iporta.gr

Για τη Μάρω Κερασιώτη, του Κωστή Α. Μακρή [εικόνες]

 

 

 

 

 

 

 

    

Κωστής Α. Μακρής  

 

ΕΚΠΑΙΔΕΥΤΗΡΙΑ ΡΟΔΙΩΝ ΠΑΙΔΕΙΑ

ΓΙΑΤΙ Η ΑΣΦΑΛΕΣΤΕΡΗ ΕΠΕΝΔΥΣΗ ΕΙΝΑΙ ΤΑ ΠΑΙΔΙΑ ΣΑΣ

 

 

 ΡΟΔΙΩΝ άθλησις

 

 

 

Τη Δευτέρα 22 Ιανουαρίου, και μέχρι τις 10 Φεβρουαρίου 2018, η Μάρω Κερασιώτη εκθέτει τη νέα της δουλειά, με τίτλο «Ανα-πλάσεις / Re-formations, στον Εικαστικό Κύκλο Sianti.

 

 

Η Μάρω Κερασιώτη είναι καταξιωμένη κεραμίστρια, γλύπτρια, συγγραφέας και ποιήτρια.
Μέσα στη λέξη «ποιήτρια» χωράνε ένα σωρό «ποιήματα» με την κυριολεκτική έννοια της λέξης.

Η Μάρω Κερασιώτη ποιεί καλά έργα και τα ποιεί με πολλούς τρόπους.

Ποιεί γλυπτά, κεραμικές συνθέσεις και αντικείμενα (μια βόλτα στον Σταθμό του ΗΣΑΠ Αμαρουσίου θα σας δώσει την ευκαιρία να απολαύσετε το έργο της), ποιεί μυθιστορήματα και ποιεί και νέες οπτικές γωνίες για τον τρόπο που βλέπουμε πολλά πράγματα.

 

Η πρώτη της Έκθεση ήταν το 1983 στη Γκαλερί «Νέες Μορφές» στην Αθήνα.
Έκτοτε, η παρουσία της με ατομικές και ομαδικές εκθέσεις και συμπόσια κεραμικής στην Ελλάδα και σε όλο τον κόσμο είναι αδιάλειπτη.

Οι διακρίσεις της πολλαπλές, με αρχή το 1962 με το1ο Βραβείο στο Σαλόνι Νέων Καλλιτεχνών στην Αθήνα και πιο πρόσφατη το 2010 με το Χρυσό Βραβείο του Μουσείου Καλών Τεχνών, Quindao, Κίνα.

Το 2003 πήρε το Πρώτο Βραβείο και την Ανάθεση Εικαστικής Παρέμβασης ΗΣΑΠ Αμαρουσίου.

 

Αξιοπρόσεχτη είναι και η κοινωνική της προσφορά με εθελοντική διδασκαλία κεραμικής στο Αναμορφωτήριο Ανηλίκων Κορυδαλλού (1962-Ι966), στην Κλειστή φυλακή Αλικαρνασσού, Ηράκλειο Κρήτης (1985 -1999) και στο Campus Arts & Sciences College, Κηφισιά (1994 -2000).

 

Η Μάρω Κερασιώτη είναι μια από εκείνες τις αθόρυβες «εργάτριες» της τέχνης που μας βοηθάνε να δούμε τον κόσμο με μια κάθε φορά καινούρια ματιά και να τον αγαπήσουμε.
Οι ανα-πλάσεις της είναι μια από αυτές τις περιπτώσεις: κάτι σχεδόν συνηθισμένο ―τα υπολείμματα ενός γιορταστικού τραπεζιού― να γίνεται μνημειώδες έργο.

Δεν θεωρώ βλάσφημο να συγκρίνω τη νέα της δουλειά με τη μεταμόρφωση μιας έλικας του αμπελιού σε ιωνικό κιονόκρανο ή ενός καλαθιού με «άκανθες» στο κορινθιακό κιονόκρανο. Πάντα υπάρχει κάτι που μπορεί να ανα-πλαστεί σε κάτι άλλο. Κι αυτό είναι τέχνη.

 

Πιο κάτω, η Μάρω Κερασιώτη μιλάει για της δουλειά της και ο γνωστός γλύπτης Γιώργος Γεωργιάδης μας ξεναγεί στην αισθητική του έργου της.

 

 

 


 

 

 

 

Πριν από εξήντα χρόνια όρισα τον πηλό παντοτινό μου σύντροφο, σε μια σχέση που αποδείχτηκε η πιο μακροχρόνια της ζωής μου.


Σ’ αυτή την πορεία, που μπορεί να ειδωθεί και ως μάχη ενός έμψυχου όντος με ένα άψυχο υλικό, υπήρξαν νίκες και ήττες κι από τις δύο μεριές τόσες και τέτοιες που σε τελευταία ανάλυση αλληλοεκμηδενίστηκαν, αφήνοντας πίσω μια υπέροχη γεύση πληρότητας, ισότητας κι εκτίμησης σαν τις βαθιές κι ειλικρινείς φιλίες.

Οι διάφορες περίοδοι της δουλειάς μου είχαν αναφορές στη μυθολογία, την Ελληνική και την προσωπική, στη φύση και την κακοποίηση της αλλά και στον άνθρωπο, και τη μοναξιά του ειδωμένα μέσα από τεχνικές και υλικά που κάθε φορά μπορούσαν να εκφράσουν το όραμά μου.

Για την τωρινή μου δουλειά, τις «ανα-πλάσεις», αφορμή στάθηκε ένα μικρό κόκαλο που βρέθηκε στα χέρια μου μετά από Πασχαλινό φαγοπότι και ύστερα από προσεκτική παρατήρηση κέρδισε το θαυμασμό μου.

Λίγους μήνες αργότερα κατά τη διάρκεια μιας χειμωνιάτικης βόλτας στην παραλία του Μαραθώνα όταν βρήκα ένα δεύτερο θαλασσοφαγωμένο αυτή τη φορά, και μεγαλύτερο κόκαλο, μπήκα στον πειρασμό να το κοιτάξω με άλλο μάτι, να θαυμάσω την αρμονία των κενών και των όγκων του και να προσπαθήσω να το αποδώσω στον πηλό με τον δικό μου τρόπο.

Τα κόκαλα που χρησιμοποίησα ως πρότυπα, απομεινάρια της διέλευσης διαφόρων έμβιων από τη ζωή, κατά τη διάρκεια της «ανά-πλασης» τους μου επέτρεψαν να επινοώ ιστορίες για την προέλευσή τους, να τα ντύνω με φανταστικά σαρκία, και να παίζω τροποποιώντας τη μορφή τους αυθαίρετα μέχρι να γίνουν γλυπτικές φόρμες υποκείμενες στους νόμους της φαντασίας, της τέχνης και της τεχνικής.

Δεν μπαίνω στον πειρασμό να αναλύσω αισθητικά τη δουλειά μου μια και πιστεύω ότι αυτό την αποδυναμώνει αλλά και γιατί αυτή η ανάλυση θεωρώ ότι ανήκει στους ειδικούς.

Το κάθε ένα απ’ αυτά τα έργα κατά τη διάρκεια της κατασκευής του με γέμισε χαρά κι ευγνωμοσύνη για το δώρο που μου χαρίστηκε από τη φύση να μπορώ να υλοποιώ τα οράματά μου με τα χέρια μου και με ένα ευτελές αλλά μεγαλειώδες υλικό όπως είναι ο πηλός.

 

Μάρω Κερασιώτη
Δεκέμβριος 2017

 

 


 

 

 

 

Την εξελικτική πορεία της δουλειάς της Μάρως είχα την τύχη να παρακολουθήσω μέχρι σήμερα λόγω της εδώ και τριάντα δυο χρόνια γνωριμίας μας. Έτσι, θέλοντας να μιλήσω για το σημερινό έργο της μου είναι αδύνατο να μην αναφερθώ ανατρέχοντας στις μέχρι τώρα προσπάθειές της.

Όταν την πρωτογνώρισα σαν άτομο μου είχαν κάνει εντύπωση όχι μόνο τα έργα εκείνης της εποχής αλλά και η προηγούμενη δουλειά της στην οποία φαινόταν καθαρά η προσπάθεια που κατέβαλε και η πρόθεσή της να αλλοτριωθεί και να απαλλαγεί από μια παραδοσιακή, χρηστική και λειτουργική κεραμική, δίνοντας σ’ αυτά που έκανε μια γλυπτική υπόσταση με εσωτερική δύναμη. Μέχρι τότε στις δουλειές της με υλικό πάντα τον πηλό stoneware και διπλή καμίνευση, έλειπε η σφαιρική περίοπτη επιδίωξη και τις χαρακτήριζε η ανάγλυφη και σχεδόν επιπεδική οπτική με σχήματα γεωμετρικά, κυκλικά, ορθογώνια ίσως και κάποια επιτοίχια με διαφορετικούς τόνους του ίδιου της υλικού. Από όλα αυτά σαν συμπέρασμα είναι ότι τα θέματά της τα αντλούσε από τον φυσικό της περίγυρο, άλλοτε από τη θάλασσα ―που διαπίστωσα ότι λατρεύει―, φτιάχνοντας τα φύκια σε περιδίνηση, τα πολύχρωμα ψάρια και τα υπερβατικά όντα τις γοργόνες σε ελικοειδή κίνηση με έντονες συστροφές της φόρμας αλλά και τους φανταστικούς Δρακόσαυρους, όπως τους ονομάζει, σχεδόν όλα με παραστατική και αφηγηματική διάθεση. Αργότερα πάλι ξεκινώντας από την παρατήρηση του φυσικού περιβάλλοντος έστησε ένα δάσος από κακοποιημένους κορμούς δέντρων, σύμβολα αντοχής και καρτερίας σε ένα αφιλόξενο κόσμο φέρνοντας στην επιφάνεια, χωρίς καμιά επιτήδευση τη ρομαντική της προδιάθεση.

Από τα πρόσφατα έργα της, αυτά που έχει αρχίσει να δουλεύει εδώ και τρία χρόνια, παράλληλα με την πολύχρονη συγγραφική της δραστηριότητα, και που βρίσκονται σε εξέλιξη, αυτό που έχω αποκομίσει βλέποντας το αποτέλεσμα αυτής της πορείας είναι η μεθοδική και ενστικτώδης αφαιρετική διάθεση σε ό,τι αφορά την παράσταση και την αφήγηση, δηλαδή το ρεαλισμό, χωρίς όμως να φτάνει να προδώσει τις βασικές της ιδέες και την παιδεία της στην τέχνη και την τεχνική και να φτάνει στην παντελή αφαίρεση επάνω στα θέματα που επιλέγει, διατηρώντας το καλλιτεχνικό της στίγμα και τον προσωπικό της τρόπο έκφρασης.
Η Μάρω κατορθώνει να δίνει την κατάλληλη λύση στο πλάσιμο της κάθε φόρμας του έργου της, έτσι που να μην διακόπτεται η συνέχεια και η ανταπόκριση στο σύνολο της γλυπτικής μορφής.

Στρέφοντας τη ματιά μας στο όχι πολύ μακρινό παρελθόν της γλυπτικής στους μεγάλους γλύπτες όπως στον Πέβσνερ, τον Αρπ, τον Ισπανό Γκονθάλες, τον Ναούμ Γκάμπο ακόμη και στον Μπρανκούζι με το νεότερο μαθητή του Νογκούτσι Ισάμου βλέπουμε ότι έφτασαν σιγά σιγά στην πλήρη αφαίρεση της παράστασης σκοπεύοντας μόνο στη δημιουργία μιας αυτόνομα αρμονικής και περίοπτης σύνθεσης μέσα στο ζωτικό της χώρο. Μόνο ο Άγγλος Μουρ κρατώντας το αρχέτυπο όραμά του έφτασε τη λιτότητα και απλοποίηση της γλυπτικής του φόρμας μέχρι τα όρια σχεδόν της πλήρους παραμόρφωσης και αφαίρεσης, σταθερά και χωρίς ποτέ να ξεπεράσει τα εικονικά πρότυπα και να παρασυρθεί από τον πειρασμό της αφηρημένης τέχνης.

Επανερχόμενος στη σημερινή δουλειά της Μάρως η οποία πιστεύω πως βρίσκεται ήδη σε ανέλιξη, θυμάμαι πως το ξεκίνημά της ήταν εντελώς τυχαίο όταν παρατηρώντας από διαφορετικές γωνίες και φωτισμούς ένα μικρό κόκαλο, διαπίστωσε πόσο γλυπτικό ενδιαφέρον παρουσίαζαν οι διαβαθμίσεις των τόνων πάνω στις ογκηρές φόρμες και στα κενά του. Κάποια από τα στοιχεία αυτά τα εκμεταλλεύτηκε και τα επεξεργάστηκε χτίζοντας τα σημερινά της έργα, σε άλλη βέβαια κλίμακα, προσθέτοντας ή αφαιρώντας με σύμμαχό της την τόλμη που είναι σημαντικός παράγοντας στη γλυπτική και στην τέχνη γενικότερα, απλοποιώντας, συστρέφοντας ακόμη και παραμορφώνοντας τις φόρμες της με διατεμνόμενες επιφάνειες και νοητούς άξονες έτσι που να μη χάσουν την αρμονία και τη δυναμική τους από όλες τις θεάσεις και τους φωτισμούς, μια δουλειά μπορώ να πω ανεπιφύλακτα δύσκολη και χρονοβόρα.
Στο γενικό της σύνολο η δουλειά αυτή δείχνει πως η Μάρω δεν αρκείται σε μια στατική και μονότονη έκφραση, αλλά ψάχνει να βρει πάντα κάποιες νέες αισθητικές διεξόδους για να μπορέσει να εκφράσει με το υλικό της, που το κατέχει λόγω της πείρας και της αυτογνωσίας που την διακρίνει, τον πλούσιο και ευαίσθητο εαυτό της. Στην πορεία της επίπονης προσπάθειάς της δεν διστάζει κάποιες φορές ακόμη και να καταστρέψει αλλά και να ξαναστήσει ένα έργο της όταν αυτό δεν την ικανοποιεί πλήρως και δεν συναντά το αρχικό της όραμα.

Το χρώμα στα έργα της δεν είναι κάτι καινούργιο μια και το έχει χρησιμοποιήσει στο παρελθόν και σε προηγούμενες δουλειές της, με περισσότερο ζωγραφικό ίσως τρόπο όπως στις γοργόνες και στα ψάρια. Αυτή τη φορά όμως αυτό το ίδιο χρώμα συνεργάζεται επιλεκτικά σαν υφή, ένταση αλλά και λαμπρότητα με διάθεση απλοποίησης και συμμετοχής του στη συγγρότηση του έργου της.

Είναι σίγουρο πως αυτή η δουλειά θα την οδηγήσει σ’ ένα νέο ξεκίνημα για κάτι καινούργιο και ίσως πέρα από τις όποιες αισθητικές της προσδοκίες και ανησυχίες.

 

Γιώργος Γεωργιάδης
Δεκέμβριος 2017

 

For thirty two years I have the privilege to trace the evolving course of Maro’s work. When I first met her I was impressed not only by her works of that time , but from her previous works as well, where there were visible traces of her effort and her inclination to alienate from the traditional and functional ceramics, lending to all of her creations a dynamic spirit, a sculptural approach.

Until then from her work, her means being always a double fired stoneware clay, was lacking a global and prominent intension, since she used for her low reliefs an almost flat perspective, her shapes being geometric, rectangular or circular, in different tones of the same material(colored clays).

The themes of her work were inspired either from her natural environment or by the sea ―which by the way she adores― creating seaweeds in turbulence, colorful fish and surrealistic creatures such as mermaids in an spiral movement, appointed distortions of the forms, and all of them in a narrative and graphic way.

Later on the intense observation of the natural environment led her to create an almost life size forest, the trees being obviously mistreated, as symbols of durability in an unfriendly world. During the same period, exposing the romantic side of herself she created the “dracosaurus” a non existing species of lizards.

From her evolving work during the past three years, aside from her active writing career, I have drawn the conclusion that what we see as a result of this course is the methodical and instictive subtraction of the form, far from anything depictive or narrative in other words realistic,without however betraying her basic principles as far as artistic skillfulness is concerned, thus reaching a complete abstraction of the chosen theme.

Looking back to the near past of the art of sculpture, back to the great masters such as Pevner, Arp, the Spaniard Gonzales, Noam Gambo and even to Brancuzzi with his disciple Nogutzi Isamou we perceive the way in which they reached a total subtraction of depiction of their forms, aiming atan autonomous harmonic and prominent structure, in a given space. Only Henry Moor, while keeping his original vision brought austerity and simplicity in his sculptural forms to the margin of complete distortion and subtraction, without surpassing it.
Maro as she goes on forming each piece achieves the proper solution in order not to interrupt the continuity and the response to the sculptural form as a whole, under any kind of lighting.
Coming back to Maro’s so evolving, difficult and time consuming work, I remember how it began: while observing a small bone from various angles and different lights she realized how sculptural the forms were under the degradations of light on the bulks and the voids and she was tempted, to use and process these elements in a bold, daring way, by adding or detaching, contorting even transforming the forms in a way to preserve their dynamic harmony from whichever angle of lighting they would be viewed.

Maro’s work gives the impression that using a monotonous and still expression are not enough for her to reach her goals. She keeps seeking new aesthetic ways using her experience and her means that she well possesses in order to express her delicate and sensitive self. In the course of her laborious efforts she will not hesitate to destroy and rebuild any work which does not meet her expectations and her original vision.

Color in her work is not something new, since her previews works such as the mermaids and the fish are colored but in a more depictive way. Now, in some pieces of her present works, color itself is incorporated in the work, becoming part of the structure, the intensity and the splendor of each one of them, yet with an obvious effort to indicate a simplified participation in the sculptural composition.

It is obvious that the present work of Maro’s leads to a new beginning, possibly above and beyond her own worries and expectations.

 

Giorgos (George) Georgiadis
December 2017

 

 

* Το άρθρο απηχεί τις απόψεις του συντάκτη του.

The article expresses the views of the author

iPorta.gr