iporta.gr

Ένας αναρχικός πρίγκιπας, της Δήμητρας Παπαναστασοπούλου

Δήμητρα Παπαναστασοπούλου

ΠΙΟΤΡ ΑΛΕΞΕΓΙΕΒΙΤΣ ΚΡΟΠΟΤΚΙΝ (1842-1921)

Ο λόγος για έναν από τους πρώτους θεωρητικούς του αναρχοκομμουνισμού- ένα ξέσπασμα της φύσης, αφού εναντιώθηκε σε όλα όσα πρέσβευε η κοινωνική του τάξη.

Γεννήθηκε στη Μόσχα και ανήκε στο δεύτερο υψηλότερο επίπεδο της ρωσικής αριστοκρατίας. Ο πατέρας του Αλεξέι Πέτροβιτς Κροπότκιν ήταν πρίγκιπας του Σμόλενσκ με καταγωγή από τη δυναστεία των Ρούρικ, η οποία είχε κυβερνήσει τη Ρωσία πριν εμφανιστούν οι Ρωμανόφ και η μητέρα του κόρη στρατηγού.

Είχε την αρμόζουσα στρατιωτική εκπαίδευση στο επίλεκτο σώμα των ακολούθων στην Αγία Πετρούπολη, ένα προνόμιο που το είχαν μόνον 150 παιδιά της αριστοκρατίας.

Στην Αγία Πετρούπολη κατάφερε να μελετήσει όσα τον ενδιέφεραν, δίνοντας περισσότερη σημασία στους Γάλλους εγκυκλοπαιδιστές και στην γαλλική ιστορία και να γνωρίσει την νέα επαναστατική λογοτεχνία που εξέφραζε τις σκέψεις του. Το 1866 άρχισε να μελετά τα έργα του Γάλλου αναρχικού Πιέρ Ζόζεφ Προυντόν, καθώς και άλλων πολιτικά σκεπτόμενων όπως ο Τζων Στιούαρτ Μίλλ και ο Αλεξάντερ Χέρτσεν, καταλήγοντας να θεωρήσει και τον εαυτό του αναρχικό.

Το 1867 αποφάσισε να αφήσει τα στρατιωτικά του καθήκοντα, επέστρεψε στην Αγία Πετρούπολη και μπήκε στο Πανεπιστήμιο για να σπουδάσει μαθηματικά, έχοντας συγχρόνως τη θέση του Γραμματέα της Ρωσικής Γεωγραφικής Εταιρίας.

Η απόφασή του να εγκαταλείψει τον στρατό, και επομένως την οικογενειακή παράδοση, είχε σαν αποτέλεσμα να τον αποκληρώσει ο πατέρας του, αφήνοντάς τον ουσιαστικά χωρίς πόρους- έναν άφραγκο πρίγκιπα.

Η Εταιρία τον έστειλε στην Φιλανδία και τη Σουηδία να ερευνήσει τα παγόβουνα και στη συνέχεια ο Κροπότκιν δημοσίευσε μια σημαντική επιστημονική μελέτη, στην οποία αποδείκνυε τα σφάλματα των προηγουμένων χαρτών. Είχε πάρει, όμως, την απόφαση να μην ασχοληθεί με την επιστήμη, αλλά να αφοσιωθεί στη γνώση της ύπαρξης διαφορών ανάμεσα στις διάφορες κοινωνικές τάξεις.

Έτσι, παραιτήθηκε από τη θέση του γραμματέα της Ρωσικής Γεωγραφικής Εταιρίας (1872) και εγκατέλειψε τα προνόμια και τη Ρωσία, για να ζήσει για λίγο στην Αγγλία και στη συνέχεια στην Ελβετία, όπου γράφτηκε στην Γιουρα Φεντερέησον. Το 1877 πήγε στη Γαλλία, όπου βοήθησε στο στην δημιουργία του Σοσιαλιστικού Κινήματος. Ένα χρόνο αργότερα επέστρεψε στην Ελβετία, όπου εξέδωσε την εφημερίδα «La Revolte» και δημοσίευσε πολλά επαναστατικά φυλλάδια. Το 1881, μετά την δολοφονία του Τσάρου Αλέξανδρου Β΄, αναγκάστηκε να εγκαταλείψει την Ελβετία και να καταφύγει στο Λονδίνο, όπου παρακολούθησε το Αναρχικό Συνέδριο τον Ιούλιο της ίδιας χρονιάς, ενώ έδωσε μια σειρά ομιλιών σε διάφορα κλάμπ σοσιαλιστών.

Πηγαίνοντας εκ νέου στη Γαλλία συνελλήφθη δικάστηκε στην Λυών και φυλακίστηκε για πέντε χρόνια, βάσει ενός νέου νόμου, για την αναρχική του δράση. Όταν αποφυλακίστηκε (1886) πήγε πίσω στην Αγγλία, ίδρυσε με τον Ουίλσον μια αναρχική εφημερίδα (The Freedom Press- η οποία εξακολουθεί να υπάρχει), εγκαταστάθηκε κοντά στο Λονδίνο-αλλάζοντας αρκετά σπίτια- και ανέπτυξε φιλία με σημαντικούς ανθρώπους.

Επέστρεψε στη Ρωσία τον Ιούνιο του 1917, λίγους μήνες μετά την Επανάσταση του Φεβρουαρίου και πριν την επανάσταση του Οκτωβρίου. Ο Αλεξάντερ Κερένσκυ και ένα πλήθος 60.000 ανθρώπων τον υποδέχτηκαν με χαρά και τιμές. Ο Κερένσκυ του πρότεινε λίγους μήνες αργότερα τη θέση του Υπουργού Παιδείας, αλλά ο Κροπότκιν δεν την δέχτηκε, με το σκεπτικό ότι μια τέτοια ενέργεια θα παραβίαζε τις αναρχικές του αρχές. Είχε ενθουσιαστεί με τη νέα τάξη πραγμάτων στην αρχή, για να ασκήσει δριμύτατη κριτική στη συνέχεια, στέλνοντας μακροσκελείς επιστολές στον Λένιν.

Στα μέσα Ιανουαρίου του 1921 ένα κρυολόγημα εξελίχθηκε σε πνευμονία και τελικά τον έστειλε στον τάφο τον επόμενο μήνα. Η κηδεία του ήταν και η τελευταία μαζική συγκέντρωση των αναρχικών στη Ρωσία, η τελευταία παρουσία της μαύρης σημαίας τους.

Έζησε σύμφωνα με τους υψηλούς ηθικούς στόχους του, σε έναν άριστο συνδυασμό διανόησης και δράσης. Δεν υπήρξε εγωπαθής, διπρόσωπος, ούτε επέδειξε πάθος για την εξουσία- κάτι που έβλαψε πολύ την εικόνα πολλών μεταγενέστερεων επαναστατών.