Την 1 Μάρτη 1810, μια μέρα σαν και σήμερα πριν 206 χρόνια, γεννιόταν σ’ ένα χωριό κοντά στην Βαρσοβία ο Φρειδερίκος Σοπέν. Συνθέτης από τους σπουδαιότερους της Ρομαντικής εποχής και βιρτουόζος πιανίστας με τεχνική που δεν είχε όμοια στην γενιά του. Έγραψε κύρια για σόλο πιάνο. Οι καινοτομίες του στο στυλ, την φόρμα και την αρμονία άσκησαν επιρροή και πέρα ακόμα από την ύστερη Ρομαντική εποχή.
Σε ηλικία 21 ετών εγκαταστάθηκε στο Παρίσι και μέχρι τον θάνατό του 18 χρόνια αργότερα έκανε μόνο 30 δημόσιες εμφανίσεις προτιμώντας την οικεία ατμόσφαιρα των σαλονιών.
Από το 1842, ο Σοπέν άρχισε να παρουσιάζει σημεία σοβαρής ασθένειας. Στις 21 Φεβρουαρίου 1842, θα γράψει σ’ έναν φίλο του: “Είμαι υποχρεωμένος να μένω στο κρεβάτι όλη την ημέρα, το στόμα και οι αμυγδαλές μου πονούν φοβερά”.
Λίγο μετά τα μεσάνυχτα στις 17 του Οχτώβρη 1849, ο γιατρός τον ρώτησε αν υποφέρει πολύ. “Όχι πια”, απάντησε. Πέθανε λίγο πριν τις 02.00 το πρωί.
Αν και ο θάνατός του αποδόθηκε σε φυματίωση η ακριβής φύση της ασθένειάς του παραμένει υπό αμφισβήτηση.
Η σχέση του Σοπέν με την όπερα και τις γυναίκες, οι προτιμήσεις του στο ντύσιμο, οι καθημερινές του συνήθειες, τα οικονομικά του, η επίπλωση του δωματίου του, όλα έχουν γίνει αντικείμενο έρευνας και σχολιασμού. Ποιό όμως ήταν το αγαπημένο του φαγητό; Ως συνέπεια της ασθένειας του ο Σοπέν δεν ανεχόταν λιπαρές τροφές. Όλες όμως οι πηγές συμφωνούν πως του άρεσε η παραδοσιακή Πολωνέζικη κουζίνα, με ιδιαίτερη προτίμηση στο zrazy, λεπτές φέτες βοδινό τυλιγμένες σε ρολό και που περιέχουν γέμιση από λαχανικά, μανιτάρια, αυγά, πατάτα. Για την γέμιση υπάρχουν βέβαια πάμπολλες παραλλαγές, όπως πίκλες και μπέηκον.
Τα ρολά συγκρατούνται είτε δένοντάς τα ή με οδοντογλυφίδες. Τηγανίζονται για λίγο σε λάδι κι ύστερα μπαίνουν σε κατσαρόλα με σέλινο, κρεμμύδι και μπαχαρικά και τέλος σκεπάζονται με ζωμό βοδινού. Μαγειρεύονται σε χαμηλή φωτιά.
Το zrazy τρώγεται με την σάλτσα του και γαρνίρεται με σπαράγγια, σίκαλη, ή πατάτα. Αν θέλουμε, περιχύνεται με κρέμα γάλακτος.
* Το άρθρο απηχεί τις απόψεις του συντάκτη του.
The article expresses the views of the author
iPorta.gr