iporta.gr

Αχ αυτή η διαφορετικότητα, πόσο δύσκολη είναι!, του Κώστα Σκανδαλίδη

«Όποιος δεν μας μοιάζει, έχει κι έχουμε πρόβλημα μαζί του.» Αυτή η φράση είναι από μόνη της ένας κανόνας, η οποία στην Ελλάδα έχει ριζώσει για τα καλά από τα πολύ παλιά χρόνια.

 

Μάλιστα τότε, όλους αυτούς που δεν ήταν σαν κι εμάς, τους βαφτίζαμε όλους βάρβαρους για να τους ξεχωρίζουμε από τη δική μας ράτσα. Ήδη στον Όμηρο απαντούμε τη λέξη βαρβαρόφωνος («Νάστης αὖ Καρῶν ἡγήσατο βαρβαροφώνων», Ιλιάδα, Β867), ενώ στον Αγαμέμνονα του Αισχύλου απαντούμε για πρώτη φορά τη λέξη βάρβαρος στο στίχο 1051 («βάρβαρον φωνήν κεκτημένη»). Και βέβαια θα πρέπει να πούμε πως οι λέξεις βαρβαρόφωνος και βάρβαρος, ασφαλώς και χρησιμοποιούντο για να δηλώσουν υποτίμηση προς τους διαφορετικούς. Ακόμη πιο «βαριά» ερμηνεία δίνει στη λέξη βάρβαρος ο Αριστοφάνης στις Νεφέλες, όταν μιλά για τον Στρεψιάδη («ἄνθρωπος ἀμαθής οὐτοσί καί βάρβαρος»). Διαπιστώνουμε επομένως πως η λέξη βάρβαρος δεν ελέγετο από τους αρχαίους Έλληνες για να ξεχωρίσουν τον γηγενή από τον ξένο, αλλά για να υποτιμήσουν, προφανώς, τον κάθε ξένο, τον κάθε μη Έλληνα.

 

Στον Διογένη τον Λαέρτιο (3ος μ.Χ.) και πιο συγκεκριμένα στο δεκάτομο έργο του με τον τίτλο «Βίοι και γνώμαι των εν φιλοσοφία ευδοκιμησάντων και των εκάστη αιρέσει αρεσκόντων εν επιτόμω συναγωγή», βιβλίο Ι, βρίσκουμε το ακόλουθο απόσπασμα «Ἕρμιππος δ’ ἐν τοῖς Βίοις εἰς τοῦτον ἀναφέρει τὸ λεγόμενον ὑπό τινων περὶ Σωκράτους. Ἔφασκε γάρ, φασί, τριῶν τούτων ἕνεκα χάριν ἔχειν τῇ Τύχῃ· πρῶτον μὲν ὅτι ἄνθρωπος ἐγενόμην καὶ οὐ θηρίον, εἶτα ὅτι ἀνὴρ καὶ οὐ γυνή, τρίτον ὅτι Ἕλλην καὶ οὐ βάρβαρος.» (33). Ο Διογένης το αποδίδει στον Θαλή, ενώ άλλοι, όπως ο ίδιος λέγει, στον Σωκράτη: «Χρωστάω χάρη στην Τύχη για τρία πράγματα: που γεννήθηκα άνθρωπος και όχι ζώο, άνδρας και όχι γυναίκα, Έλληνας και όχι βάρβαρος».

 

Αυτή η ιδέα για τον εαυτό μας, ως Έλληνες, ή αλλιώς αυτός ο μεγαλοϊδεατισμός -ή μικρομεγαλισμός κατ’ άλλους- φαίνεται να έχει καταβολές από τους αρχαίους χρόνους και να μας ακολουθεί όλους αυτούς τους αιώνες. Σήμερα π.χ. μπορεί ν’ ακούσεις δίπλα σου κάποιον να υποστηρίζει πως «όταν εμείς είχαμε πολιτισμό, οι ευρωπαίοι ήταν ακόμα ανεβασμένοι στα δέντρα και τρώγανε…μπανάνες»! Και βεβαίως τέτοια θέσφατα δεν μπορεί παρά να είναι εντελώς ανιστόρητα και είναι απαράδεκτο ακόμη και μεταξύ μας να λέγονται. Επίσης μπορείς ν’ ακούσεις δίπλα σου να μιλούν όχι μόνον για τους ξένους ή τους βάρβαρους ή τους αλλοδαπούς, αλλά και για όλους όσους δεν συμφωνούν μαζί μας, δεν έχουν τις ίδιες απόψεις με εμάς, δεν ψηφίζουν το ίδιο κόμμα, δεν έχουν την ίδια ιδεολογία.

 

Πάντα είχαμε και -φαίνεται- εξακολουθούμε νε έχουμε το «προνόμιο» να μοιραζόμαστε ως λαός στα δύο. Ποιος ξέρει; Ίσως να είμαστε πολλοί και να περισσεύουμε! Το να ακούμε π.χ. κάποιον να «στολίζει» κάποιον άλλον ακόμη και ομοϊδεάτη του, γιατί προφανώς δεν ψηφίζουν τον ίδιο βουλευτή ή ανήκουν σε διαφορετικά «στρατόπεδα» του ιδίου κόμματος ή σε διαφορετικές συνιστώσες, για να το πούμε πιο αριστερίστικα, είναι πλέον κοινός τόπος!
Αυτό, λοιπόν, το φαινόμενο να θέλουμε τους άλλους κατ΄ εικόνα και ομοίωσή μας, είναι μια νοοτροπία όχι δημοκρατική, αλλά πέρα για πέρα φασιστική. Πριν λίγα χρόνια «ιδρύσαμε» τα πράσινα και τα μπλε και τα κόκκινα καφενεία! Βλέπετε είχαμε την πολυτέλεια να χρωματίζουμε ακόμη και τις φιλίες μας. Αλλά για να λέμε όλη την αλήθεια: Ακούς κάποιον να υπερασπίζεται κάποιον άλλο ή να εναντιώνεται σε κάποιον. Πρώτα πρέπει να ψάξεις να δεις το «χρώμα» του ομιλούντος και μετά να καταλάβεις τι θέλει να πει και γιατί το λέει. Είμαι σχεδόν βέβαιος π.χ. πως αν ψάξεις να δεις γιατί ο διευθυντής του λυκείου των φυλακών της Αυλώνας υπερασπίζεται τον Ρωμανό και παίρνει όλα τα ρίσκα πάνω του να τον συνοδεύει κάθε πρωί στις σπουδές του από τις φυλακές, σίγουρα θα ανακαλύψεις πως είναι σε «διατεταγμένη κομματική υπηρεσία» και εκτελεί εντολές τρίτων. Έτσι μας μεγάλωσαν, αυτά μας έμαθαν κι αυτά κάνουμε ως τα σήμερα. Όλα τα έχουμε χρωματίσει τόσο πολύ που καταντήσαμε τυφλοί οπαδοί των κομμάτων ή το ολιγότερο παιδιά του μπαμπά και της μαμάς. Τουτέστιν, ψηφίζω, υποστηρίζω, ό,τι και οι γονείς μου. Και είναι καλό, μόνον αυτό που πιστεύω εγώ και το σόι μου! Οι έχοντες άλλη άποψη, πρέπει να σταθούν απέναντί μου ως αντίπαλοι και μόνον. Καμιά μα καμιά αποδοχή ή έστω ανοχή της διαφορετικής άποψης και της διαφορετικότητας του άλλου.
Κι αυτό, δυστυχώς, έχει περάσει στην κουλτούρα μας. Το «πας μη Έλλην, βάρβαρος», μπορεί να μην ανήκει στην αρχαία ελληνική γραμματεία, αλλά το καθιερώσαμε και το εμπεδώσαμε εμείς οι νεοέλληνες στη ζωή μας και το επεκτείναμε και ως προς το περιεχόμενό του, γιατί πιστέψαμε ότι έτσι μας βολεύει, ακόμη και μεταξύ μας! Μεταξύ ομοεθνών. Μεταξύ μας ως Ελλήνων. Αυτός ακριβώς είναι ένας υποβόσκων εθνικός διχασμός, ο οποίος αναφύεται και φουντώνει κατά καιρούς, ανάλογα με τα πολιτικά πάθη της εποχής και τις διεθνείς συγκυρίες.

 

Παρακολουθώ τις ημέρες αυτές τη συμπεριφορά και το λεξιλόγιο αρκετών από εκείνους που ανήκουν στις συνιστώσες του ΣΥ.ΡΙΖ.Α. Όποιος έχει διαφορετική άποψη από εκείνους είναι προδότης του έθνους, είναι αποστάτης, είναι άπατρις, είναι μειοδότης, είναι ακόμη και κουραδόμαγκας! Έτσι αποκάλεσε τον Αντώνη Σαμαρά, ο φίλος Νεκτάριος Σαντορινιός σε χτεσινές του δηλώσεις. Αλλά μη θεωρήσετε πως όλοι οι άλλοι οι ανήκοντες στις λοιπές πολιτικές παρατάξεις έχουν καλύτερη συμπεριφορά ή καλύτερο λεξιλόγιο έναντι αλλήλων ή έχουν τον απαιτούμενο αυτοσεβασμό και σεβασμό στους εσωτερικούς ή εξωτερικούς «αντιπάλους». Θα μπορούσαμε, όντως, να εξαντλήσουμε σελίδες επί σελίδων με τα χρησιμοποιούμενα «γαλλικά» των ανθρώπων που σήμερα υπηρετούν τα πολιτικά κόμματα στην Ελλάδα.

 

Και μη νομίσετε πως χαρίζομαι απέναντι σε όλα όσα ανταλλάσσονται, δίκην διασταυρούμενων πυρών, ανάμεσα στους παπανδρεϊκούς και τους βενιζελικούς στον χώρο του τέως κραταιού ΠΑ.ΣΟ.Κ. Εκεί να δείτε χαρακτηρισμούς, ύβρεις, απωθημένα και άλλα λαχανικά από το περιβόλι της νέας ελληνικής γλώσσας: Σκατόψυχος ο Βενιζέλος, αδίστακτος, πολιτικό καθήκι και άλλα παρόμοια. Και ο αντίλογος: Το Γιωργάκι, ο λίγος, ο «λεφτά υπάρχουν», το παιδί του πατέρα του, το ναυάγιο και άλλα τιμαλφή από το χρηματοκιβώτιο των βενιζελικών.

 

Αλλά ας είναι. Εδώ θα μου πείτε πως ο αυτοσεβασμός και ο σεβασμός μεταξύ των πολιτικών μας έφτασε στο σημείο να μην απαντάται ούτε όταν αναφέρονται στον ανώτατο θεσμό του πολιτεύματος της ελληνικής δημοκρατίας. Και τι δεν έχουν εκτοξεύσει εναντίον του Κάρολου Παπούλια προκειμένου να απαξιώσουν τον ίδιο και τον θεσμό του Προέδρου! Ως και ξεπουλημένο πολιτικό και προδότη τον έχουν φωνάξει!

 

Αν αυτή η αντίληψη, η οποία έχει περάσει δυστυχώς στην κουλτούρα μας, δεν καταβληθεί προσπάθεια από όλους τους εμπλεκόμενους, πολιτικούς όλων των παρατάξεων και πολίτες, να ανατραπεί εκ βάθρων, τότε, αυτό που περιμένει την Ελλάδα, πέραν και της οικονομικής κρίσης, είναι η συνέχιση της κατρακύλας, του διεθνούς εξευτελισμού, της ανυποληψίας και της αποπομπής μας, τέλος, από την Ευρωπαϊκή ΄Ενωση.

 

Αυτή η εμμονή όλων μας, πως οι δικές μας απόψεις είναι αδιαπραγμάτευτες, είναι οι σοφότερες και εγκυρότερες, και όποιος έχει άλλη άποψη, είναι βάρβαρος, είναι άπατρις, είναι προδότης, είναι αποστάτης, είναι απόκληρος της κοινωνίας και πρέπει να υποστεί εξοστρακισμό, είναι αυτοκαταστροφική. Και μάλιστα σε μια καμπή της παγκόσμιας ιστορίας τόσο δύσκολης για όλους τους λαούς και τα έθνη, εμείς να κλείνουμε τα αυτιά μας για να μην ακούμε και να μην αποδεχόμαστε τους διαφορετικούς συνανθρώπους μας και τη διαφορετικότητα των απόψεων και των ιδεολογιών τους, ε ναι, είμαστε για τα μπάζα. Ξεχάσαμε, φαίνεται το «ευήκοον ους» των αρχαίων προγόνων μας. Δεν είναι διόλου αστείο αν δεν κατανοήσουμε, πως είμαστε ξανά για ακόμη μια φορά στην ιστορία μας στα πρόθυρα ενός νέου εθνικού διχασμού. Και δεν μας φταίει κανένας και καμιά Τρόικα και μια καμιά Ευρωπαϊκή Ένωση και κανένας κακός γείτονας. Ο κακός μας εαυτός κι ο στραβός γιαλός που αρμενίζουμε. Κι αυτή πια η μόνιμη επωδός, που μάθαμε να την τραγουδάμε κιόλας, «για όλα φταίν’ οι γκόμενες, οι πρώην κι επόμενες»; Δεν μας λέει τίποτε; Πως για όλα τα στραβά μας, φταίμε εμείς; Και πως η συνταγή είναι μία;

 

-σεβασμός στους θεσμούς και ευπείθεια στους νόμους του κράτους,

-σεβασμός των άλλων και αυτοσεβασμός,

-αποδοχή της διαφορετικότητας,

-μακριά από θέσφατα και τσιτάτα που υπογράφουν αυθεντίες και μοναδικότητες και πανεπιστήμονες και ξερόλες, που στόχο και σκοπό έχουν να μας διαιρούν. [θυμηθείτε λίγο: βάρβαροι, Έλληνες, αυτόχθονες και ετερόχθονες, εθνικόφρονες και μιάσματα, μνημονιακοί και αντιμνημονιακοί!]

 

Επιτέλους, εμείς πρέπει να ξαναγίνουμε αυτό που ήμασταν. Έλληνες που δίδαξαν τη δημοκρατία στην οικουμένη και διαλάλησαν τον ελληνικό πολιτισμό στα πέρατα της γης. Αρκεί να εγκαταλείψουμε το διαιρετικό μικρόβιο της φυλής. Αυτό που μας διαίρεσε κάποτε στον Πελοποννησιακό Πόλεμο. Ας μας ενώσει η ομόνοιά μας κάποτε εναντίον των Περσών.

Οι λέξεις συνεργασία, συνεννόηση, αποδοχή του διαφορετικού, ας μπουν επιτέλους στο λεξικό μας. Κι ας αφαιρέσουμε όλες όσες έχουν να κάνουν με το βρίσιμο και την φιλοκατηγορία των άλλων. Τόσο απλά!

 

Κώστας Ε. Σκανδαλίδης