Ζαλωμένη με ένα δεμάτι βέργες από το αμπέλι που κάηκε το καλοκαίρι, γύρισε στο σπίτι σχετικά νωρίς.
Έπρεπε, λέει, να ταΐσει τις γάτες της που όλη τη μέρα γύριζαν στα χωράφια απολαμβάνοντας τη Φθινοπωρινή λιακάδα και να ανάψει για μιά, δυό το πολύ ώρες, όχι παραπάνω, το καλοριφέρ.
Πάνε βδομάδες τώρα που έχει να επικοινωνήσει με κείνο το παιδί στην πόλη και ο καημός της τη μαραζώνει.
Τα κυδώνια και τα ρόδια φέτος τα μάζεψε σχετικά νωρίς και πρέπει να του στείλει. Της χάρισαν κι ένα μέλι, κι αυτό πρέπει να του το στείλει. Και χυλοπίτες. Και λωτούς θα του στείλει, δε χαλάνε οι λωτοί όσες μέρες και να μείνουν στο δρόμο. Θα του τα στείλει με το ταχυδρομείο, ένα ευρώ και δέκα λεπτά το κιλό είναι τα μεταφορικά. Ίσα με πέντε έξι κιλά, όχι παραπάνω.
Σβήνει το καλοριφέρ, πλαγιάζει στο κρεβάτι και σκέφτεται πού να βρει ένα ανθεκτικό χάρτινο κουτί για να τα χωράει όλα αυτά.
Ο γιατρός της είπε ότι επείγει ο βηματοδότης, η έλλειψη σιδήρου της είναι δυό φορές κάτω από το κανονικό, το ζάχαρο τραβάει την ανηφόρα ανεξέλεγκτο. Τα δάχτυλα της από τα αρθριτικά είναι παραμορφωμένα κι έχουν αλλάξει κατεύθυνση λες κι έκανε επί χρόνια τον τροχονόμο.
Μα, καθόλου δεν την νοιάζουν αυτά. Έγνοια της είναι εκείνο το παιδί που μένει στην πόλη και η χρόνια μοναξιά της που είναι υπερήλικη. Η μοναξιά της. Όχι αυτή.
* Το άρθρο απηχεί τις απόψεις του συντάκτη του.
The article expresses the views of the author
iPorta.gr