Οι μέρες πλησιάζουν και οι πεταλουδίτσες της προσμονής στο στομάχι σου χορεύουν σε τρελούς ρυθμούς. Έχεις φτιάξει τη λίστα σου με τα πράγματα που θέλεις να πάρεις μαζί σου, συχνά πυκνά τη τσεκάρεις μη τυχόν έχεις παραλείψει τίποτα. Δεν ετοιμάζεις τη βαλίτσα σου παρά μόνο λίγες ώρες πριν την αναχώρηση. Ο λόγος έγκειται στο γεγονός ότι οι συγκεκριμένες ώρες κυλούν πάντοτε αργά και αυτός είναι ένας τρόπος να ξεχνιέσαι κάπως.
Όλες σου οι αισθήσεις έχουν τεθεί σε εγρήγορση και το χαμόγελο της «φυγής» έχει ήδη ζωγραφιστεί στα χείλη σου. Αποχαιρετά την οικογένεια σου, υπόσχεσαι ότι θα τηλεφωνείς, πάντοτε την τηρείς την υπόσχεση σου αυτή και οι ρόδες του λεωφορείου, ήδη, τρέχουν πάνω στην άσφαλτο. Έπειτα, από λίγο έχεις ήδη χαθεί στον δικό σου μαγικό κόσμο και ταξιδεύεις κυριολεκτικά και μεταφορικά.
Αλλάζεις λεωφορείο και επιβιβάζεσαι σε εκείνο που θα σε μεταφέρει στο αεροδρόμιο. Ο καθιερωμένος έλεγχος εισιτηρίων και η ταυτοποίηση στοιχείων, και να ανεβαίνεις τις σκάλες του αεροπλάνου. Δένεις τη ζώνη σου και οι πεταλουδίτσες ζωηρεύουν ακόμα περισσότερο. Όχι, από φόβο αλλά από την ανεπανάληπτη αίσθηση που σου προσφέρει η επιτάχυνση του αεροπλάνου και εκείνη η στιγμή δίχως προηγούμενο που είσαι στον αέρα. Επιτέλους, πετάς!
Αποχαιρετάς, νοερά, τα πάτρια εδάφη, ξέρεις ότι δε θα λείπεις τόσο ώστε να σου λείψουν. Περνάς από θάλασσες και στεριές που αδυνατείς να αναγνωρίσεις, η γεωγραφία συγκαταλέγεται στα αδύναμα σημεία σου. Για να φτάσεις στον προορισμό σου πρέπει να αλλάξεις δύο λεωφορεία και δύο αεροπλάνα και ότι μείνει από τη διαδρομή με αυτοκίνητο. Όταν επιτέλους φτάνεις, τα πάντα από το μέρος μέχρι τους ανθρώπους είναι καινούργια και επομένως άγνωστα. Οι μέρες κυλούν δίχως να το αντιλαμβάνεσαι, οι στιγμές γίνονται μοναδικές, και η επιθυμία να μείνεις λίγο ακόμα γιγαντώνεται. Δεν μπορείς να αποφασίσεις τι σου αρέσει εκεί περισσότερο, τα χαμόγελα, το φαγητό, το ξημέρωμα, ο πιτσιρικάς που τρέχει μονίμως με μία μπάλα στα αεικίνητα πόδια του, το τεράστιο τραπέζι που σε κάθε γεύμα φιλοξενεί πάνω από τριάντα άτομα; Ίσως, όλα αυτά, ίσως και άλλα ακόμα περισσότερα.
Κρατάς μία κάποια επαφή με την πραγματικότητα σου αλλά ως επί το πλείστον βρίσκεσαι σε άλλη διάσταση. Η κούραση έχει αρχίσει να αφήνει σκιές κάτω από τα μάτια σου, αλλά δε σε νοιάζει. Όσο περνούν οι μέρες κοιμάσαι όλο και λιγότερο για να μην χάνεις στιγμή. Θα κοιμηθείς κάπου κάποτε όταν επιστρέψεις… απόψε δεν έχει ύπνο είναι η τελευταία βραδιά. Μία απόφαση κοινή. Κάποιοι δεν αντέχουν, κάποιοι άλλοι καλημερίζουν τον ήλιο πρώτοι. Κοιτάζεις τα πάντα γύρω σου για τελευταία φορά. Εισπνέεις βαθιά, σε μία προσπάθεια να τα κλείσεις μέσα σου. Το αντίο είναι σκληρό, συγκρατείς τα δάκρυα σου.
Ναι, ήταν πολύ σύντομο το ταξίδι. Το αεροπλάνο απογειώνεται, η επιστροφή έχει ξεκινήσει. Στέλνεις φιλιά στο μέρος που σε φιλοξένησε και εύχεσαι κάποτε να ξαναβρεθείς εκεί. Η φίλη σου δίπλα φοβάται, της κρατάς σφιχτά το χέρι και εκείνη ασφαλής αποκοιμιέται. Χαμογελάς και κλείνεις τα μάτια σου κι εσύ, λίγο πριν αποκοιμηθείς σκέφτεσαι: Μοιάζει αδύνατο μέχρι να συμβεί.
Η Ελένη Λαδά είναι φοιτήτρια στη Σχολή Ανθρωπιστικών και Κοινωνικών Επιστημών Πανεπιστήμιου Πατρών, Τμήμα Θεατρικών Σπουδών.