“Λίγο κρασί… λίγο θάλασσα“, Μεζεδοπωλείο,
Ακτή Μιαούλη 42 [Ρόδος],
από τις 16:00 μέχρι και τη 01:00πμ.
Τηλ: 22410-77074.
Ενημέρωση:
το μεζεδοπωλείο “Λίγο κρασί, λίγο θάλασσα” θα λειτουργήσει κανονικά και τις γιορτές καθημερινά από τις 4:00 μμ. Για τα live ενημερώνεστε στο iPorta.gr.
Το μεζεδοπωλείο “Λίγο κρασί, λίγο θάλασσα” σας ευχαριστεί για την υποστήριξή σας και σας εύχεται κάθε Καλό με Υγεία και Χαρά!
Τράβηξε την πρίζα, έπειτα το άρπαξε στην αγκαλιά του, περπάτησε λίγα μέτρα έξω από το σπίτι και μάλλον με ανακούφιση το άφησε δίπλα στα σκουπίδια.
Εκείνο, έτσι αβοήθητο και παγωμένο, έβγαλε μόνο μια ξέπνοη ενοχλητική στριγκλιά, δίχως καθόλου φωνήεντα. Μα κι αυτή την έκαναν κάτι ξεχαρβαλωμένες ολοσκούριαστες βίδες, οι μόνες που πρόλαβαν να διαμαρτυρηθούν για τη βίαιη πτώση στην άσφαλτο.
Σάστισε, για λίγες στιγμές έμεινε μοναχό του, ακόμη δεν είχε καταλάβει ότι είχε τελειώσει οριστικά η καριέρα του, όταν έπεσε πάνω του ο σύντροφος του.
Τα δυο σώματα έμειναν μοναχά τους στο δρόμο, ένιωσαν το τέλος και φοβισμένα πλάγιασαν το ένα πάνω στο άλλο.
– Θυμάσαι; όταν σε έφεραν στο σπίτι, ήμουν ήδη εκεί, γεννούσαμε ζεστασιά, όμως ποτέ δεν μας είχαν σύρει τόσο κοντά! Ήταν το όνειρο μου, αλήθεια λεω, να σε σφίξω στην αγκαλιά μου.
Το σώμα, που είχε ξεστομίσει τα πιο πάνω λόγια, κοκκίνισε από τη ντροπή, έμοιαζε σα να έβγαζε φωτιά, όμως ταπαιζε όλα για όλα και συνέχισε να ψελλίζει:
– Λοιπόν ήταν κάποια Πρωτοχρονιά, μη ρωτήσεις ποια, δεν τοχω με τους αριθμούς, είχαν μεγάλα γλέντια και μας είχαν αναμμένα στο στολισμένο σαλόνι. Μουσική, χορός, τραγούδι.
Μα ναι, θυμάμαι πως τότε οι σπιτονοικοκυραίοι ζούσαν όλοι και πάλευαν μάταια να χορτάσουν με τα μάτια. Κάτι έγινε και με έσπρωξαν πάνω σου, από τότε έγινες η εμμονή μου!
Πέρασαν αμέτρητες γιορτές, που κάθε φορά έμοιαζαν περισσότερο μεταξύ τους κι όμως όλες ήταν εντελώς διαφορετικές, όλο και πιο σιωπηλές και ξένες. Τα δυο σώματα έπρεπε πάντοτε να βάζουν τα δυνατά τους, να ζεσταίνουν τα όλο και πιο υγρά δωμάτια, να προσφέρουν θαλπωρή, μια ευχαρίστηση στα γέρικα στεγνά κορμιά.
– Όλα τα θυμάμαι, είναι γραμμένα πάνω στα σίδερα μου!
Πετάχτηκε το δεύτερο σώμα κι έτσι αγκαλιασμένα συνέχισαν να διηγούνται ξεχασμένες ιστορίες.
Έρωτες, αρραβώνες, γάμοι, κηδείες, ένα σωρό μεγάλες ή μικρές ανθρώπινες στιγμές, φωνές, μα πιο πολλές σιωπές, που δέθηκαν πάνω στη δική τους στιγμαία φλόγα.
Η διαδρομή τους είχε τελειώσει, παραγέρασαν, είχαν ελάχιστες δυνάμεις να αποκάψουν και τις σπαταλούσαν στον ανέσπερο μυστικό τους έρωτα.
– έλα πιο κοντά, λίγο πιο κοντά, δεν υπάρχει τίποτε να φοβηθείς, δεν έχω τίποτε πια να κάψω, μα ούτε κι εσύ μπορείς να ανάψεις!
Έτσι κούρνιασαν, το ένα σώμα γερμένο στο άλλο, έμειναν να χαζεύουν την Πρωτοχρονιάτικη γιορτινή πόλη, τα αμέτρητα μικρά φωτάκια, έμοιαζαν με αστέρια από ξένους γαλαξίες, φώτιζαν τα δυο παγωμένα σώματα.
Οι σκοτεινές ανθρώπινες σκιές δεν τους έδιναν καμιά σημασία, μα ούτε οι πεινασμένες περαστικές γάτες τους ενοχλούσαν, τα σώματα είχαν ξεκινήσει το ταξίδι, βάλθηκαν να καμώνονται όνειρα πως δήθεν βράζουν, καίγονται μέσα στο πιο ξέφρενο γιορτινό γλέντι.
* Το άρθρο απηχεί τις απόψεις του συντάκτη του.
The article expresses the views of the author
iPorta.gr