Κινούμενος χρόνια μεταξύ δημοσίου και ιδιωτικού χρήματος, θωρακισμένος με την πανοπλία του ισχυρού κόμματος και των υψηλών γνωριμιών, εξιστορεί παντού το τωρινό δράμα του με τους υπέρογκους φόρους, τον ΕΝΦΙΑ και τις ανύπαρκτες δουλειές (έχοντας δίκιο φυσικά). Με καθυστέρηση στις δόσεις για το στεγαστικό δάνειο για σπίτι που κόστισε κοντά στο μισό εκατομμύριο ευρώ, με επιχειρηματικό άνοιγμα τεράστιο και με δυο τρεις πιστωτικές κάρτες να έχουν πάει στα ύψη, νιώθει οτι όχι μόνο δεν θα ξεχρεώσει αλλά και ότι δεν θα ”ανασάνει” ξανά.
Μετανιωμένος που δεν ”υπηρετεί” τα κοινά από κάποια θέση στην αυτοδιοίκηση (σκέφτεται ότι ίσως και να μπορούσε να γίνει πχ. και βουλευτής – με τόσα χρόνια ”ένσημα” στο κόμμα), βρίζει τους πάντες και τα πάντα στην πολιτική. Έχει φυσικά άποψη για όλα τα δεινά της χώρας, για όλα όσα δεν έγιναν απο τους ανίκανους, όπως τους λέει (πρώην ομοϊδεάτες του οι περισσότεροι) στην πόλη και στον νομό του. Είτε στο καφενείο είτε στο facebook καταθέτει την δική του ”αλήθεια” για τα δρώμενα, υποδεικνύοντας πάντα τους άλλους ως υπαίτιους της σπατάλης, της διαφθοράς, της αδράνειας.
Δεν σκέφτηκε ποτέ (στις καλές εποχές εννοώ) ότι το επάγγελμα του, είτε το σπούδασε είτε όχι, ίσως μια μέρα να μην του επέτρεπε να συντηρεί δυο παιδιά με σπουδές στο εξωτερικό, σπίτι πολυτελές, ακριβό αμάξι μεγάλου κυβισμού, διακοπές σε κοσμοπολίτικα μέρη. Δεν σκέφτηκε οτι άνθρωποι με διδακτορικά και καριέρα δεν μπόρεσαν να αποκτήσουν τόσα πολλά σε τόσο γρήγορο διάστημα. Δεν λογάριασε ποτέ ότι ίσως τα ”επιχειρηματικά” του ανοίγματα να ήταν δυσανάλογα του μεγέθους του. Εξ άλλου ένιωθε ισχυρός businessman (κάτι που το μπέρδευε με τον όρο πλούσιος) την ώρα που στο τραπεζικό κατάστημα ο διευθυντής απλόχερα του άνοιγε τους κρουνούς του χρήματος.
Νόμιζε ότι επειδή έβγαιναν εύκολα δάνεια θα έβγαιναν εύκολα και μόνιμα τα κέρδη. Ξεχνούσε οτι έπρεπε να γυρίσει πίσω μια μέρα τα δανεικά, πέραν της απόδοσης των χρημάτων που νοερά έπλασε (εξ άλλου στους υπολογισμούς του οι τόκοι ήταν χαμηλοί λόγω ευρώ), οπότε αγόρασε και το καινούργιο μοντέλο αυτοκινήτου που είχε ο ξάδελφος με το μαγαζί απέναντι.
Μπέρδεψε τα λεφτά με το υποθηκευμένο σε ιδρώτα χρήμα. Πίστευε ότι το μυαλό του θα γεννάει συμφωνίες και έργα συνεχώς, τόσους γνωστούς είχε άλλωστε. Ποτέ δεν αναρωτήθηκε τι θα γίνει αν κάποτε το ”κοινό ταμείο” (αυτό το φαντασιακό δημιούργημα χιλιάδων νεοέλληνων) ίσως και να αδειάσει. Ούτε και αναρωτήθηκε μήπως χάσουν την ισχύ τους κάποιες ενδεχόμενες απατηλές γνωριμίες: πάντα μυθοποιούσε τους ”απο πάνω” στο κόμμα, στην αυτοδιοίκηση, στο Δημόσιο. Σήμερα τους αναθεματίζει αφού πρώτα φρόντισε επί πολλά χρόνια να τρέξει για να τους μαζέψει σταυρούς. Προφανώς μετάνιωσε κιόλας που τώρα δεν κατέχει ένα απο τα πόστα τους.
Μην μου πείτε ότι δεν γνωρίζετε στον περίγυρο σας έστω και έναν τέτοιο άνθρωπο. Μην μου πείτε ότι δεν έχετε ακούσει για το δράμα του. Μην πάτε μακριά: κάντε μια βόλτα στο χωριό σας και δείτε την πολυτέλεια των κατοικιών που μοιάζουν σαν να ανήκουν σε μεγαλοεπιχειρηματίες και όχι σε απλούς μαγαζάτορες ή σε βιοπαλαιστές ελεύθερους επαγγελματίες. Η καταστροφή των τελευταίων ετών, η ληστρική επιδρομή φόρων και εισφορών, τα εγκλήματα των πολιτικών που μας κυβέρνησαν στην μεταπολίτευση και φέσωσαν μεχρι και δυο γενιές τους Έλληνες, δεν παραγράφουν τον μύθο της δήθεν πολυπληθούς και ισχυρής μεσαίας τάξης.
Nεόπλουτοι ημιμαθείς που με μικρομεσαίες επιχειρήσεις άνευ καινοτομίας και προοπτικής, με ADδανεισμό (και κάποιοι εξ αυτών με υπερτιμολογημένες επιδοτήσεις) συντηρούσαν ένα υψηλό βιοτικό επίπεδο και ταυτόχρονα έθρεφαν μια παρασιτική μή ανταγωνιστική οικονομία που σήμερα τιμωρεί και τους νοικοκυραίους. Αυτοί που υπερδανείστηκαν είναι η αιτία που δεν δανείζει σήμερα το τραπεζικό σύστημα τους φερέγγυους χωρίς χρέη επαγγελματίες, τώρα που υπάρχουν ευκαιρίες παντού.
Με όσα έγραψα δεν αναφέρομαι φυσικά στην πραγματική μεσαία τάξη, στους υγιείς ελεύθερους και επαγγελματίες που δεν ανοίχτηκαν και δεν κυνηγούσαν την αρπαχτή, σε όσους δανείστηκαν ελάχιστα ή καθόλου και ίδρωσαν για να αφήσουν κεραμίδι στα παιδιά τους και λεφτά για τις σπουδές τους. Αυτοί είναι οι κλασικοί νοικοκυραίοι που πιάνουν απο νωρίς μολύβι και χαρτί, που ξέρουν ότι για να φτιάξεις περιουσία χρειάζεται μόχθος, ιδρώτας, αγώνας.
Ως ”μυθική τάξη” ονομάζω εκείνο το μέρος της ελληνικής κοινωνίας που προόδευσε εικονικά, που απέκτησε εισοδήματα μέσω του κρατικοδίαιτου οικονομικού μοντέλου, μέσω του κόμματος και της πρόσβασης στις δημόσιες δομές χρηματοδότησης. Αναφέρομαι σε εκείνους τους νεόπλουτους που χωρίς ιδιαίτερες σπουδές και ταλέντο η τύχη τους βοήθησε για κάποια χρόνια και βρέθηκαν στην κατάλληλη θέση την κατάλληλη στιγμή, έστω επειδή άνοιξαν ένα μαγαζί ή έστησαν μια καλή μπίζνα (την οποία φυσικά δεν θεώρησαν οτι μπορεί και να είχε ημερομηνία λήξεως) και μπορούσαν να καταναλώνουν αγαθά και υπηρεσίες όπως και οι παραδοσιακοί έχοντες και κατέχοντες. Αυτός ήταν και ο στόχος τους, αυτός ήταν ο υποσυνείδητος σκοπός τους: να νιώσουν οτι ανήκουν στην ανώτερη τάξη, εκείνη την αστική τάξη που ουσιαστικά δεν υπήρχε ποτέ (σημ:πρόκειται για την μεγάλη έλλειψη της σύγχρονης νεοελληνικής πραγματικότητας).
Μια εικονική και πρόσκαιρη ανοδική κοινωνική κινητικότητα πολλών ετών ”συγχώνευε” υψηλόμισθους δημοσίους υπαλλήλους με ατομικούς επιχειρηματίες, εξομοίωνε καριέρες επιστημόνων με επιχειρηματικά άλματα στο κενό. Την ίδια ώρα που υπογείως δούλευε η μόνιμη δυναμική της επαναφοράς στην αδυσώπητη πραγματικότητα των ανισοτήτων.
Και όλα αυτά σε μια χώρα που ”έκρυβε” αυτές τις ανισότητες κατω απο το χαλί της κατανάλωσης. Μια χώρα που δεν υπήρχε περίπτωση να μην απογυμνωθεί στην κοινή θέα της ευρωπαικής της συγκατοίκησης,αφού εισήλθε απότομα στην βίαιη παγκοσμιοποίηση και στην απροσδιόριστη επικράτεια της μανιακής υπερσυσσώρευσης του χρηματοπιστωτικού κεφαλαίου.
Απωθούμε διαρκώς τον μύθο μιας πολύ μεγάλης μεσαίας τάξης είτε αναφερόμενοι στο σπάταλο Δημόσιο είτε ονομάζοντας κάποιους άλλους ως μοναδικούς υπαίτιους των δεινών της χώρας. Και όμως : η νεοελληνική κοινωνία της μεταπολίτευσης δεν είχε γίνει ποτέ, σε επίπεδο
εισοδηματικής διαστρωμάτωσης, ένα στέρεο βαρέλι με μικρό πάτο (λίγους φτωχούς δηλαδή), με μεγάλο στόμιο στην κορυφή (κάποιους αρκετούς πλούσιους) και διογκωμένη την απόσταση μεταξύ τους (οι πολλοί ως μεσαία τάξη). Μάλλον το σχήμα ήταν πάντα σαν αυτό της κλασικής πυραμίδας, όπως αυτή που απεικονίζει τις κοινωνίες σε όλη την προηγμένη Δύση και μας θυμίζει την σκληρή πραγματικότητα της μόνιμης καθοδικής τάσης των πολλών -απο το μέσο επίπεδο προς την όλο και πιο διευρυμένη της βάση.
* Το άρθρο απηχεί τις απόψεις του συντάκτη του.
The article expresses the views of the author
iPorta.gr