iporta.gr

Ευτοπίες (ΙΙ): Η «γενεά Ζ» και η ευτοπία του δημοκρατικού πολίτη, του Γιώργη Χαγιά

 

 

 

* Ο Γιώργης Χαγιάς είναι υποψήφιος Διδάκτωρ Εξ.Πολιτικής στο Πανεπιστήμιο Μακεδονίας 

 

 

 

 

 

Στην προηγούμενη ευτοπία αναψηλαφήσαμε τις δυνατότητες του αδιαμεσολάβητου κοινωνικού πράττειν, μιας ζωής για την οποία είμαστε εμείς οι κύριοι υπεύθυνοι, οι άμεσοι διαχειριστές της. Τώρα θα επιχειρήσουμε να ιχνηλατήσουμε, με αρκετό σπεκουλάρισμα είν’ η αλήθεια, τις δυνατότητες αυτές εντός του βεληνεκούς της «γενεάς Ζ» αλλά και των επερχόμενων γενεών.

 

 

Generation Z

 

 

Μάστορες στα gadgets και στις λεγόμενες νέες τεχνολογίες, κατέχουν οποιαδήποτε έξυπνη συσκευή, με τον παγκόσμιο ιστό δεύτερη φύση τους, είναι πιο ανεκτικοί στη διαφορετικότητα, πιο φιλικοί προς το περιβάλλον, με περισσότερες επιλογές ζωής, αλλά και μεγαλύτερη σύγχυση στη διάκριση αυτών των επιλογών. Γεννήθηκαν στο κλείσιμο του 20ου αιώνα και είναι έφηβοι ή άρτι ενηλικιωθέντες νέοι. Ακολουθώντας την κατηγοριοποίηση ανά γενεά, κατατάσσονται στη «generation Ζ», η οποία διαδέχεται τις «Χ» (1965-1979), και «Υ» (1980-1994). Αυτή γενεά Ζ καλείται να διαχειριστεί, μεταξύ άλλων, και τις θεσμικές αποτυχίες των baby boomers, της πρώτης μεταπολεμικής γενεάς που στη χώρα ετούτη ειδικότερα εξέθρεψε και τον περιώνυμο μεταπολιτευτικό ανθρωπολογικό τύπο. Η «Ζ» είναι μάλιστα η τελευταία που έγινε μάρτυρας της κλάσης του ειδώλου της μεταπολίτευσης, αφού η επόμενη γενεά «Alpha» (εξάντληση της λατινικής αλφαβήτου, συνεπώς έναρξη από την ελληνική) θα είναι η πρώτη χωρίς άμεση αισθητική αντίληψη και βίωμα της ελληνικής κρίσης του 2010. Η «Alpha» ξεκινά χονδρικά από το 2009 και μετά.

 

Οι «Ζ» αποκαλούνται και screenagers, εγκλωβισμένοι γαρ στις οθόνες των έξυπνων συσκευών. Είναι η i-Gen, η γενιά του i-phone, του i-pad, του i-world εν γένει, ενός Εγώκοσμου, μίας ατομικής σφαίρας αφιστάμενης της δημόσιας, που φιλοσοφικά θα λέγαμε ότι προσιδιάζει περισσότερο στο επικούρειο «λάθε βιώσας». Έχουν στα χέρια τους όμως το υπερόπλο που λέγεται διαδίκτυο, πιο αποτελεσματικό ακόμα και από τα πυρηνικά όπλα, αφού μπορεί να οδηγήσει σε επαναστάσεις και να ρίξει κυβερνήσεις. Εξασφαλίζει αυτοχρονία και μαζικότητα, εκμηδενίζοντας τους περιορισμούς του χωροχρόνου και παρέχει προσβασιμότητα σε κάθε είδους πληροφορία. Γι’ αυτό και μπορεί να λειτουργήσει ως ιδιότυπο δημοκρατικό μέσο. Ως δημόσιος χώρος, ανήκων δηλαδή σε όλους, είναι ανοιχτός στη συμμετοχή όλων. Οι πλατφόρμες κοινωνικής δικτύωσης και η μπλογκόσφαιρα προσφέρονται ως βήματα πολυθεματικού διαλόγου και ενημέρωσης. Συγκεντρώνουν όλα εκείνα τα στοιχεία της ανοιχτής διαβούλευσης, χωρίς να απαιτείται η φυσική παρουσία σε κοινό χώρο, διευκολύνοντας έτσι τη μαζική συμμετοχή. Ποτέ στην ιστορία το «τίς αγορεύειν βούλεται» δεν απέκτησε τέτοια δυνατότητα.

 

Το διαδίκτυο όμως δεν παύει να είναι στην ουσία του ένα μέσο και ως μέσο μπορεί να χρησιμοποιηθεί με ευβουλία ή με κακοβουλία. Μπορεί να εκφράσει ανοιχτά δημοκρατικά μυαλά, αλλά και να προπαγανδίσει τις θέσεις του φανατικού φονταμενταλιστή. Η υπερβολή ή η έλλειψη είναι και εδώ επιζήμιες. Η διερώτηση για την εγκυρότητα και τη σκοπιμότητα της πληροφορίας που αναπαράγουμε πρέπει να είναι ατελεύτητη. Έτι περισσότερο, οι «πεφωτισμένες» ελίτ και οι πόλοι ισχύος θέλουν να ελέγχουν τόσο το περιεχόμενο της πληροφορίας όσο και τη χρήση της από την ιδιωτική σφαίρα. Απεχθάνονται τη λογοδοσία, βασικό πυλώνα της δημοκρατίας, και δεν θέλουν και πολύ για να νομοθετήσουν το newspeak, και την τιμωρία του thoughtcrime. Αυτές οι τελευταίες σκηνές της Οργουελιανής δυστοπίας του «1984», δεν απέχουν πολύ από τις αποκαλύψεις των σκανδάλων παρακολούθησης πολιτών από τις υπηρεσίες ασφαλείας και πληροφοριών. Σε αυτήν την περίπτωση, το χρειώδες για την ευτοπία του δημοκρατικού πολίτη αγγίζει τα όρια τους ουτοπίας, αλλά παραμένει αυτό ακριβώς, χρειώδες, ήτοι ακόμα πιο αναγκαίο να γίνει. Και σαν να μην έφτανε ο Μεγάλος Αδελφός, και πάντα εντός του πνεύματος των καιρών (zeitgeist), η τεχνοκρατία και ο υλισμός εξυπηρετούνται από τη μεθοδευμένη περιθωριοποίηση των ανθρωπιστικών σπουδών. Η τεχνολογική εμμονή και ο οικονομισμός των MBAs, προσανατολισμένα στις επιταγές των αγορών, τείνουν να επικαλύψουν την κλασική παιδεία. Προφανώς και τα Ηθικά Νικομάχεια δεν βοηθούν στην κερδοσκοπία και στην ανεξέλεγκτη διακυβέρνηση, και όταν πάλι διδάσκονται γίνονται για ξεπέτα και μόνο.

 

Κατάσταση και διαδικασία

Η βιωματική εμπειρία της εικονοκλασίας του Πολιτικού των πατεράδων τους θέτει τη «Ζ» ως τη μεταβατική γενεά, αυτήν που θα επινοήσει ή θα νοηματοδοτήσει έναν νέο τύπο Πολιτικού. Αυτό που κληροδοτήθηκε σε αυτούς ήταν η βλέψη της πολιτικής εντός και δια του κόμματος. Το κόμμα, ως κομμάτι, απόκομμα, μέρος της ολότητας που συνιστά η πολιτική, εξαντλείται στη συνήθη πολιτική κοινωνικοποίηση των μηχανισμών, του λεγόμενου «κομματικού σωλήνα», και οδηγεί στη μονοδιάστατη κοσμοθεώρηση, λες και μία θεωρία μπορεί να εξηγήσει το ασύλληπτο από θεωρίες ανθρώπινο φαινόμενο. Οι κομματικοί «γενίτσαροι» και δημαγωγοί αναρριχώνται σαν κομήτες στην εξουσία και καταλαμβάνουν κρατικούς μηχανισμούς για να διαχειριστούν το δημόσιο χρήμα και να περιχαρακώσουν γραφειοκρατικά την πολιτική δραστηριότητα για όσο διαρκεί ο πολιτικός τους χρόνος. Η κατάσταση αυτή πνέει τα λοίσθια και έχει εκκινήσει μία σιωπηλή διαδικασία υπέρβασής της, χωρίς όμως να είναι ορατή η θετική της έκβαση. Οι γραφειοκρατικές ελίτ και τα κάθε λογής politburo άλλωστε, θα πουλήσουν πολύ ακριβά το τομάρι τους.

 

Συνέχεια και ρήξη

Ο επερχόμενος τύπος πολίτη για να είναι δημοκρατικός πρέπει να κοινωνικοποιηθεί στην αξιοσύνη, στην ελευθερία, στην άμεση συμμετοχή στα κοινά ως πολίτης, και όχι ως κομματικός ψηφοφόρος, απαραίτητος μία φορά κάθε τέσσερα χρόνια, και αγκάθι καθημερινό για τέσσερα χρόνια. Με καθολική παίδευση στον ανθρωπισμό και την πολιτική αρετή, τη φρόνηση, θα είναι ικανός να κυβερνήσει όταν έρθει η σειρά του. Γιατί; Μα, γιατί όντως θα έρθει η σειρά του να μιλήσει, να λάβει απόφαση, από τη στιγμή που θα έχει θεσμίσει ο ίδιος τη συμμετοχή του στη λήψη των αποφάσεων ως προαπαιτούμενο της πολιτικής οργάνωσης του δημόσιου χώρου. Ενός δημόσιου χώρου που καθίσταται εύκολα προσπελάσιμος χάρη στην τεχνολογία και πιθανώς ευκολότερα ελέγξιμος ως προς την πλήρωση κριτηρίων διαφάνειας και αποτελεσματικότητας. Από τεχνική βέβαια άποψη, διότι το πρόταγμα της διαφάνειας το θέτει η ανθρώπινη συνείδηση και όχι ο μικροεπεξεργαστής σιλικόνης.

 

Μεταξύ γενεών υπάρχει προφανώς συνέχεια. Για τον ριζικό μετασχηματισμό όμως μιας μη ακμάζουσας κοινωνίας αναγκαία είναι η ρήξη ως προς το θεσμικό πρότυπο. Στην περίπτωση της θεσμικής αυτής ρήξης το παρωχημένο κομματικό διαμεσολαβητικό πρότυπο αντικαθίσταται από τον νέο θεσμό της υπεύθυνης, ισότιμης (ισηγορία, παρρησία) και αδιαμεσολάβητης συμμετοχής στις αποφάσεις του τόπου. Αυτή η συμμετοχή δεν είναι μόνο δικαίωμα αλλά και υποχρέωση του δημοκρατικού πολίτη. Και κυρίως είναι τιμή του. Εδώ και αν βρίσκει διέξοδο η φιλοτιμία. Συνεπώς, είναι α-νόητη, χωρίς νόημα δηλαδή, η ανταμοιβή για τη συμμετοχή στα κοινά, πολλώ δε μάλλον η σύνταξη. Η τιμή, τις έχει υποσκελίσει—ο φόβος και ο τρόμος για τον σημερινό επαγγελματία πολιτικό. Η γενεά τροφός της «Alpha», δηλαδή η «Χ», των σημερινών δηλαδή τριανταπεντάρηδων, έχει τη μεγάλη ευθύνη να προετοιμάσει τη θεσμική ρήξη, κοινωνικοποιώντας τα παιδιά της στο νέο αυτό αξιακό σύστημα.

 

Ιερεμιάδα και θετικός αυτοπροσδιορισμός

Με το να ξιφουλκεί μονομερώς κατά των πάντων και να αυτοπροσδιορίζεται αρνητικά έναντι των άλλων γενεών, καμία γενεά δεν έκανε ρήξεις. Μόνον όταν αυτοπροσδιορίζεται και αυτο-διαχειρίζεται θετικά και δημιουργικά, εμφορείται από διανοητικές και ηθικές αρετές, και είναι ανοιχτή, μπορεί μια γενεά να κάνει τη διαφορά. Με ευωχία και outsourcing ευθυνών—βλ. «Ευτοπίες (Ι)»—η ευτοπία του δημοκρατικού πολίτη απομακρύνεται, η δυστοπία του ατάραχου ιδιώτη έρχεται. Η κρίση (2010-…) ως συμβάν και ως διαδικασία επιτάσσει και την κρίση (κρίνειν) του αποφασίζοντος, την ορθή συλλογική και διαβεβουλευμένη κρίση, την ευθυκρισία, ώστε να έχει έρεισμα πραγματικό το περιλάλητο «κάναμε την κρίση ευκαιρία».