(Συντονιστής “Κέντρων Δια Βίου Μάθησης” Υπεύθυνος Επικοινωνίας – Δημοσιότητας)
Η πρώτη φορά που ήρθα σε επαφή με ένα τέτοιο απόκοσμο θέαμα ήταν στα παιδικά μου χρόνια σε ένα πανηγύρι στην Νέα Φιλαδέλφεια, κα΄που στην δεκαετία του 70. Δεν θυμάμαι ποιος Ορθόδοξος άγιος είχε την τιμητική του και έδινε φιλοξενία σε εκείνο το παράξενο μπουλούκι που είχε στήσει στην ξερή αλάνα τις πρόχειρες κατασκευές με τα κίτρινα φώτα, το αυτοσχέδιο λούνα παρκ που καλούσε τον κόσμο να κάνει κύκλους με τα ξύλια αλογάκια, να τραβάει τα σκοινιά στις σιδερένιες βαμμένες με λαδομπογιά βάρκες και να πετάει κρίκους στον ξύλινο πάγκο με τα σκονισμένα παλιά βερμούτ.
Κάπου εκεί στην άκρη μπορούσες να φτάσεις στα βρώμικα τσαντίρια, όπου ένα από αυτά παρουσίαζε τις ανωμαλίες της φύσης στα μάτια των καθώς πρέπει χριστιανών προσκυνητών. Η ασώματος κεφαλή ήταν η ίδια από μόνη της ένα θέαμα απόκοσμο, αποκρουστικό για τα παιδικά μου μάτια. Πλήρωνες το εισιτήριο για την είσοδο και μπαίνοντας σε ένα λιγδιασμένο που κάποτε πρέπει να ήταν στο χρώμα του λευκό, τσαντίρι που το πάτωμά του ήταν από λασπωμένο κοκκινόχωμα, όπως, άλλωστε, κι όλος ο δρόμος που φιλοξενούσε το πανηγύρι και βρισκόσουν αμέσως μπροστά της.
Αυτή ή μάλλον αυτό (το κεφάλι) βρισκόταν μέσα σε ξύλινο παραλληλόγραμμο κουτί κάπου ενάμιση μέτρο πάνω από το έδαφος ανοιχτό από τη μία πλευρά του σαν μικρογραφία θεατρικής σκηνής. Θυμάμαι τα σκοροφαγωμένα εμπριμέ κουρτινάκια, δεξιά και αριστερά που μάλλον θα έπρεπε να εξυπηρετούν τον ρόλο της αυλαίας. Το κουτί ήταν στηριζόταν σ’ ένα ξύλινο, κυλινδρικό, δωρικό κίονα διαμέτρου 5-6 εκατοστών.
Μια κοπέλα με ξανθά κατσιασμένα μαλλιά φορώντας ένα κόκκινο κοντό φορεματάκι, υπερβολικά βαμμένη με άτσαλα χορευτικά βήματα ανοιγόκλεινε, κάθε τόσο, τα κουρτινάκια στο κουτί, αποκαλύπτοντας την φοβερή και φρικώδη συνάμα κεφαλή που γούρλωνε τα μάτια της. Ο κόσμος που βρισκόταν μέσα την ρώταγε διάφορα…ούτε θυμάμαι ποιες ανόητες ερωτήσεις μπορεί να κάνει κάποιος μπροστά σε αυτό το απόκοσμο θέαμα, και εκείνη απαντούσε με μια αργόσυρτη, ερεβώδη και αινιγματική φωνή. Μετά η κοπέλα με τα κατσιασμένα μαλλιά τραβούσε τη μικρή αυλαία κι έκλεινε τη θέα της κεφαλής από τα βέβηλα μάτια. Μια διαδικασία του δεκάλεπτου και μετά να βγαίνουν όλοι σιγά- σιγά και σιωπηλά έξω από το τσαντίρι για να περάσουν οι επόμενοι θεατές.
«Η Ασώματος η κεφαλή, περάστε κόσμε, τη βρήκανε στην Αφρική, καπνίζει, πίνει και πονά, τρελαίνεται για μουσική, χορεύει με τα μάτια δυο δραχμές. Ποιος θα τη δει; Περάστε κόσμε..» Όποτε άκουγα το τραγούδι αυτό του Μαρκόπουλου, αργότερα…μου ξανάφερνε αυτή την μνήμη της κοινωνικής decadence συνοδευόμενο από ένα αίσθημα απελπισίας.
Την ξαναθυμήθηκα πάλι σήμερα πολλά πολλά χρόνια μετά, αλλά σε πιο prestige πανηγύρια, αυτά που στήνονται στην Βουλή των Ελλήνων.
Η ασώματος κεφαλή, Η Βουλή, το κεφάλι που βούλεται και που νομοθετεί χωρίς μέλη, απουσία του λαού.
Ταξίδεψε και πάλι το αίσθημα της απόγνωσής μου πίσω σε εκείνη την εποχή με τα αλλόκοτα πανηγύρια.
Η αρκούδα που της λέγανε να μας δείξει πώς …φιλάει η Βουγιουκλάκη, η ασώματος κεφαλή και από κοντά οι αβανταδόροι, πωλητές ή αγοραστές, επενδυτές σάμαλι και κορνέδων…
Μόνο που με δυο μόνο δραχμές δεν μπορείς πια να το δεις και να το καταλάβεις, χρειάζονται πολλά, πολλά παραπάνω…
* Το άρθρο απηχεί τις απόψεις του συντάκτη του.
The article expresses the views of the author
iPorta.gr