημοσιονομικά μέτρα, γύρω από αναμασημένες μεταρρυθμίσεις που τελικά δε γίνονται. Και πάνω απ’ όλα ο καυγάς για το ποιος έχει δίκιο και ποιος άδικο. Στον κόσμο της φαντασίας επαναλαμβάνουμε πάλι και πάλι κάποια αόριστη αξιακή κρίση. Μεμψιμοιρούμε γιατί οι αριθμοί στέκονται πάνω από τις ανθρώπινες αξίες. Και εφησυχάζουμε τη συνείδηση μας επιμένοντας ότι μόνον εμείς είμαστε οι καλοί άνθρωποι. Ότι μόνον εμείς νοιαζόμαστε για τους συνανθρώπους μας. Η λογική και η φαντασία με όλα τα σημάδια της γήρανσης. Αυτή η κατάσταση γεννάει δύο απλά ερωτήματα : Και τώρα τι κάνουμε; Και το μέλλον τι μας επιφυλάσσει; Γιατί είπαμε ο χρόνος δεν είναι ακίνητος, ούτε η Ιστορία. Η οποία πάντα είναι υποχρεωμένη να δίνει λύσεις, να συνθέτει, δημιουργώντας νέα τοπία και νέες περιπέτειες για τους ανθρώπους. Κι εμείς; Τι μπορούμε να κάνουμε για να επηρεάσουμε αυτό το γίγνεσθαι; Καμιά απάντηση δεν είναι εύκολη. Και κανείς δε κρατάει – προς το παρόν – το κοκαλάκι της νυχτερίδας. Αλλά το πιο σπουδαίο είναι ότι δεν είμαστε ακόμα έτοιμοι να αποδεχθούμε τη μεγάλη σύνθεση. Ο διαχωρισμός μοιάζει ακόμα βολικός για τη σκέψη μας. Όμως είτε το θέλουμε, είτε όχι η λογική και η φαντασία θα συμπορεύονται. Κι αν αφήσουμε ελεύθερη τη συνομιλία τους τότε ο εκπολιτισμός μας θα περάσει σε ένα άλλο επίπεδο, πιο προηγμένο και πιο συμβατό με τον περίπλοκο κόσμο που μας περιέχει.
* Το άρθρο απηχεί τις απόψεις του συντάκτη του.
The article expresses the views of the author
iPorta.gr