iporta.gr

Διαπραγμάτευση χωρίς ευθύνη, του Τάσου Τέλλογλου

 

* Ο Τάσος Τέλλογλου είναι δημοσιογράφος

 

 Τον Αύγουστο του 2012, όταν ο τότε πρωθυπουργός, Αντώνης Σαμαράς, πήγε στο Βερολίνο για να διαπραγματευθεί με την Άνγκελα Μέρκελ, είχε δύο δρόμους. Ή να διευκολύνει τον Σόιμπλε και άλλους που έλεγαν ότι η Ελλάδα είναι καλύτερα να εγκαταλείψει το κοινό νόμισμα ή να διαπραγματευθεί ένα πρόγραμμα μεταρρυθμίσεων. Όχι δικό του -επειδή η Ελλάδα δεν έχει κράτος-, αλλά ένα τμήμα του υπάρχοντος προγράμματος.

 

Υποσχέθηκε στη Μέρκελ ότι θα εξέταζε τι είχε υλοποιηθεί και τι όχι και πάνω σε εκείνο που δεν είχε υλοποιηθεί, θα προχωρούσε η διαπραγμάτευση. Όταν ζήτησε απο τα υπουργεία να του φέρουν το μη υλοποιημένο μέρος του προγράμματος, οι απαντήσεις που συγκεντρώθηκαν έδειχναν ότι το 60% του προγράμματος είχε υλοποιηθεί. Ο Σαμαράς ζήτησε να υπάρξει και ένας δεύτερος έλεγχος στις απαντήσεις των υπουργείων με μία ομάδα υπό τον Στ. Παπασταύρου, ο οποίος γρήγορα διαπίστωσε ότι είχε υλοποιηθεί μόλις το 8% του καταλόγου. Πάνω εκεί άρχισε η διαπραγμάτευση.

 

Όταν βγήκε ο Αλέξης Τσίπρας, η χορογραφία ήταν λίγο-πολύ η ίδια. Μετά την εκλογή Σαμαρά το 2012, είχε ηρθε ο, πιο φιλικός στον τότε Έλληνα πρωθυπουργό, Μπαρόζο· τώρα τη δουλειά αυτή ανέλαβε ο σοσιαλδημοκράτης Μάρτιν Σουλτς. Ο Σουλτς ήρθε με ψευδαισθήσεις για τον νέο πρωθυπουργό στην Αθήνα και πίστευε ότι θα μπορούσε να κάνει ό,τι και ο Μπαρόζο. Γρήγορα διαψεύσθηκε. Το πρόβλημα εδώ ήταν πιο σύνθετο: Ο Τσίπρας «κουβαλούσε» μια κουλτούρα ενός άλλου κόσμου (που ακόμα πιστεύει ότι είναι εφικτός). Ο Σουλτς είπε τότε: «Δεν πρέπει να κάνουμε τον Τσίπρα ήρωα, αλλά ούτε και θύμα». Με απλές κουβέντες, ο Τσίπρας θα έπρεπε να κριθεί από τις δικές του δεσμεύσεις. Αυτές αποτυπώθηκαν στην συμφωνία της 20ής Φεβρουαρίου. Εκεί υπάρχει μόνο μνημόνιο, έστω και ασαφές, καθώς ο ΣΥΡΙΖΑ και κάθε ελληνική κυβέρνηση που μιλούσε για «ιδιοκτησία των μεταρρυθμίσεων» δεν ήταν σε θέση να εμφανίσει ένα συνεκτικό, μετρημένο και εφαρμόσιμο παρόμοιο πρόγραμμα.

 

Μετά τον Σουλτς, ήρθε ο Γιούνκερ. Όταν τα πράγματα «κόλλησαν», είπε στον Τσίπρα ότι θα μπορούσε να φέρει έναν κατάλογο 15 σημείων και με βάση αυτόν να ξεμπλοκαρισθεί η χρηματοδότηση. Ο Τσίπρας προτίμησε να στείλει 7 από τα σημεία στον Γάλλο πρόεδρο, Ολάντ. Ο Γιούνκερ θεώρησε ότι «τον έπαιζε». Έτσι συνεκλήθη η συνάντηση των 7. Εκεί ο Τσίπρας αντελήφθη εκείνο που είχε αντιληφθεί ο Σαμαράς τον Αύγουστο του 2012: Ή εκπληρώνεις τους όρους και μένεις στο νόμισμα ή φεύγεις. Τρίτος δρόμος δεν υπάρχει.

 

Στο Βερολίνο η Μέρκελ ζήτησε από τον Τσίπρα να μάθει με ποιον στενότερό του συνεργάτη θα συζητάει το Βερολίνο τα δύσκολα σημεία της διαπραγμάτευσης. Σύμφωνα με πληροφορίες, ο Νίκος Παππάς αρνήθηκε τον ρόλο που είχε δεχθεί πιο πριν. Έτσι οι δανειστές εξακολουθούν να συζητούν με όλους και με κανέναν. Το να φοβάσαι, ωστόσο, να αντιπαρατεθείς μαζί τους στη βάση συγκεκριμένων προτάσεων που προωθείς, δέχεσαι ή απορρίπτεις δεν σημαίνει πολιτική διαπραγμάτευση. Στην περίπτωση αυτή, σημαίνει πολιτική ανασφάλεια. Που οδηγεί στην έλλειψη ανάληψης ευθύνης για εκείνο που αποδέχεσαι και εκείνο που απορρίπτεις.